“Δευτερος Χαοτικος Κυκλος”: Σκεψεις πανω στο ζητημα της αλληλεγγυης και της καταστροφης των φυλακων

Στη γλώσσα των βουβών, η λαγνεία του Θανάτου ταυτίζεται με τη βούληση˙ είναι σαφώς επόμενο η άρνηση μια τέτοιας αξιοθρήνητης συνθήκης να μαστιγώνεται με κάθε δυνατό μέσο. Ποιος μπορεί, όμως, να επικαλεστεί το φάντασμα της ελευθερίας για την επιλογή της διάρρηξης της νηνεμίας του βούρκου ; Ο εικονοκλάστης μηδενιστής αναζητά στη δική του ρήξη με το υπάρχον τις στιγμές εκείνες κατά τις οποίες ενώ δεν πάυει να αποτελεί μέρος του, σηκώνει την πέννα της κριτικής και τη μετατρέπει σε μαχαίρι έμπρακτης άρνησης. Η σύνδεση της σκέψης με την πράξη δεν ανυψώνει το δρον υποκείμενο στο βάθρο ενός στρεβλού φαντασιακού, ούτε το μετατρέπει σε προσφορά στο βωμό μιας ιδέας, αλλά του δίνει τη δυνατότητα να ενσαρκώσει το θεωρητικό του στασιασμό και να βιώσει την ολοκληρωτική ρήξη με το σύνολο του κοινωνικού οικοδομήματος.
Για την κοινωνία και το κράτος, εκείνος που αρνήθηκε να ζήσει τον εφιάλτη μιας καρκινοβασίας χωρίς τη συγκίνηση και το χορό με τα άκρα αποτελεί μίασμα, μια οντότητα που πρέπει να πάψει να υπάρχει. Γιατί στην περίπτωση του εξεγερμένου προσώπου, εκείνου του για τη νόρμα παρανοϊκού εραστή της απόλαυσης και της καταστροφής, ο αντίπαλος δεν είναι ένας κατά φαντασίαν κοινωνικός εχθρός, αλλά ένας άνθρωπος ολότελα ξένος με κάθε τι που πρεσβεύει το υπάρχον. Και για αυτόν τον άνθρωπο η νέμεσις πρέπει να είναι οδυνηρή. Ο βέβηλος διαρρήκτης της κανονικότητας, ο γκρεμιστής των ειδώλων, διαπράττει τη μεγαλύτερη ασέβεια προς τα ιερά και τα όσια αυτού του κόσμου. Αρνείται ριζικά και καταστρέφει, καταστρέφει στο εδώ και το ώρα, χωρίς προοπτική και σχέδιο, χωρίς να υποκύπτει στη λατρεία καμίας ιερότητας. Και γι αυτό είναι ασυγχώρητος από το κοινωνικό κοπάδι, τους επαιρόμενους λάτρες. Κανείς, λοιπόν, δε θα πρέπει να σοκάρεται από τη μοίρα που επιφυλάσσεται σε όσους, με τον τρόπο που οι ίδιοι επέλεξαν και τις κατατεθειμένες σκέψεις, πέρασαν ανεπιστρεπτί τη γραμμή της συμμόρφωσης.
Δε γράφω και δε θα γράψω γενικά και αόριστα. Οι μεθοδεύσεις του κράτους, σε πλήρη αρμονία με τον παλμό και την επιθυμία της μάζας δε σοκάρουν κανέναν από όσους κοιτούν την πραγματικότητα χωρίς να παρεμβάλλουν παραμορφωτικούς καθρέπτες. Αυτή είναι η πραγματικότητα, αυτές είναι οι επιλογές του κράτους σε μια αποτελεσματική όσο και καθυστερημένη απόπειρα αναβάθμισης του συστήματος καταστολής και τακτοποίησης των «κοινωνικών αποβλήτων» που στοιβάζει στα κάτεργα της δημοκρατίας. Τα ιδεολογήματα περί νέου ολοκληρωτισμού και προσπάθειας κοινωνικού εκφασισμού ταιριάζουν στην πλευρά των υπάκουων που δυσαρεστούνται από την αναπροσαρμογή των όρων του κοινωνικού συμβολαίου. Ας σταματήσουν άπαντες να σοκάρονται που το κράτος διαδραματίζει το ρόλο του και ας αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα. Ας πάψουν, επίσης, να αναζητούν στις γραμμές των μαζανθρώπων δυνέμει συμμάχους. Η μάζα είναι αυτή, άλλωστε, που αποδέχεται, οικοδομεί και διαχέει το κρατικό και κοινωνικό οικοδόμημα. Και είναι η ίδια πλέμπα που αποδέχεται την αναγκαιότητα των φυλακών και της καταπίεσης.

