Πίσω, στα πιο παλιά χρόνια, υπήρχαν ανθρώπινα όντα, που έμοιαζαν με τους καρχαρίες του σήμερα, τα οποία οικειοποιούνταν τους κοινούς πόρους, χρησιμοποιώντας ωμή δύναμη και πονηριά.
Αν είχαν περιοριστεί σε αυτό, δε θα ήταν και τόσο άσχημα, αφού οι θιγόμενοι θα μπορούσαν να υιοθετήσουν τις μεθόδους των άρπαγων και θα ήταν ίσως ικανοί να επανακτήσουν τα χαμένα αγαθά, πατσίζοντας τις απώλειές τους.
Το πραγματικό πρόβλημα ξεκίνησε όταν οι άρπαγες, για να παγιώσουν και να αυξήσουν τα προϊόντα κλοπής, θεσμοθέτησαν την εξουσία και αξίωσαν το δικαίωμα να υπαγορεύουν νόμους σε όλον τον κόσμο και ειδικά σε εκείνους, τους οποίους σφετερίστηκαν.
Επομένως, ήταν από τη μια πλευρά οι τύραννοι και από την άλλη οι σκλάβοι.
Οι πρώτοι θα διακήρρυταν με κάποια επισημότητα: “Η ιδιοκτησία είναι ο καρπός της εργασίας και της αποταμίευσης και είναι ιερή και απαραβίαστη”. Η υπεράσπιση της υποκριτικής αρχής της ιερής και απαραβίαστης ιδιοκτησίας έχει ανατεθεί σε τρεις ύποπτες φιγούρες, που κυβερνούν ακόμα. Το μπάτσο, που είναι συνώνυμο της βαρβαρότητας και της αγριότητας και τον παπά και τον ηθικιστή, που είναι οι προσωποποιήσεις του ψέματος.
Κάποιοι φιλόσοφοι εξεγέρθηκαν ενάντια σε αυτήν την αρχή, όταν δήλωσαν: “Η ιδιοκτησία είναι κλοπή”. Χιλιάδες σκλάβοι, ελπίζοντας για ελευθερία και ισότητα, τους ακολούθησαν και χωρίστηκαν σε σχολές και κόμματα καθοδηγούμενα από τσοπάνηδες, που επαναλάμβαναν συνεχώς τους λόγους τους περί δικαιωμάτων και καθηκόντων των εργατών, περί ανθρωπισμού, περί αλτρουισμού, περί αλληλεγγύης, περί αδελφοσύνης, περί ισότητας, περί ελευθερίας κλπ, μέχρι που αποκοίμησαν το κοινό με τη βαρεμάρα τους και εντόπισαν το σχέδιο της μελλοντικής κοινωνίας, λες και έχτιζαν κάποιο κτίριο, ανάμεσα στα θαμπωμένα μάτια των φτωχών και τα ειρωνικά χαμόγελα των πλουσίων.
Αυτοί οι συναισθηματικοί λόγοι μοιάζουν με θρηνολογίες, που φαίνονται να θέλουν να πείσουν τους ιδιοκτήτες να παραιτηθούν από τα υπάρχοντά τους, προς όφελος της εγκαταλελειμμένης ανθρωπότητας. Αλλά, οι πλούσιοι είναι κουφοί, δε συγκινούνται και πάνω από όλα είναι δυνατοί, αφού χρησιμοποιούν τους μπάτσους, τους παπάδες, τους ηθικιστές και τους κοινωνικούς αναμορφωτές με ένα λίγο-πολύ επαναστατικό λούστρο· ακόμα καλύτερα, οι πλούσιοι, βλέποντας πως οι φτωχοι είναι ικανοποιημένοι με το να κλαψουρίζουν και με το να αφήνουν τους εαυτούς τους να καθοδηγούνται από κακούς τσοπάνηδες, γίνονται όλο και πιο ξιπασμένοι και επιθετικοί και σαν να μην έφτανε η βία των βασιλικών και δημοκρατικών εξουσιών, προσλαμβάνουν και ένοπλες ομάδες για να προστατέψουν το κεφάλαιό τους.
Δε μου πολυαρέσουν οι λόγοι και ακόμα λιγότερο οι συναισθηματισμοί και οι ρητορίες· για μένα, δεν είναι σημαντικό να γνωρίζω το αν η περιουσία είναι προϊόν εργασίας ή κλοπής· δε σκέφτομαι με όρους δικαιωμάτων και δικαιοσύνης, ούτε θέλω να εξυψώσω τα ανθρωπιστικά αισθήματα. Ξέρω πως πρέπει να ζήσω τη ζωή μου με τη μεγαλύτερη άνεση και ελευθερία, που μου είναι δυνατή και προσπαθώ να εξασφαλίσω για τον εαυτό μου τα απαραίτητα μέσα για να το κάνω.
“Το δικαίωμα στη ζωή δεν το ζητιανεύεις, το παίρνεις”, γι’ αυτό λέω στους συντρόφους μου: ας ζήσουμε όσο αναρχικά μπορούμε, χωρίς να περιμένουμε για το νωθρό ήλιο του μέλλοντος, του οποίου οι ακτίνες θα είναι πάντα ανθυγιεινές για εμάς τους αναρχικούς.