Για την αλληλεγγύη

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ: Είναι ο μακάβριος βωμός στον οποίο ανεβαίνουν οι ηθοποιοί κάθε είδους για να προβάλουν την ιερατική τους ποιότητα και για να αποδώσουν επιτήδεια τη λειτουργία. Είναι κάτι για το οποίο οι ευλογημένοι, δεν πληρώνουν ποτέ λιγότερο από εκατό τοις εκατό παραπάνω από την ταπείνωση.

Ρέντζο Νοβατόρε, «Τα αποφθέγματά μου»

Καμία αλληλεγγύη σε κανέναν. Αυτή είναι η δική μου πρόταση, σύντροφοι. Καμία ταυτότητα δεν αξίζει την a priori συμπάθειά μου, καμία θεωρία τη δική μου θυσία. Στο βωμό καμιάς ιδεολογικής συγγένειας δεν οφείλει κανένας από όσους αυτοπροσδιοριζόμαστε μηδενιστές να χειροκροτήσει το συλλογικό αγώνα των φυλακισμένων κάτω από την κοινή τους ταυτότητα. Ούτε ανθρωπιστής είμαι, ούτε δόθηκα στην υπηρεσία κάποιας ιδέας.
Κάθε πρόσωπο είναι υπεύθυνο για τις επιλογές στις οποίες προβαίνει και για τις αποφάσεις ζωής που παίρνει. Το ίδιο ισχύει και για τους αδερφούς μας που βρέθηκαν αιχμάλωτοι από τον εχθρό. Η δική τους ομηρία στα μπουντρούμια της δημοκρατίας δεν είναι τίποτα άλλο πέρα από απότοκο συγκεκριμένων επιλογών ζωής, οι οποίες τους έφεραν μπροστά στη νέμεσι του κράτους και της κοινωνίας. Και μπροστά σε ανθρώπους που έκαναν πράξη τις επιλογές τους, αυτό που αρμόζει δεν είναι ούτε το χειροκρότημα, ούτε η συμπάθεια, αλλά η ειλικρινής αναγνώριση των ατομικοτήτων τους. Από ‘κει και πέρα, αν πράγματι είμαστε εγωτικοί στην πράξη και όχι μόνο μέσα σε κυκλώνες ποιητικών εξάρσεων, θα πρέπει να κατανοήσουμε πως κάθε μηδενιστής πρώτα και πριν από ο,τιδήποτε τοποθετεί την προσωπική του βούληση και ικανοποίηση.
Όσον αφορά την Αλληλεγγύη, δεν είναι τίποτα παραπάνω από τη θεατρική σκηνή στην οποία δίνει το ρεσιτάλ του ο εκάστοτε παλιάτσος με μοναδικό σκοπό να χειροκροτηθεί από το πρόθυμο κοινό και να εκπληρώσει το αυτιστικό ιδανικό του. Ακόμη και ο ειλικρινής αλληλέγγυος δεν μπορεί παρά να μου φαίνεται τόσο ανόητος την ώρα που κραυγάζει «Φωτιά στα Κελιά» έξω από τα κάτεργα του Κράτους. Την ίδια ώρα που σπαράζει η καρδιά του για τους αιχμάλωτους συντρόφους, εκείνος, είτε τους θυματοποιεί, είτε αναλώνεται σε φθηνή συνθηματολογία. Δε λέω ότι έχω έτοιμο σχέδιο για να βγουν οι σύντροφοι, αλλά μπορώ να αναγνωρίσω τον αυτισμό της αλληλεγγύης όσο και την αδυναμία της δράσης.
Ως μηδενιστής αρνούμαι την αλληλεγγύη και πολύ περισσότερο την υποχρέωση να την επιδείξω. Οι ευαισθησίες μου είναι επιλεκτικές και τα κίνητρά μου ιδιοτελή. Το ίδιο είναι και τα δικά σας, απλώς Εγώ το παραδέχομαι. Δε στέκομαι δίπλα στον αγώνα του μετανάστη άκριτα, απλώς επειδή ο προσδιορισμός αυτός τον καθιστά στα μυαλά κάποιων επαναστατικό υποκείμενο. Για μένα, η Ηθική του σκλάβου είναι το ίδιο απεχθής με αυτή του εξουσιαστή. Δίνω το χέρι, τη δική μου έμπρακτη «αλληλεγγύη», μόνο στους Αρνητές του Υπάρχοντος, τους Αντάρτες της Απόλαυσης και όσους στρέφονται ενάντια στο Νόμο, το Κράτος και τα υπόλοιπα φαντάσματα. Αρνούμαι να δεχτώ να συναγελάζομαι με “νοικοκυραίους”, θρήσκους και αδύναμους γλύφτες. Εάν εσείς θεωρείτε τους εαυτούς σας ανθρωπιστές, Εγώ δεν είμαι τέτοιος. Γιατί εσείς θάψατε το Θεό των παπάδων και επάνω από το φρεσκοχτισμένο του μνήμα σκούξατε “Ζήτω ο Άνθρωπος”.
Εάν επιμένετε να πλάθεετε Θεούς και να τους τοποθετείτε στη θέση των παλιών που κατακρυμνίσατε, αυτό είναι δικό σας πρόβλημα. Εγώ δε θα το κάνω. Φυσικά και κάθε αξία, είτε αστική, είτε αναρχική είναι στόχος μου. Δε θα έπρεπε να σας κάνει εντύπωση αν δεν είχατε εξυψώσει σε θεϊκό θρόνο την Αναρχία (τον αναρχισμό σας για να είμαι σαφέστερος), εάν δεν είχατε θεωρήσει την Αναρχία τελικό σκοπό και σηματοδότη νέας Ηθικής.

«Ενάντια στον Αναρχισμό, Μηδενιστική Πορεία, τεύχος 1ο»

Η δική μου θέση ήταν και παραμένει ξεκάθαρη. Παρόλα αυτά δεν παραγνωρίζει κανείς ότι στα κελιά του κράτους κρατούνται αδέλφια μας. Και το ζήτημα που τίθεται αφορά τη θέση των μηδενιστών απέναντι στη συνθήκη εγκλεισμού που έχει επιβληθεί στους συντρόφους μας. Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει την προοπτική της εκδίκησης, είναι σαφές, όμως, πως ούτε αφοσιωμένοι υπήκοοι κανενός είμαστε, ούτε μπορεί η όποια δράση να καταλήγει να ασκείται για να εξυπηρετήσει βεντέτες. Καθένας από μας είναι μια διακριτή και αυτόβουλη προσωπικότητα, με διαφορετικά θέλω και στοχεύσεις. Δε θα τοποθετήσω πάνω μου αλλότρια Υπόθεση, όχι αν θέλω να είμαι πράγματι εγωιστής και όχι κάποιος περιφερόμενος παλιάτσος. Το ερώτημα, όμως, παραμένει. Τι μπορούμε να κάνουμε για τα αιχμάλωτα αδέλφια μας χωρίς να απολέσουμε τα προσωπικά μας χαρακτηριστικά και χωρίς να μετατραπούμε σε ομάδα αλληλέγγυων ;
Παρά τις πρόσκαιρες συλλογικοποιήσεις και τις οργανικές ή μη σχέσεις του κάθε προσώπου με τα υπόλοιπα, η βάση της ύπαρξής του είναι η μοναχικότητα, μια μοναχικότητα που δεν επιδέχεται ερμηνείας και διευκρινίσεων. Καμία πράξη, ούτε καν η συνέχιση της επίθεσης, δε γίνεται για να εξυπηρετήσει άλλα πρόσωπα, παρά τις επιμέρους δικαιολογίες. Κάθε ανθρώπινη πράξη διέπεται από εγωισμό και ως στόχο έχει την προσωπική ικανοποίηση. Το ίδιο δεν μπορεί παρά να συμβαίνει και με το ζήτημα της πράξης, αλλά και με την υπόθεση της αιχμαλωσίας ειδικότερα. Κάθε πράξη ενός δρώντος υποκειμένου που θυσιάζεται στο βωμό της αλληλεγγύης ή του σκοπού είναι πράξη χαμένη. Το ζήτημα είναι να ζήσεις αυτό που είσαι, όχι αυτό που είναι οι σύντροφοι ή οι οικείοι σου. Και αυτό είναι το στοίχημα που τίθεται για το καθένα μας. Με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις στα κάτεργα όλης της χώρας, η θέση μου είναι σαφής. Καμία αλληλεγγύη σε κανέναν που απλώς φέρει μια μαζική ταυτότητα. Εγώ δεν πρόκειτα να παραστήσω τον κρετίνο που μυξοκλέει για τους συντρόφους του και είτε αναλώνεται σε ηλίθιους συναισθηματισμούς είτε τοποθετεί την υπόθεσή του στην αποθέωση του αντάρτικου συμβολισμού, θέτοντας εαυτόν στην υπηρεσία της εκδίκησης. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, από τη στιγμή που δεν έχω αναπτύξει τις ίδιες οργανικές σχέσεις μαζί τους, όσο με τους κοντινούς μου συντρόφους. Όσο δεν είμαι σε θέση να προσφέρω ουσιαστικά στην καταστροφή των δεσμών των συντρόφων μου, προτιμώ να το βουλώσω.