Η κοινωνία μας θεωρεί, με το δίκιο της, εχθρούς και γι’ αυτό, δε ψάχνουμε για κανένα τρόπο συμφιλίωσης, αρνούμαστε τα μέσα αγώνα, που μας προσφέρει -μέσα για πολιτικό και συνδικαλιστικό αγώνα- και διαλέγουμε τα δικά μας μέσα, τα οποία ταιριάζουν στο δύσκολο σκοπό, που ορίζουμε για τους εαυτούς μας, ανώτερα από εκείνα, που υιοθετούν οι εχθροί μας. Δεχόμαστε την πρόκληση και πολεμάμε χωρίς αναβολή και ανάπαυλα, για να κατακτήσουμε τη νίκη τώρα και όχι σε δύο χιλιάδες χρόνια.
Πολεμάς τη δύναμη με δύναμη, τη βία με βία και την ιδιοκτησία με απαλλοτρίωση.
Προσδίδω στην ατομική απαλλοτρίωση τη σπουδαιότερη επαναστατική σημασία, το υψηλότερο ανατρεπτικό νόημα. Σημαίνει: πρακτική και αποτελεσματική εξέγερση ενάντια στο σύστημα εκμετάλλευσης, που πραγματοποιείται από τους άεργους και τους κυνηγούς της απόλαυσης εις βάρος των εργατών· κατάκτηση του δικαιώματος στη ζωή, τη χαρά και την ελευθερία, γιατί η κοινωνία ποδοπατάει μόνο τους φτωχούς· εκδίκηση ενάντια στους ιδιοκτήτες και τους κοινωνικούς θεσμούς. Ο πολλαπλασιασμός της ατομικής απαλλοτρίωσης είναι μια πραγματική και βαθιά κοινωνική αναταραχή· και το επαναστατικό πνεύμα και ο αναρχισμός -ειδικά τώρα που το σοσιαλιστικό κόμμα αξιώνει να επιβάλλει τη δικτατορία του- δεν έχουν λόγο ύπαρξης και έκφρασης, παρά μόνο ως ουσιαστικά αντικοινωνικές τάσεις.
Η επανάσταση για την καταστροφή των τωρινών και των μελλοντικών θεσμών καταπίεσης και εκμετάλλευσης δεν επιτυγχάνεται σε προκαθορισμένα ραντεβού στα οδοφράγματα, αλλά εκτελείται κάθε ώρα, κάθε στιγμή, μέσα από τις αναρίθμητες επιθέσεις ενάντια στην κοινωνία από τις αδυνάστευτες και εξεγερμένες ατομικότητες.
Είναι απαραίτητο να ανατρέψουμε και να καταστρέψουμε όλες τις αρχές, που στηρίζουν την αποκαλούμενη αστική κοινωνία και η ατομική απαλλοτρίωση από τη μία, δηλητηριάζει την ύπαρξη των πλουσίων, που νιώθουν να πνίγονται κάτω από το βάρος του κινδύνου, που αντιμετωπίζουν τα πλούτη τους και από την άλλη, υπονομεύει το κοινωνικό και ηθικό οικοδόμημα των θεσμών της.
Η συστηματική ατομική απαλλοτρίωση από τους εξεγερμένους και τους δυνατούς, η ασεβής παραβίαση των κυρίαρχων -θρησκευτικών, εξουσιαστικών και ηθικών- αξιών, η εικονοκλαστική βεβήλωση κάθε πράγματος, που θεωρείται ιερό και απαραβίαστο, δημιουργεί τη βάση της επαναστατικής και αναρχικής κριτικής, το λόγο ύπαρξης του αντικοινωνικού αναρχισμού.
Αυτός είναι ο λόγος που εμείς, ως αναρχικοί, ξεσηκωνόμαστε ενάντια στη σταυροφορία των φτηνιάρηδων ανθρωπιστών, των αλτρουιστών μαγαζατόρων, που υποστηρίζουν πως θα θεραπεύσουν την κοινωνική σαπίλα με επιδέσμους.
Εκείνοι, που υποστηρίζουν την επανάσταση και τη συλλογική απαλλοτρίωση -του μέλλοντος- και αποκηρύσσουν την ατομική απαλλοτρίωση, είναι μάλλον επίτροποι της μοναρχίας παρά επαναστάτες. Μιλούν για μεταρρύθμιση -ίσως χωρίς κοινοβούλιο-, αλλά όχι για επανάσταση, πόσο μάλλον για αναρχισμό.
Το παράδειγμα της δράσης του Ζυλ Μπονό -για να αναφέρω μόνο ένα όνομα- αξίζει, για μένα, πολύ περισσότερο από όλα τα επαναστατικά κηρύγματα των κοινωνιστών αναρχικών.
Πεπεισμένος για αυτό, δεν απευθύνομαι στο κοπάδι, που δε θέλει να με καταλάβει, αλλά σε ανθρώπους προικισμένους με ισχυρή θέληση και τους λέω: περιμένοντας την Αποκάλυψη, ας κάνουμε τώρα την απαλλοτριωτική μας επανάσταση, για να πετύχουμε τη δική μας ευμάρεια και τη δική μας ελευθερία.
Το κείμενο έχει γραφτεί από τον Ιταλό αναρχοατομικιστή Erinne Vivani και δημοσιεύτηκε στην ιταλική έκδοση Nichilismo (έτος 1ο, τεύχος 11), το Σεπτέμβρη του 1920. Η μετάφραση έγινε από την αγγλική δημοσίευση του κειμένου, στο 8ο τεύχος (Μάιος 2013) του αναρχοατομικιστικού εντύπου “My Own”.
Πηγή: Έρεβος