Για την καταστροφή των φυλακών

Είναι σημαντικό να γίνει σαφής ο λόγος για τον οποίο προτάσσουμε την καταστροφή της φυλακής, λόγος που ακολουθεί κατ’ επέκταση και κάθε μας πρόταση για καταστροφή, σε κάθε πτυχή του υπάρχοντος. Ποια θα μπορούσε να είναι, λοιπόν, η μηδενιστική θέση απένατι στο σωφρονιστικό σύστημα ;
Από τη στιγμή που αναγνωρίζει τον εγωισμό ως υπόβαθρο κάθε ανθρώπινης πράξης, δεν είναι δυνατόν να αρνηθώ την ίδια τη φύση μου και να τοποθετήσω την προοπτική της καταστροφής των φυλακών πίσω από το παραβάν του αλτρουισμού. Προτάσσω την καταστροφή τους, όχι εξαιτίας κάποια ανθρωπιστικής αίσθησης υποχρέωσης προς το ανθρώπινο είδος των ηλιθίων, αλλά μόνο επειδή η φυλακή ως μέσο καταπίεσης και καταστολής σε κάθε περίοδο και κάτω από οποιοδήποτε κοινωνικό συμβόλαιο, όποια απόχρωση και να φέρει αυτό, χρησιμοποιήσει για να περιθωριοθετήσει εκείνους που η συλλογικά συγκροτημένη μάζα θεωρεί επικίνδυνους, σκουπίδια ή παράσιτα. Και εφόσον αποδεχτούμε ότι μηδενιστής, ο εικονοκλάστης, ο εξεγερμένος ή ο αρνητής εργασίας τοποθετούνται σε μια από τις παραπάνω κατηγορίες, είναι λογικό να θεωρήσουμε πως το συμφέρον μας εξυπηρετείται από την καταστροφή τέτοιου είδους ιδρυμάτων.
Όχι από αγάπη για τους ανθρώπους, αλλά από μίσος για όλους τους. Αυτή είναι η κινητήριος δύναμη. Η ανάγκη να προστατεύσω αυτό που Εγώ θεωρώ κόσμο μου, εμένα και τους λιγοστούς συντρόφους μου τους οποίους το κράτος και η κοινωνία καταδίκασε σε αργά θάνατο στα καταστήματα σωφρονισμού της. Σημείο προβληματισμού στα παραπάνω είναι η θέση μας απέναντι στους ενδιάμεσους αγώνες, τους αγώνες εκείνους που γίνονται για να κατακτηθούν ή να προασπιστούν συνθήκες που στην καθημερινότητα της φυλακής καθιστούν την παραμονή εκεί ελαφρώς ευνοϊκότερη.

 

Για μένα, το ζήτημα είναι από ποιο πρίσμα δίνεται κάθε τέτοιος αγώνας. Εάν τα υποκείμενα που συμμετέχουν σε αυτόν συνοστίζονται κάτω από συλλογικές ταυτότητες και λογικές, τότε ο αγώνας αυτός δε διαφέρει σε τίποτα από τους αντίστοιχους αγώνες που δίνονται στο κοινωνικό πεδίο έξω απ’ τα κελιά και στηρίζονται στη ροή των μαζανθρώπων, τη συνοχή και μια διαπλοκή αιτημάων που καμία σχέση πάντως δεν έχουν με τη ρήξη με το εκάστοτε ισχύον καθεστώς. Ένας αγώνας που οργανώνται στη βάση της δαιμονοποίησης του αντιπάλου και σε αυτήν ακριβώς τη βάση συσπειρώνει κομμάτια παντελώς ετερόκλητα και συχνά τάσεις αντιφατικές, δεν είμαι σίγουρος πόσο νόημα μπορεί να έχει. Σε τελική ανάλυση, ο πυρήνας της αντιπαράθεσης βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει ο καθένας τη φυλακή κοινωνικά και σε επίπεδο θεώρησης.
Αν θεωρησουμε τη φυλακή κοινωνία με όλα τα χαρακτηριστικά της εξωτερικής, αλλά οξυμένα σε μεγάλο βαθμό, τότε το συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί είναι πως αν θέλει κανείς να αναζητήσει σημεία πίεσης απέναντι στη διοίκηση της φυλακής και τον κρατικό μηχανισμό εν γένει, θα πρέπει να καταφύγει σε ενέργειες εκτός των τειχών τους. Οποιαδήποτε άλλη διεκδίκηση, αποκομμενη από τη διακριτότητα της θεώρησης και με τη σύγχυση που προσφέρουν τα θολά συλλογικά όργανα δεν μπορεί παρά να καταλήγει ακίνδυνη για το κράτος.

Niger Lupus Negationis

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *