Category Archives: Θεωρητικα Κειμενα – Μεταφρασεις τριτων

“Il Me Faut Vivre Ma Vie*”, Jules Bonnot

[* “Είναι απαραίτητο να ζήσω τη ζωή μου”- Ζυλ Μπονό, αναρχικός ληστής τραπεζών]

Δε πιστεύω στο Δίκαιο. Η ζωή, που είναι ολόκληρη μια εκδήλωση ασυνάρτητων δυνάμεων, άγνωστων και μη αναγνωρίσιμων, απορρίπτει το ανθρώπινο εφεύρημα του δικαίου. Το δίκαιο γεννήθηκε όταν η ζωή πάρθηκε από μας. Όντως, αρχικά, η ανθρωπότητα δεν είχε κανένα δίκαιο. Ζούσε και αυτό ήταν όλο. Αντίθετα, σήμερα υπάρχουν χιλιάδες είδη δικαίου. Θα μπορούσε κάποιος να πει εύστοχα πως οτιδήποτε έχουμε χάσει, το αποκαλούμε δίκαιο.

Ξέρω ότι ζω και ότι επιθυμώ να ζήσω.

Είναι πολύ δύσκολο να κάνεις αυτό το πάθος πράξη. Είμαι περικυκλωμένος από μία ανθρωπότητα που θέλει ότι θέλουν όλοι οι άλλοι. Η απομονωμένη επιβεβαίωση μου είναι ένα πολύ σοβαρό έγκλημα.

Οι νόμοι και οι ηθικοί κανόνες, ανταγωνιζόμενοι, με εκφοβίζουν και με πείθουν.

Τα χρηστά ήθη έχουν θριαμβεύσει.

Κάποιος μπορεί να προσεύχεται, να ικετεύει, να καταριέται, αλλά κανένας δεν τολμά. Η δειλία, θωπευμένη από το χριστιανισμό, δημιουργεί την ηθική και αυτή δικαιολογεί την ποταπότητα και προκαλεί την αποκήρυξη.

Αλλά αυτό το πάθος για ζωή, αυτή η θέληση, επιθυμεί μονάχα να αναπτυχθεί ελεύθερο. Ο χριστιανός κοιτάει γύρω του προσεχτικά για να δει αν τον βλέπει κανείς και, τρέμοντας, διαπράττει μια αμαρτία. Πάθος: αμαρτία, αγάπη: αμαρτία αυτή είναι η αντιστροφή των όρων.

” Πόρνη, θηλυκό όλου του κόσμου, εσύ δεν έχεις ντροπή σε αυτόν τον κόσμο. Είσαι έντιμη και ειλικρινής. Προσφέρεις τον εαυτό σου σε όποιον πληρώνει, χωρίς να δημιουργείς ή να έχεις ποτέ αυταπάτες.

Η κοινωνία, αντίθετα, ταπεινή και καθαρή εξωτερικά, μολυσμένη με γάγγραινα σε όλο το κορμί, μου φέρνει εμετό, με γεμίζει με μίσος και απέχθεια, με σκοτώνει. “

Ζηλεύω τους άγριους. Και θα τους φωνάξω με δυνατή φωνή: “Σώστε τους εαυτούς σας, έρχεται ο πολιτισμός.”

Μα φυσικά: ο αγαπητός πολιτισμός μας, για τον οποίον είμαστε τόσο περήφανοι. Εγκαταλείψαμε μια ελεύθερη και χαρούμενη ζωή στα δάση για αυτήν τη φρικιαστική ηθική και υλική σκλαβιά. Και είμαστε μανιακοί, νευρασθενικοί, αυτοκτονικοί.

Γιατί θα πρέπει να με νοιάζει που ο πολιτισμός έδωσε φτερά στην ανθρωπότητα για να μπορεί να βομβαρδίζει πόλεις, γιατί πρέπει να με νοιάζει που ξέρω κάθε άστρο του ουρανού και κάθε ποτάμι της γης;

Είναι αλήθεια πως στο παρελθόν δεν υπήρχαν νομικοί κώδικες και φαίνεται πως η δικαιοσύνη αποδιδόταν συνοπτικά.

Βάρβαρες εποχές! Αντίθετα σήμερα άνθρωποι εκτελούνται στην ηλεκτρική καρέκλα, εκτός αν η φιλανθρωπία του Μπεκάρια* τους βασανίζει μέσα στις φυλακές για την υπόλοιπη ζωή τους.

Αλλά σας αφήνω στη γνώση σας και στους νομικούς σας κώδικες, σας αφήνω στα υποβρύχια και στις βόμβες σας. Ακόμα γελάτε με την όμορφη ελευθερία μου, την άγνοια μου, το σθένος μου. Χτες ο ουρανός ήταν όμορφος να τον βλέπεις· τα μάτια του αγνώστου τον χάζευαν.

Σήμερα ο έναστρος θόλος είναι ένα μολύβδινο πέπλο που μάταια προσπαθούμε να διαπεράσουμε· σήμερα δεν είναι πια άγνωστος αλλά δύσπιστος.

Όλοι αυτοί οι φιλόσοφοι, όλοι αυτοί οι επιστήμονες, τι κάνουν;

Για ποια άλλα εγκλήματα ενάντια στην ανθρωπότητα συνωμοτούν; Δε δίνω δεκάρα για την πρόοδό τους· θέλω μόνο να ζήσω και να απολαύσω.

“Πίθηκε της ζούγκλας του Βόρνεο, ο Δαρβίνος σε συκοφάντησε!”

Εν τω μεταξύ ολόκληρη η ύπαρξη μου, μου φωνάζει: θέλω να ζήσω!

Ξεκολλάω τα αγκάθια του χριστιανού από το μέτωπο μου και ρουφώ το άρωμα των τριαντάφυλλων.

Είμαι καλά τώρα. Είμαι χαρούμενος που ζω.

Οι σειρήνες ουρλιάζουν και το μακάριο πλήθος πηγαίνει στο σφαγείο.

Και εσύ επίσης, ω επαναστάτη, ανεβαίνεις στο άλογο σου, και συ είσαι σάπιος!

Πόσο ζηλεύω το μεγάλο Μπονό!

“Il me faut vivre ma vie!”

Είναι ανώφελο. Είμαι σάπιος. Η κοινωνία με νίκησε. Και το μίσος. Μισώ με μανία την άγρια κοινωνία που με σκότωσε, που με μετέτρεψε σε ένα ανθρώπινο τομάρι.

Εύχομαι να μπορούσα να μεταμορφωθώ σε λύκο για να μπορούσα να βυθίσω τα δόντια μου στην κοιλιά της κοινωνίας σε ένα όργιο καταστροφής.

*Νομομαθής Ιταλός αριστοκράτης του 18ου αιώνα, που με το έργο του “Για τα εγκλήματα και τις ποινές” (1764), ενέπνευσε τη μεταρρύθμιση του ιταλικού σωφρονιστικού συστήματος.

Το “Il me faut vivre ma vie” είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Bruno Filippi και γράφτηκε την περίοδο 1916-1918.

Πηγή στα αγγλικά: The rebel’s dark laughter: the writings of Bruno Filippi, The Anarchist Library, 1 October 2009

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

“Ο τυρρανος απο τα κατω”, Andre Lorulot

Όχι, η ελευθερία δεν είναι για εμάς. Παραείμαστε αδαείς, φιλόδοξοι, υπερόπτες, δειλοί, αχρείοι, διεφθαρμένοι.

Μαρά

Πρέπει να το πω και θα το πω.

Με το να γράφω, αφιέρωσα τον εαυτό μου στο να ξορκίσω κάθε μορφής κομματισμό και στο να αρνηθώ να υποχωρήσω μπροστά σε οποιαδήποτε αλήθεια. Η υποκρισία μου είναι απεχθής, είτε προέρχεται από τη Δεξιά, είτε από την Αριστερά. Από αυτήν την ανάγκη για ειλικρίνεια απέκτησα πολλούς εχθρούς, ακόμα και -τι ειρωνεία- μεταξύ φίλων και αδελφών.

Ξυλοφορτώστε τους καπιταλιστές και τους φασίστες: μια χαρά. Μπράβο! Θα σας ενθαρρύνουν τουλάχιστον στα λόγια. (όταν πρέπει να πληρώσεις με τα δικά σου λεφτά είναι πιο δύσκολο, καταλήγεις να πληρώνεις με το ίδιο σου το τομάρι).

Αλλά, πιστέ άνθρωπε, μην επιτρέπεις στον εαυτό σου να κριτικάρει το τι συμβαίνει στο σπίτι σου. Αποκάλυψε τα ψεγάδια του γείτονα σου, αλλά κλείσε τα μάτια σου στις αισχρότητες του κόμματός σου.

Ποτέ δεν ήξερα πως να το κάνω αυτό. Μάλλον γι’ αυτό δεν ήθελα ποτέ να είμαι μέλος κάποιου κόμματος, κάποιας εκκλησίας, κάποιας σέκτας. Η ανεξαρτησία μου είναι ότι πολυτιμότερο έχω.

Δεν είναι μια βολική κατάσταση. Τραβάς πολύ έχθρα πάνω σου. Ο ταραχοποιός. Αυτός που αρνείται να είναι συνεργός με τους φιλόδοξους, τους προδότες, τους κερδοσκόπους. Γιατί υπάρχουν. Και είναι παντού, παντού.

Αγαπώ με πάθος την ανθρωπότητα και έχω αφιερώσει τις καλύτερες μου προσπάθειες στον αγώνα για τους καταπιεσμένους. Όλοι οι τύραννοι με αηδιάζουν, όπως και όλοι εκείνοι που τους ανέχονται, τους κολακεύουν και τους υποστηρίζουν. Αφού τους καταστρέψω, θα γίνω εγώ τύραννος στη θέση τους; Θα αηδίαζα με τον εαυτό μου.

Λαέ, πρόσεχε τους δημαγωγούς. Είναι ο χειρότερός σου εχθρός. Σε χαϊδολογούν μόνο για να σε αρμέξουν καλύτερα. Βαθιά μέσα τους σε συχαίνονται και σε χλευάζουν, αλλά οι ώμοι σου τους είναι χρήσιμοι για να κουβαλούν το τύμπανο τους (που ποτέ δε θα χτυπήσει για σένα). Σε μισούν και αν μπορούσαν να σε βάλουν μια και καλή στη μέγγενη, θα το έκαναν ευχαρίστως. Και αργότερα ίσως το κάνουν. Προς το παρόν, χρειάζονται τα εκλογικά σου δικαιώματα, τις ψήφους σου και τις συνδρομές σου. Έτσι σε αποκαλούν μεγάλο, ευγενή και όμορφο και πως έχεις όλα τα δικαιώματα και τις αρετές.

Αν τους πιστεύεις είσαι ηλίθιος, είσαι χαμένος.

Το να λες στον εργάτη την αλήθεια, όλη την αλήθεια, όσο οδυνηρή και αν είναι, είναι ίσως ο μόνος τρόπος για να υπηρετήσεις τον σκοπό του και για να εργασθείς για την πραγματική του απελευθέρωση.

Με αηδιάζουν αυτοί, που λένε στο λαό πως θα φτάσει στην απόλυτη και παγκόσμια ευτυχία χωρίς να κάνει καμία προσπάθεια και χωρίς να τελειοποιήσει τον εαυτό του. Ψεύδονται σκόπιμα. Είναι, συμπτωματικά, προς το συμφέρον τους -αυτό των αφεντών, των φιλόδοξων αφεντών- το να εμποδίζουν τις μάζες να μορφωθούν. Δεν ισχύει πως με το να διορθώσουν τους εαυτούς τους θα είναι ικανές να προοδεύσουν και να πάρουν τη ζωή τους στα χέρια τους; Εκείνη την ημέρα, όντες άχρηστοι, οι αρχηγοί και οι ηγέτες δε θα έχουν τίποτα άλλο να κάνουν από το να εξαφανισθούν.

Με αηδιάζουν αυτοί που αρνούνται στον εργάτη το δικαίωμα στο ιδανικό και του μιλούν αποκλειστικά για την κοιλιά του.

Για αυτούς τα πάντα υποβιβάζονται σε μπριζόλα.

Μία πιο μεγάλη, πιο αιματοβαμμένη, πιο εύκολη να κατακτήσεις μπριζόλα. Το ιδανικό ενός άγριου θηρίου ή ενός πεινασμένου σκύλου.

Πρέπει να ζήσουμε. Αυτό σας το αναγνωρίζω. Αλλά προσθέτοντας: πρέπει να ζήσουμε για να εξελίξουμε μέσα μας τα υψηλότερα και καλύτερα χαρακτηριστικά του ανθρώπου: Αξιοπρέπεια! Συνείδηση! Αγάπη! Ελευθερία!

Τι καλό θα μου έκανε να καταβροχθίζω σαν bulldog, αν έπρεπε να αποκηρύξω τις πιο εξυψωτικές φιλοδοξίες και τις αγνότερες, ανιδιοτελείς χαρές;

Μην ακούτε αυτούς που θέλουν να υποβιβάσουν τα πάντα σε θέμα του στομαχιού: σας προσβάλλουν. Γίνετε ικανοί να πολεμήσετε για κάτι διαφορετικό από την κοιλιά και το πορτοφόλι. Χωρίς να τους μισήσετε για όλα αυτά (ας μην περνάμε στο άλλο άκρο) ας είμαστε δύσπιστοι απέναντι στους κόλακες, τους επαγγελματίες πολιτικούς, τους λογάδες. Ας πάμε προς την αλήθεια όποια και αν είναι, με όλη μας την καρδιά, χωρίς παρωπίδες και χωρίς να πνίξουμε καμία φωνή.

Δεν έχω κάποιο ιδιαίτερο μίσος για τους πλούσιους. Αν συμβαίνει να παραπονιέμαι για την ηλιθιότητα τους και να χλευάζω τις αξιώσεις τους, δε σημαίνει ότι ζηλεύω τα λεφτά τους.

Πρέπει να προσθέσω ότι δεν αρκεί να είναι κάποιος φτωχός για να αξίζει τη συμπάθεια μου;

Τα χρήματα κάνουν ανόητους και διεστραμμένους αυτούς που τα έχουν. Αλλά και αυτοί που δεν τα έχουν είναι γενικά τόσο κρετίνοι και φαύλοι όσο και οι πλούσιοι. Η επιθυμία να πλουτίσουν αρκεί για να καταπνίξει μέσα τους όλα τα γενναιόδωρα συναισθήματα και τη θέληση για δικαιοσύνη και καθαριότητα.

Και αυτοί οι 100% επαναστάτες, αυτοί οι οργανωμένοι προλετάριοι, αυτά τα συνειδητοποιημένα μέλη των συνδικάτων, αυτοί οι πρωτοπόροι του μέλλοντος που μεθοκοπάνε σαν ασβοί; Που δεν έχουν δέκα φράγκα να αγοράσουν ένα βιβλίο αλλά ξοδεύουν τα διπλάσια στο μπαρ. Που παραπατούν στους δρόμους και ξερνούν το κρασί τους καθώς ανεβαίνουν τα σκαλιά; Αυτοί είναι οι πρωτοπόροι του μέλλοντος, οι πρόδρομοι της Αρμονικής Πόλης, με τα βρώμικα πόδια τους, την κτηνώδη τους άγνοια, τις ζωώδεις απαιτήσεις τους, την όρεξη τους για το αλκοόλ και τα μπουρδέλα;

Χάρις ένα συγκεκριμένο υπουργό ονόματι Pomaret, από τον προηγούμενο χειμώνα οι εργάτες που εργάζονται εξήντα χρόνια στην ίδια επιχείρηση παραλαμβάνουν μετάλλιο τιμής για την εργασία.

Ναι, σωστά διαβάζετε: θα δώσουν μετάλλιο στους εργάτες που παρέμειναν για εξήντα χρόνια με το ίδιο αφεντικό.

Είναι δύσκολο να κοροϊδέψει κανείς πιο ανοιχτά αυτούς τους φτωχούς προλετάριους.

Αλλά εκείνοι δέχονται το μετάλλιο (το οποίο δε θα είναι καν από σοκολάτα). Θα είναι περήφανοι σαν παγόνια και θα πασχίσουν να κρατήσουν όρθια τα κουφάρια τους που έχουν αδειάσει, εξαντληθεί, συντριβεί από τα τόσα βάσανα, την τόσο παρατεταμένη προσπάθεια, την τόσο ανηλεή εκμετάλλευση.

Θα πάνε να φωτογραφηθούν με το μπιχλιμπίδι τους. Τόσο περήφανοι, τόσο ανόητοι όσο εκείνοι οι πατέρες δεκατεσσάρων παιδιών των οποίων τις ηλίθιες φάτσες εκδίδει συχνά η La Croix.

Ο πιο χαμερπής από τους σκλάβους είναι εκείνος που είναι χαρούμενος που είναι σκλάβος.

Οπότε παραδεχτήτε το: με πολλούς τρόπους ο σκλάβος είναι τόσο απεχθής όσο και ο αφέντης του.

Αν τρέμει από δειλία μπροστά στον ανώτερο του, παίρνει την εκδίκηση του, με έναν όχι λιγότερο δειλό τρόπο, από τον κατώτερό του.

Ο προλετάριος που τραυλίζει με δουλικότητα μπροστά στον προϊστάμενο του εργοστασίου πατσίζει το βράδυ δέρνοντας τη γυναίκα και τα παιδιά του. Τότε στέκεται όρθιος και φωνάζει. Τότε είναι πραγματικό αρσενικό!

Μέσα στο ίδιο το εργοστάσιο, αν έχει μαθητευόμενους τους χρησιμοποιεί σαν αποδιοπομπαίους τράγους. Τους τυραννάει και τους εξαντλεί μέσω της κακομεταχείρισης.

Ακριβώς όπως ο λοχίας χτυπά το φαντάρο στο στρατώνα επειδή του φώναξε ο διοικητής.

Δεν λάμπει έντονα η ανθρωπότητα;

Κάποτε λέγαμε: οι άνθρωποι. Σήμερα λέμε: οι μάζες.

Κάποτε λέγαμε: οι αντιπρόσωποί σας. Σήμερα υπάρχει η βάση και η κορυφή.

Τους αντιπροσώπους, τους γραμματείς κλπ. τους ονομάζουμε υπεύθυνους. Μήπως αυτό σημαίνει πως οι ψηφοφόροι είναι ανεύθυνοι, δηλαδή εν αγνοία;

Τι περιφρόνηση για το άτομο. Ο κομφορμισμός θριαμβεύει όλο και περισσότερο. Η ανθρώπινη προσωπικότητα παραμερίζεται. Μα τι λέω: εξαφανίζεται. Αν υπήρχε θα φαινόταν, θα αντιδρούσε, θα διαμαρτυρόταν. Είναι ικανή μόνο να βελάζει χειροκροτώντας και να ακολουθεί αδύναμα αρχηγούς που την οδηγούν στο σφαγείο. Μέσα στο τρομερό ισοπέδωμα των κοινωνικών κοπαδιών ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ γίνεται όλο και πιο σπάνιος. Και του κάνουμε τη ζωή όλο και πιο δύσκολη.

Με τα εκατομμύρια των μελών σας, τους συνδρομητές σας, δε σταθήκατε ικανοί να σώσετε την Ισπανική Επανάσταση. CGT, Κομμουνιστικά και Σοσιαλιστικά κόμματα τι προσπαθήσατε που να είχε αποτέλεσμα; Που να ήταν σοβαρό; Τα μόνο που ξέρετε είναι τα υλιστικά αιτήματα, τα μετρητά, αλλά το Ιδανικό, η υπεράσπιση ενός υψηλότερου ανιδιοτελή σκοπού; Πως θα μπορούσαν τα μέλη σας να το ξέρουν, αφού οι άθλιοι τσοπάνηδες τους, δεν τους μίλησαν ποτέ γι’ αυτό;

Το “Ο Τύραννος από τα κάτω” είναι έργο του Γάλλου αναρχοατομικιστή Andre Lorulot, και δημοσιεύτηκε στην έκδοση L’Idée Libre, το 1939.

Πηγή στα αγγλικά: The Tyrant From Below, The Anarchist Library

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

“Το να νιωθεις ζωντανος”, Emile Armand

I. Καθώς γράφω αυτές τις γραμμές, η περίοδος των εκλογών βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Οι τοίχοι είναι σοβατισμένοι με αφίσες κάθε χρώματος, στις οποίες οι άνθρωποι ισχυρίζονται πως είναι όλων των σημαιών, όλων των “αποχρώσεων” της πολιτικής άποψης. Ποιος δεν έχει το κόμμα του, το πρόγραμμά του, την επαγγελματική πίστη του; Ποιος δεν είναι είτε σοσιαλιστής, είτε ριζοσπάστης, είτε προοδευτικός, είτε φιλελεύθερος, είτε “με την αναλογία” – η νέα μόδα; Η αποκήρυξη του εαυτού είναι η μεγάλη νόσος του αιώνα. Όλοι ανήκουν σε μια ένωση, ένα σωματείο, ένα κόμμα. Όλοι μοιράζονται τις γνώμες, τις πεποιθήσεις και τον τρόπο συμπεριφοράς των άλλων. Όλοι καθοδηγούνται, οπαδοί, μαθητές, σκλάβοι μα ποτέ ο εαυτός τους.

Είναι αλήθεια ότι κάτι τέτοιο επιβαρύνει λιγότερο. Το να ανήκει κάποιος σε ένα κόμμα, το να υιοθετεί το πρόγραμμα κάποιου άλλου, το να προσαρμόζεται σε ένα συλλογικό τρόπο συμπεριφοράς σημαίνει πως αποφεύγει το να σκέφτεται, να αντανακλά και να δημιουργεί τις δικές του ιδέες. Σημαίνει το να απαλλάσσεται από το να δρα αφ’ εαυτού του. Είναι ο θρίαμβος της διάσημης θεωρίας του “λιγότερου κόπου”, για την αγάπη της οποίας τόσο ανόητα πράγματα έχουν ειπωθεί και γίνει.

Κάποιοι αυτό το αποκαλούν ζωή. Πράγματι: το μαλάκιο ζει, το ασπόνδυλο ζει, ο λογοκλόπος, ο μιμητής και ο φλύαρος όλοι ζουν. Ο αρουραίος, ο προδότης, ο συκοφάντης και ο κουτσομπόλης όλοι ζουν. Ας τους αφήσουμε λοιπόν και ας ονειρευτούμε όχι μόνο το να ζούμε αλλά και κάτι περισσότερο: ” το να νιώθουμε ζωντανοί”.

II. Το να νιώθουμε ζωντανοί δε σημαίνει μόνο το να γνωρίζουμε ότι επιτελούμε τακτικά τις λειτουργίες που συντηρούν το άτομο (και , αν θέλετε, το είδος). Ούτε το να νιώθουμε ζωντανοί σημαίνει να ζούμε τη ζωή μας μέσα σε ένα στενό πλαίσιο σύμφωνα με ένα σοφό βιβλίο γραμμένο από κάποιον συγγραφέα που δε ξέρει τίποτα για τη ζωή εκτός από τις παραισθήσεις, τις δοκιμασίες και τις εξισώσεις της. Το να νιώθεις ζωντανός σίγουρα δεν είναι το να βαδίζεις στα χαλικόστρωτα δρομάκια ενός δημόσιου κήπου, ενώ τα ιδιότροπα μονοπάτια των άγριων θάμνων σε καλούν.Το να νιώθεις ζωντανός σημαίνει να δονήσαι, να ενθουσιάζεσαι, να ανατριχιάζεις με το άρωμα των λουλουδιών, το τραγούδι των πουλιών, τον πάταγο των κυμάτων το ουρλιαχτό του ανέμου, τη σιωπή της μοναξιάς, την πυρετώδη φωνή από τα πλήθη. Το να νιώθεις ζωντανός σημαίνει να συναισθάνεσαι το λυπητερό άσμα του βοσκού όσο και την αρμονία των μεγάλων οπερών, την απαστράπτουσα επιρροή ενός ποιήματος όσο και τις απολαύσεις του έρωτα.

Το να νιώθεις ζωντανός σημαίνει να καθιστάς συναρπαστικές εκείνες τις λεπτομέρειες της ζωής που αξίζουν τον κόπο. Να κάνεις το τελευταίο ένα εφήμερο πείραμα και το πρώτο ένα πείραμα που πετυχαίνει. Και όλα αυτά χωρίς περιορισμούς, χωρίς κάποιο πρόγραμμα που να έχει επιβληθεί από πριν. Σύμφωνα με την ιδιοσυγκρασία σου, το πως αισθάνεσαι εκείνη τη στιγμή, την αντίληψη σου για τη ζωή.

III. Μπορεί κάποιος να σκεφτεί πως είναι αναρχικός και να αδρανήσει. Να καθρεφτίζει την εφημερίδα του, τον αγαπημένο του συγγραφέα, την ομάδα του. Κάποιος μπορεί να πείσει αυθεντικά και βαθιά τον εαυτό του πως είναι ένα δεύτερης ή τρίτης τάξης συμπλήρωμα ή ένας ξένος.

Όντας δεμένος στο ζυγό μιας “αναρχικής” ηθικής σημαίνει πως θα είσαι για πάντα δεμένος κάτω. Όλες οι a priori ηθικές είναι ίδιες: είτε θεοκρατική. είτε αστική, είτε κολεκτιβιστική, είτε αναρχική. Το να βρίσκεσαι “διπλωμένος” σε έναν κανόνα συμπεριφοράς που βρίσκεται σε αντίθεση με την κρίση, τη λογική και την εμπειρία σου, με αυτά που απολαμβάνεις και επιθυμείς, με πρόσχημα ότι αυτός είναι ο κανόνας που διαλέχτηκε από όλα τα άτομα της ομάδας, είναι μια πράξη ενός καλόγερου όχι ενός αναρχικού. Δεν είναι συμπεριφορά ενός αρνητή της εξουσίας το να φοβάται την απώλεια της υπόληψης του ή την αποδοκιμασία του κύκλου του. Το μόνο που μπορεί να σου ζητήσει ένας σύντροφος είναι να μην καταπατάς τη ζωή του. Δε μπορεί να πάει πιο πέρα.

VI. Ένας βασικός όρος για να “νιώθεις ζωντανός” είναι να ξέρεις να εκτιμήσεις τη ζωή. Η ηθική, οι αισθήσεις, οι κανόνες συμπεριφοράς, τα συναισθήματα, οι γνώσεις, οι ικανότητες, οι γνώμες, τα πάθη, το νόημα, το μυαλό κ.α. – τόσοι τρόποι που πας επιτρέπουν να προσεγγίσουμε τη ζωή μας. Τόσοι υπηρέτες υπό τις διαταγές του “εγώ”, ώστε αυτό να αναπτυχθεί και να εκταθεί. Κατέχοντας τις όλες, ο ενσυνείδητος ” αρνητής της εξουσίας” δεν κατέχεται από καμία. Όταν υποκύπτει είναι εξαιτίας της έλλειψης εκπαιδευμένης θέλησης. Αλλά αυτό διορθώνεται. Ο εκπαιδευμένος που βρίσκεται “πέρα από την κυριαρχία” δεν είναι δειλός. Απολαμβάνει τα πάντα, δοκιμάζει τα πάντα μέσα στα όρια της ατομικής του εκτίμησης. Γεύεται τα πάντα και τίποτα δεν του είναι απεχθές, αρκεί να διατηρεί την ηθική του ισορροπία.

Μόνο ο αναρχικός μπορεί να νιώσει τον εαυτό του ζωντανό, γιατί είναι μοναδικός μεταξύ των ανθρώπων, ο μόνος του οποίου η εκτίμηση για τη ζωή έχει την πηγή της στον εαυτό του, χωρίς την ακάθαρτη πρόσμιξη με μια εξουσία επιβεβλημένη από αλλού.

“Το να νιώθεις ζωντανός” είναι έργο του Γάλλου αναρχοατομικιστή Émile Armand και εκδόθηκε στην αναρχική έκδοση “L’Ère nouvelle 46″, στα μέσα του Απρίλη του 1910.

Πηγή στα αγγλικά: To Feel Alive, The Anarchist Library

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

“Ιεροσυλο γελιο”, Erinne Vivani

Στις χλωμές, θλιβερές ώρες του λυκόφωτος, πλέριες με κωμικά και τραγικά γεγονότα, ενώ εκδηλώνεται όλη η γελοία ασημαντότητα και το έγκλημα ανυψώνεται σε σύστημα ζωής, σε μια αθλητική άσκηση γυμναστικής και ενώ το αίμα των πολιτών, επαναστατών και μη, περιλούζει την όμορφη γη της Ιταλίας, ο αναρχοατομικισμός –μοναδικό και ακτινοβόλο βίωμα και ιστορική πραγματικότητα– λάμπει μεγαλόπρεπα και ένδοξα, πέρα από την τόση πολύ αστική και κοινωνική σαπίλα, προς την χαρά, προς την ελευθερία, προς τον ήλιο.

Το τελευταίο μπουρίνι που λυσσομάνησε ξαφνικά στις πόλεις και στα χωριά, παρέσυρε στο διάβα του ανθρώπους και πράγματα.

Ήταν προβλέψιμο και θανάσιμο.

Η θεωρία της αγάπης και της πραότητας, που διαδίδεται από όλα τα Κόμματα και τις προλεταριακές οργανώσεις, καθόλου δεν κατάφερε να αντισταθεί στην κατακλύζουσα πλημμύρα.

Οι αρχηγοί του κόμματος, αντί να εκπαιδεύουν την εργατική τάξη στην επανάσταση και στην ελευθερία, την κρατάνε πάντα μπρούμυτα και σκλαβωμένη. Έχουν στρέψει την προσοχή τους μόνο στον αριθμό των οπαδών, στις κάρτες μέλους, στις ψήφους, στην πειθαρχία κλπ, με μοναδικό τους στόχο την διαμόρφωση ενός κοπαδιού που ήταν διατεθειμένο να τους αφήσει να το αρμέξουν και να το αποπροσανατολίσουν.

Με ένα σύστημα κοινωνικο-πολιτικής εκπαίδευσης αυτού του είδους, όλοι ξέρουν το τι έγινε. Η πλειοψηφία των προλετάριων που εντάχθηκε σε ανατρεπτικά κόμματα και οργανώσεις θέλοντας και μη, πέρασε – σιγά – σιγά– στον εχθρό. Ποιά, πες μου, ήταν η αξία όλων των διαχυτικών δοξολογιών που οι σοφοί έκαναν αφειδώς στο προλεταριάτο – αυτή τη φτωχή, γεμάτη αέρα κοπανιστό, μαριονέτα – που κάποιοι πίστεψαν πως το καλεί η ιστορία να γίνει ο δικτάτορας του κόσμου;

Τώρα το προλεταριάτο έχει περάσει στο φασισμό, γιατί οι φασίστες διοικούν, αν αύριο διοικούσαν οι μαυροντυμένοι ιερείς θα ήταν διατεθειμένο να τους λατρεύει, όπως λάτρευε χτες τους πορφυροντυμένους ιερείς.

Όλα τα μέλη του ποιμνίου έχουν εξέλθει άσχημα από την τρομερή καταιγίδα, ή μάλλον εξαιρετικά άσχημα. Για ακόμα μια φορά – και δεν θα είναι η τελευταία – η δόλια πτώχευση των οργανώσεων της εργατικής τάξης έχει ανακηρυχτεί. Έχουν δείξει επίσημα ότι δεν ήταν καθόλου επαναστάτες ή ανατρεπτικοί, αλλά οργανώσεις ρεφορμιστών του κράτους, της εκκλησίας και των μαγαζατόρων.

Η αποτυχία της οργανωτικής μεθόδου, στους αγώνες για την κατάκτηση της ευημερίας και της ελευθερίας, είναι επακριβής και απόλυτα εμφανής. Παρ’ όλα αυτά, οι επαναστάτες – συμπεριλαμβανομένων πολλών ελευθεριακών κομμουνιστών – ακόμα επιμένουν να μουγκανίζουν σαν γελάδια σχετικά με την αναγκαιότητα και τη σημασία της οργάνωσης, χωρίς να προσέξουν, πως η μέθοδος τους, τους έχει αμείλικτα, ανεπανόρθωτα παρασύρει και πετάξει στην άβυσσο.

Οι ατομικιστές έχουν περιγελάσει όλες τις συμβάσεις, όλες τις αποκηρύξεις, όλο το αισχρό μάρκετινγκ, και ακόμα γελάνε με το ασεβή, ιερόσυλο, καταραμένο τους γέλιο.

Πάντα περιγελάμε τον καθένα και όλους, όλους αυτούς που παρασκευάζουν τα ρεβόλβερ, τα τουφέκια, τις ξιφολόγχες, τα πυροβόλα, τα κανόνια, τα πυρομαχικά, τις αλυσίδες, τα δεσμά, διάφορα όργανα βασανισμού των εργατών, με αυτούς που χτίζουν φυλακές και υψώνουν αγχόνες για τα αδέρφια ”τους”, με αυτούς που οργανώνονται, ή μάλλον διασυνδέονται σε λίγκες και σωματεία, πληρώνοντας αντίτιμα μέλους και παχαίνοντας τους χοίρους, καθώς παραδίδουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια τους εκλέγοντας αφεντικά και βοσκούς.

Περιγελάμε αυτούς που φωνάζουν, ”ζήτω αυτό και ζήτω το άλλο”, αυτούς που πηγαίνουν στις διαδηλώσεις έτοιμοι να εξοφλήσουν και να αφήσουν τις κοιλιές τους άδειες, αυτούς που περιμένουν τις διαταγές της κεντρικής επιτροπής του κόμματος τους πριν ξεσηκωθούν, αυτούς που ακούνε τους αρχηγούς που τους παροτρύνουν στο να δειλιάζουν όταν ξεσηκώνονται, αυτούς που περιμένουν τον ήλιο του μέλλοντος με τα χέρια σταυρωμένα και τα στομάχια άδεια, λες και θα μπορούσε να ανατείλει μόνος του από την μια στιγμή στην άλλη.

Και αυτοί οι ανατρεπτικοί, που στο όνομα της ελευθερίας, θέλουν να ρίξουν την τωρινή κυβέρνηση ώστε να μπορέσουν να την αντικαταστήσουν με μια νέα τυραννία, πως μας κάνουν να γελάμε!

Όλα τα σύμβολα και όλες οι ιεροτελεστίες, ακόμα, μας προκαλούν γέλιο. Οι λιτανείες έχουν αντικατασταθεί από τις πορείες, τα θρησκευτικά κηρύγματα με τα συλλαλητήρια στον ίδιο τόνο, ο ουράνιος θόλος με το λάβαρο. Τα πορτραίτα των κυρίαρχων αντικαθιστούν τα πορτραίτα των αγίων και της Παναγίας, και οι νέοι χριστιανοί, αντί να τραγουδάνε ιερούς ύμνους, τραγουδάνε πατριωτικούς ή ανατρεπτικούς ύμνους. Τίποτα δεν έχει αλλάξει, ούτε στην όψη ούτε στην ουσία του εδώ και είκοσι αιώνες.

Αλλά εμείς δεν κουραστήκαμε να γελάμε.

Το σατανικό μας γέλιο ξεκινά να εκρήγνυται σαν βροντή και στέλνει αστραπές όταν βρισκόμαστε μπροστά στους λάτρεις των τερατωδών θεϊκών και ανθρώπινων στοιχείων, τα οποία ονομάζουν Θεό, Θρησκεία, Κράτος, Πατρίδα, Ανθρωπότητα, Ηθική, Δίκαιο, Καθήκον, Έθιμο, Αλτρουισμό, Σοσιαλισμό, Κομμουνισμό, κτλ.

Αυτά τα θλιβερά στοιχειά, δημιουργημένα από την άγνοια, το φόβο και την σκληρότητα των ανθρώπινων όντων, ακόμα και σήμερα έχουν την ηλίθια απαίτηση να θυσιαστεί σε αυτά το ελεύθερο και δυνατό άτομο, αλλά αυτός, που αγαπάει την απεριόριστη ελευθερία και τον μεσημεριανό ήλιο, ρίχνει τα φλεγόμενα και δηλητηριώδη βέλη του ενάντια σε όλα τα καταραμένα και αχρεία είδωλα και, χτυπώντας τα, γελάει και είναι ευτυχισμένος.

Περιγελάμε όλους αυτούς που μεταμορφώνονται σε απόστολους της ανθρωπότητας και εξασκούν την τέχνη του κήρυκα, υποσχόμενοι τον επίγειο παράδεισο και την παγκόσμια αφθονία, αυτούς που θέλουν να προσδώσουν μια απλή μορφή στην ανθρώπινη κοινωνία που απαριθμεί γύρω στα δύο δισεκατομμύρια άτομα που ο καθένας και όλοι τους είναι διαφορετικοί, αυτούς που, χωρίς να είναι ικανοί να ζήσουν ελεύθερα, πλασάρονται ως σωτήρες του κόσμου, μιλώντας για το ρόδινο μέλλον ενώ ξεχνάνε την μαύρη, σκληρή πραγματικότητα του παρόντος. Τελικώς, περιγελάμε τους πνευματικά φτωχούς που πιστεύουν και ελπίζουν σε ένα ακτινοβόλο αύριο, και πιστά και υπομονετικά προσμένουν τον βασιλιά της Αγίας Ανθρωπότητας.

Πέρα από τον οργανωτικό, προφητικό, χριστιανικό, μονομανή αναρχισμό αυτών που, σαν το νεαρό μοναχό του Assisi, κηρύττουν την θεωρία της αγάπης και της πραότητας, σύμφωνα με την οποία το Εγώ μας ”Πρέπει να κερδίσει με το να χάνει και να ανυψωθεί με το να υποτάσσεται”, υπάρχει ο Αναρχισμός του ελεύθερου, παρθένου και επαναστατικού ενστίκτου των ανυπότακτων, νιχιλιστών, καινοτόμων, εικονοκλαστών, αριστοκρατών, ατομικιστών στων οποίων το περήφανο, ανίκητο και αθάνατο γένος ανήκω.

Το «Ιερόσυλο Γέλιο» είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Erinne Vivani και δημοσιεύθηκε στην αναρχική έκδοση Proletario.

Πηγή στα αγγλικά: Sacrilegious Laughter, The Anarchist Library

Μετάφραση στα ελληνικά: Φυλακισμένα μέλη της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς

Επιμέλεια: Parabellum

“Ο Εικονκλαστικος Ατομικισμος μου”, Renzo Novatore

Άφησα για πάντα μια ζωή στις πεδιάδες.

Ε. Ίψεν

 

Ακόμα και οι πιο καθαρές πηγές της Ζωής και της Σκέψης που δροσερές και χαμογελαστές αναβλύζουν μέσα από τα απόκρημνα βράχια των ψηλότερων βουνών, όταν ανακαλύπτονται από τους δημαγωγούς βοσκούς του νόθου κοπαδιού από αστούς και προλετάριους, αμέσως μετατρέπονται σε δύσοσμες μιαρές και λασπωμένες λακκούβες. Τώρα είναι η σειρά του Ατομικισμού. Από το χυδαίο απεργοσπάστη ως τον ηλίθιο και σιχαμερό αστυνομικό, από τον άθλιο πουλημένο ως τον κατάπτυστο χαφιέ, από το δειλό σκλάβο ως τον απεχθή τύραννο, όλοι μιλούν περί Ατομικισμού.

Είναι της μόδας.

Ακόμα και οι ραχιτικοί ψευτοδιανοούμενοι που που πρεσβεύουν το φθισικό φιλελεύθερο συντηρητισμό ή εκείνοι οι άρρωστοι που υποφέρουν από χρόνια δημοκρατική σύφιλη, μέχρι και οι ευνούχοι του σοσιαλισμού και οι αναιμικοί του κομμουνισμού, όλοι μιλούν και παίρνουν θέση για τους Ατομικιστές.

Αντιλαμβάνομαι ότι μη όντας ο Ατομικισμός μία σχολή και λιγότερο ένα κόμμα, δεν μπορεί να είναι μοναδικός ωστόσο είναι πιο αληθές ότι ακόμα και οι Μοναδικοί είναι ατομικιστές. Και γω σαν μοναδικός ορμάω στο πεδίο της μάχης, ξεγυμνώνω το σπαθί μου και υπερασπίζομαι τις πιο ακριβές μου ιδέες που εκφράζουν έναν ακραίο ατομικισμό, αδιαμφισβήτητα μοναδικό. Μπορεί να είμαστε σκεπτικιστές αδιάφοροι και είρωνες, αλλά όταν κάποιος είναι καταδικασμένος να ακούει συνεχώς τους σοσιαλιστές, λίγο η πολύ καταρτισμένους, να διατυμπανίζουν ξεδιάντροπα και με πλήρη άγνοια ότι δεν υπάρχει τίποτα το ασύμβατο μεταξύ της Ατομικιστικής και συλλογικής ιδέας, και προσπαθούν ηλίθια να συγκρίνουν ένα γιγάντιο βάρδο της ηρωικής ισχύος- έχοντα κυριαρχήσει πάνω στα ανθρώπινα φαντάσματα ηθικά και θεϊκά που τρέμει και καρδιοχτυπά τότε αναγαλλιάζει και απλώνεται πέρα από το καλό και το κακό της Εκκλησίας και του Κράτους, των Λαών και της Ανθρωπότητας μέσα σε παράξενες λάμψεις μιας νέας ερωτικής φωτιάς, παρερμηνευμένης όπως άλλωστε και ο λυρικός δημιουργός του Ζαρατούστρα, με κάποιον κοινό και φτωχό προφήτη του Σοσιαλισμού- τη σχολή της δειλίας. Ή ακόμα και έναν ακατανίκητο και αξεπέραστο Εικονοκλάστη όπως είναι ο Μαρξ Στίρνερ, τον θεωρούν σαν ένα οποιοδήποτε εργαλείο εκτεθειμένο στους φρενήρεις θιασωτές του κομμουνισμού, ε τότρ ναι, μπορεί να κάνει κάποιος μια ειρωνική γκριμάτσα με τα χείλη του αλλά κατόπιν πρέπει να εξεγερθεί αποφασιστικά προκειμένου να υπερασπιστεί και να επιτεθεί, εφόσον νιώθει Ατομικιστής από την αρχή ως το τέλος, δε μπορεί να ανέχεται να βρίσκεται έστω και στο ελάχιστο μπερδεμένος μέσα στους αδαείς κόλπους ενός νοσηρού βελάζοντος κοπαδιού.

Η Ιστορία, ο Υλισμός, ο Μονισμός, ο θετικισμός και όλοι οι -ισμοί αυτού του κόσμου είναι παλιές και σκουριασμένες πληγές που δε μου χρησιμεύουν πια και δε με απασχολούν. Έχω σαν αρχή τη Ζωή και σαν τέλος το Θάνατο. Θέλω να ζήσω έντονα τη Ζωή μου για να αγκαλιάσω το Θάνατό μου.

Εσείς περιμένετε την Επανάσταση! Ας είναι! Η δική μου έχει ξεκινήσει προ καιρού! Όταν θα είστε έτοιμοι- Θεέ μου τι μεγάλη αναμονή!- δε θα μου προκαλεί αποστροφή το να μοιραστώ μαζί σας ένα μέρος δρόμου.

Άλλα όταν θα σταματήσετε, εγώ θα συνεχίσω την τρελή και θριαμβευτική μου πορεία προς τη μεγαλειώδη και υπέρτατη κατάκτηση του Τίποτα!

Κάθε κοινωνία που θα φτιάξετε θα ‘χει τα όρια της και στα όρια της θα δρουν οι ηρωικοί και αναμαλλιασμένοι τυχοδιώκτες, με την παρθένα και άγρια σκέψη τους, που ξέρουν να ζούνε μονάχα, ετοιμάζοντας αδιάλειπτα νέες και τρομερές εξεγερσιακές εκρήξεις.

Εγώ θα είμαι μεταξύ αυτών!
Και μετά από μένα, όπως και πριν από μένα, θα υπάρχουν πάντα αυτοί που θα λένε στους ανθρώπους: “‘Εξεγερθείτε εσείς οι ίδιοι, όχι τόσο εναντίον των θεών σας ή των ειδώλων σας: ανακαλύψτε μέσα σας ότι υπάρχει και είναι κρυμμένο: φέρτε τα στο φως: αποκαλυφτείτε!”. Είναι η στιγμή που ο κάθε άνθρωπος ανασκαλεύοντας μέσα του, βγάζει ότι μυστηριωδώς ήταν κρυμμένο, σαν μια σκιά που κρύβει από τις ακτίνες του Ήλιου κάθε τύπο ζωντανής Κοινωνίας!

Κάθε Κοινωνία τρέμει όταν η περιφρονητική αριστοκρατία των Τυχοδιωκτών, των Μοναδικών, των Απροσπέλαστων, των Κυρίαρχων του Ιδεώδους και των κατακτητών του Τίποτα αψηφώντας τα πάντα προχωρά. Εμπρός, λοιπόν, ω Εικονοκλάστες, εμπρός!

“Ήδη ο ουρανός που είναι κυριευμένος από προαίσθημα κρύβεται και σιωπά!”

Άρκολα, Ιανουάριος 1920

Έργο του Renzo Novatore, που δημοσιεύτηκε από το Iconoclasta, στην Πιστόια, στις 15/01/1920.

Αναδημοσίευση από το βιβλίο: Renzo Novatore, Ο ιππότης του Μηδενός, Επιλεγμένα κείμενα 1917-1922, των εκδόσεων ΔΙΑΔΟΣΗ

Η δημοσίευση απ’ το μπλογκ Parabellum

“Χωρις σκοπο”, Zo d’Axa

“Για περίμενε ένα λεπτό”, λέει ο κόσμος, “ποιος είναι ο σκοπός τους;”

Και ο καλοπροαίρετος ερωτών ανασηκώνει τους ώμους, σημειώνοντας πως υπάρχουν άνθρωποι, ανυπότακτοι στις χρήσεις, στους νόμους και τις απαιτήσεις της κοινωνίας, οι οποίοι παρ’ όλα αυτά δεν παρουσιάζουν ένα πρόγραμμα.

“Για ποιο πράγμα ελπίζουν;”

Αν τουλάχιστον αυτοί οι αρνητές χωρίς πιστεύω μπορούσαν να δικαιολογηθούν ως φανατικοί. Και όχι, η πίστη δε θέλει πια να είναι τυφλή. Συζητάνε, κάνουν λάθη, ψάχνουν. Οικτρή τακτική! Αυτοί οι ακροβολιστές του κοινωνικού πολέμου, αυτοί που δεν έχουν σημαία είναι τόσο διεστραμμένοι ώστε να μην ισχυρίζονται ότι έχουν τη συνταγή για την παγκόσμια πανάκεια, τη μία και μοναδική. Ο Μανγκίν είχε πιο πολύ μυαλό…

” Και σε ρωτάω: τι θέλουν για τον εαυτό τους;”

Ας μη μιλήσουμε καν γιαυτό. Δε ψάχνουν εξουσιοδοτήσεις, θέσεις ή να εκλεγούν πουθενά. Δεν είναι υποψήφιοι. Τότε τι; Μη με κάνεις να γελάω. Αντιμετωπίζονται με περιφρόνηση, μια περιφρόνηση αναμεμιγμένη με συμπόνια.

Και εγώ υποφέρω από αυτήν την υποτίμηση.

Υπάρχουν λίγοι από εμάς που νιώθουμε πως ίσα-ίσα μπορούμε να δούμε τις αλήθειες του μέλλοντος.

Τίποτα δε μας συνδέει με το παρελθόν, άλλα το μέλλον δεν είναι ξεκάθαρο.

Και έτσι συνεχίζουμε, θεωρούμενοι ξένοι, και είναι και εδώ και εκεί, παντού είμαστε ξένοι.

Γιατί;

Επειδή δε θέλουμε να διηγηθούμε νέες κατηχήσεις και ιδιαίτερα δε θέλουμε να υποκριθούμε ότι πιστεύουμε στο αλάθητο των δογμάτων.

Θα χρειαζόταν να είμαστε αποτρόπαια αυτάρεσκοι για να δεχτούμε μία ομάδα θεωριών χωρίς επιφύλαξη. Και δεν είμαστε τόσο αυτάρεσκοι. Δεν υπήρξε καμία Αποκάλυψη. Κρατούμε τον ενθουσιασμό μας παρθένο για μία φλόγα. Θα έρθει;

Η εξουσιαστική κοινωνία μας είναι μισητή και ετοιμαζόμαστε για το πείραμα μιας ελευθεριακής κοινωνίας.

Αβέβαιοι για τα αποτελέσματά της, ανυπομονούμε για την προσπάθεια, την αλλαγή.

Αντί να τελματώνουμε σε αυτόν το γερασμένο κόσμο, όπου ο αέρας είναι βαρύς, που τα συντρίμμια καταρρέουν σαν να πρόκειται να μας θάψουν, επισπεύδουμε την τελειωτική κατεδάφιση.

Πράττοντας έτσι, επισπεύδουμε μία Αναγέννηση.

Το “Χωρίς Σκοπό” είναι κείμενο του Γάλλου αναρχοατομικιστή επαναστάτη Zo d’Axa (Alphonse Gallaud de la Pérouse) από το έργο De Mazas a Jérusalem που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1895.

Πηγή στα αγγλικά: Without a Goal, The Anarchist Library

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

“Καταραμενο τραγουδι”, Enzo Martucci

Αχ! Γιατί να μη γεννηθώ σε ένα πειρατικό πλοίο, χαμένο στον ατελείωτο ωκεανό ανάμεσα σε τραχείς, γενναίους άνδρες που επιβιβάστηκαν με μανία, τραγουδώντας το άγριο τραγούδι της καταστροφής και του θανάτου; Γιατί να μη γεννηθώ στα αχανή λιβάδια της Νότιας Αμερικής, ανάμεσα σε ελεύθερους, άγριους γκαούτσος που δαμάζουν το φλογερό κόλτ με το “λάσο” και επιτίθενται άφοβα στον τρομερό ιαγουάρο… Γιατί; Γιατί; Τα παιδιά της νύχτας, τα αδέρφια μου, ασυμβίβαστα με κάθε νόμο και έλεγχο, θα με είχαν προσεταιριστεί. Αυτοί οι άνθρωποι, πνεύματα που διψούν για την ελευθερία και το άπειρο, θα ήξεραν πως να διαβάσουν το μεγάλο βιβλίο του μυαλού μου, ένα απόλυτα υπέροχο ποίημα πόνου και σύγκρουσης, υψηλών ιδανικών και αδύνατων ονείρων. Η διανοητική μου κληρονομιά θα ήταν ο άθικτος θησαυρός τους και στην καθάρια πηγή της σατανικής υπερηφάνειας μου και της αιώνιας εξέγερσης μου, θα οχύρωναν τη δύναμη τους, την ήδη βίαια τρανταγμένη από χίλιους τυφώνες. Αντίθετα, γεννήθηκα θανάσιμα ανάμεσα σε ένα εμετικό κοπάδι σκλάβων, που σέρνεται στη, γεμάτη γλίτσα, λάσπη όπου το κυβερνών ψέμα και η υποκρισία αντικαθιστούν το φιλί της αδελφοσύνης με τη δειλία. Γεννήθηκα στην πολιτισμένη κοινωνία και ο παπάς, ο δικαστής, ο ηθικιστής και ο μπάτσος προσπάθησαν να με γονατίσουν φορώντας μου αλυσίδες και να μεταμορφώσουν, τον ξέχειλο από ενέργεια και ζωτικότητα, οργανισμό μου σε μία ασυνείδητη και αυτόματη μηχανή για την οποί η μόνη λέξη που υπήρχε ήταν: Να υπακούς. Και όταν αντιστάθηκα με βίαια ανίκητη δύναμη και φώναξα άγρια το “όχι” μου, το ηλίθιο κοπάδι, πλατσουρίζοντας στη βρωμερή γλίτσα, εκτόξευσε τις κενές προσβολές του.

Τώρα, γελάω…Το πλήθος είναι ανίκανο να καταλάβει κάποια συγκεκριμένα πνευματικά βάθη και δεν έχει αρκετά κοφτερή ματιά για να διαπεράσει τις κρυμμένες εσοχές της καρδιάς μου. Με καταριέστε, με καταριέστε ακόμα,όπως τώρα, λεκιασμένοι από τη νωθρότητα, για εξήντα αιώνες, καταναλώνετε το τελετουργικό του ψέματος. Με καταριέστε, χειροκροτώντας τους νόμους και τα είδωλά σας. Θα ρίχνω πάντα τα κόκκινα λουλούδια της περιφρόνησης μου στα μούτρα σας.

Από την κορυφή στην οποία ζω με τον αετό και το λύκο, πιστούς συντρόφους στη μοναξιά μου, ατενίζω την ανθρωπότητα, αυτήν την τραγελαφική παρωδία του ερπετού, και μου έρχεται ναυτία. Γύρω μου, η πλούσια φύση τυλίγει τα βράχια σε έναν πράσινο μανδύα από χαμόκλαδα, του οποίου άγρια ομορφιά προκαλεί στο μυαλό μια αίσθηση δύναμης και χαράς που δεν εκφράζεται με λόγια. Κάτω, στους πρόποδες το βουνού, απλώνονται γόνιμα χωράφια διάστικτα με σπιτάκια και χωριά εδώ και εκεί, όπου οι άνθρωποι τσιμεντώνουν αλυσίδες χιλιετηρίδων με άμοιρη στραβομάρα.

Και εγώ γελάω… Γελάω καθώς βλέπω τους ανθρώπους, αυτά τα μικρά τερατάκια ζαρωμένα από το χώρο, όταν δηλητηριάζονται μέσα στα εργαστήρια, όπου τα αέρια των υπονόμων ξεσκίζουν τα πνευμόνια τους…, όταν περνούν σε πομπή ψάλλοντας και σκύβουν στα είδωλα του φανατισμού και του ασυνείδητου… και όταν, σε στιγμές δειλίας, καθαγιάζουν τη σκλαβιά τους, γλείφοντας το χέρι του αφέντη που τους δέρνει με αγριότητα. Βλέπω αυτήν τη δυστυχισμένη κωμωδία ανθρώπινης υποκρισίας και μικρότητας να ξεδιπλώνεται κάτω από τα πόδια μου και μία βαθιά αίσθηση αηδίας με κατακλύζει, μία ανείπωτη σιχαμάρα φυσομανάει στην καρδιά μου… Και όμως ακόμα γελάω… Και καθώς η ηχώ του κουδουνιού, που σημαίνει το γλέντι, έρχεται από το χωριό μέσα από τη σιωπή της νύχτας, τραγουδώ το πιο αγνό τραγούδι μου στον αετό και το λύκο, τους πιστούς συντρόφους μου στη μοναξιά. Είναι το τραγούδι του πόνου και του πάθους μου…

Και το τραγούδι μου λέει:

“Ω, θεέ της καταστροφής, του τρομερού και του τερατώδους, θεέ αναδύσου από τα έγκατα του άγνωστου και έλα σε μένα από τις ανοιχτές πληγές της παλιάς γης, έλα σε μένα… έλα με τη συντριπτική, ξαφνική οργή της θύελλας· ερήμωσε, κατάστρεψε αυτόν τον εξασθενημένο και παρακμάζοντα κόσμο, που χρειάζεται ένα νέο λουτρό αίματος για να ανανεωθεί… Θα σου δανείσω το χέρι και τη σκέψη μου. Θα αγωνιστούμε μαζί όσο κάθε ναός που χτίζεται αποτελεί πειστήριο της προκατάληψης και της νωθρότητας των ανθρώπων… όσο κάθε νέος νόμος, χαραγμένος στις δέλτους της εξαπάτησης, προσπαθεί να επιβάλλει το δίκιο του στον εξεγερμένο… όσο η ζωή, καταπατημένη και καταπιεσμένη, δε μπορεί να αναδυθεί θριαμβικά στο φως της ημέρας. Τότε, όταν σύννεφα από φωτιά θα προβάλλουν προς τον ουρανό απειλητικά από τα καπνισμένα ερείπια, σατανικά, δαιμονικά, τρελά, εμείς θα τραγουδάμε τον εικονοκλαστικό μας ύμνο της άρνησης και της εξέγερσης.” Έτσι λέω! Και η φωνή μου είναι,όντως, δυνατή και μυστηριακή, όντως, πλούσια σε μίσος και συναίσθημα τόσο που ο αετός μου πέταξε ψηλά πάνω από τον ορίζοντα σαν μοχθηρή αστραπή κεραυνού… και ο λύκος μου με μάτια σαν φλόγες, αλυχτά και εφορμά στα λασπωμένα δρομάκια του χωριού σκορπώντας τρόμο και θάνατο…

Πάνω, στην κορφή μου, τόσο ψηλά και απρόσιτα, ανεμίζει το μοιραίο σύμβολο της απελευθέρωσης μου: η μαύρη σημαία.

Τώρα χορεύω στην άκρη μιας αβύσσου στον πάτο της οποίας αναδεύονται σαν φίδια τα σκοτεινά νερά του θανάτου. Χορεύω, τραγικά, με το μυαλό μου συγκεντρωμένο στην αυγή της “αληθινής” ζωής μου, της ελεύθερης και έντονης ζωής. Θέλω να κατακτήσω για τον εαυτό μου, με κόστος τη σκληρότερη σύγκρουση και τη δυσκολότερη θυσία. Γιατί ανήκω στη φυλή των ανίκητων γιγάντων, για τους οποίους ο κίνδυνος δεν αποτελεί φραγμό, αλλά ένα τσίμπημα, μία ώθηση που τους σπρώχνει να συνειδητοποιήσουν τη θέληση τους πιο έντονα. Και χορεύω, χορεύω. Οι χλωμές, αναιμικές αρετές, που κυριαρχούν σε αυτόν τον κόσμο ευνούχων και σκλάβων, προσπάθησαν να με δελεάσουν. Αλλά απάντησα στις κολακείες και τις απειλές τους με το διαβολικό γέλιο του άγριου σαρκασμού μου. Ανθρωπότητα, Κοινωνία, Κράτος, Νόμος, Ηθική… Ξέρετε ήδη την ισχύ των χτυπημάτων μου όπως ξέρω και εγώ των δικών σας… Και ωστόσο δε παύετε να μου επιτίθεστε, δε σταματάτε να διασκεδάζετε την τρελή πρόθεση να μειώσετε τον αλύγιστο χαρακτήρα μου στα δεσμά της υπακοής… Λοιπόν, ακόμα σέρνετε αυτήν τη θλιβερή, άμορφη μάζα πλαδαρών σκλάβων στο τρένο σας, ακόμα ακονίζετε τα όπλα που θα θρυμματιστούν πάνω στην άτρωτη πανοπλία μου… Σας περιμένω αποφασισμένος. Εγώ ο καταραμένος, ο εξεγερμένος… Σας περιμένω με τον αετό και το λύκο μου, πιστούς συντρόφους μου στη μοναξιά μου. Και τα αδέρφια μου σας περιμένουν επίσης, παραταγμένα για μάχη στο πλευρό μου, τα αδέρφια μου, τα ηρωικά και ανίκητα τέκνα του Κακού…

Ελάτε λοιπόν! Ο ιερόσυλος και καταστροφικός εικονοκλάστης σας πέταξε το γάντι. Και σε ένα μεθύσι ενθουσιασμού, ένα ντελίριο ενέργειας, μία έξαρση αυθάδειας θα πολεμήσει τον πόλεμο του στα ανοιχτά και στα κρυφά… Αργότερα, όταν τα δηλητηριώδη βέλη διαπεράσουν την πανοπλία και τρυπήσουν την καρδιά του, θα γλιστρήσει, χλευάζοντας, στον πάτο της σκοτεινής αβύσσου που τα απειλητικά νερά του θανάτου ρέουν σαν φίδια.

Enzo Martucci

“Το Καταραμένο Τραγούδι” είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Enzo Martucci και εκδόθηκε στο περιοδικό Proletario (τεύχος 4), στις 17 Σεπτεμβρίου του 1922.

Πηγή στα αγγλικά: The Damned Song, The Anarchist Library, 6 June 2011.

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

“Αχαλινωτη ελευθερια”, Enzo Martucci

Ο Στίρνερ και ο Νίτσε είχαν αναμφίβολα δίκιο. Δεν είναι αλήθεια ότι η ελευθερία μου τελειώνει εκεί που αρχίζει η ελευθερία των άλλων. Εκ φύσεως η ελευθερία μου τελειώνει εκεί που σταματάει η δύναμη μου. Εάν με αηδιάζει να επιτίθεμαι στους άλλους ανθρώπους ή αν ακόμα θεωρώ πως κάτι τέτοιο αντιβαίνει στα συμφέροντα μου, τότε απέχω από τη σύγκρουση. Αν όμως, ορμώμενος από κάποιο ένστικτο, κάποιο συναίσθημα ή κάποια ανάγκη, επιτεθώ στους ομοίους μου χωρίς να αντιμετωπίσω καμία ή ασθενική αντίσταση, φυσικά θα γίνω ο κυρίαρχος, ο υπεράνθρωπος. Αν αντίθετα οι άλλοι προβάλλουν σθεναρή αντίσταση και μου επιστρέφουν κάθε χτύπημα τότε θα αναγκαστώ να σταματήσω και να συμβιβαστώ. Εκτός βέβαια αν κρίνω σκόπιμο να πληρώσω για μια άμεση ικανοποίηση με τη ζωή μου.

Είναι ανώφελο να μιλάς στους ανθρώπους για την αποκήρυξη(του εαυτού), για την ηθική, για το καθήκον, για την τιμιότητα. Είναι ηλίθιο να τους εξαναγκάζεις, στο όνομα του Χριστού ή της ανθρωπότητας, να μην αλληλοφαγώνονται. Αντίθετα πρέπει να λες στον καθέναν από αυτούς: “Να είσαι δυνατός. Ατσάλωσε τη θέληση σου. Αναπλήρωσε, με κάθε μέσο, τα ελαττώματά σου. Διατήρησε την ελευθερία σου. Να υπεραμύνεσαι αυτής ενάντια σε όποιον θέλει να σε καταπιέσει.”

Και αν κάθε άνθρωπος ακολουθούσε αυτήν τη συμβουλή, η τυραννία θα γινόταν αδύνατη. Θα αντισταθώ ακόμα και σε αυτόν που είναι δυνατότερος από εμένα. Και αν δε μπορώ μόνος μου, θα προσφύγω στους φίλους μου. Αν υστερώ σε δύναμη, θα την αντικαταστήσω με πανουργία. Και η ισορροπία θα ερχόταν αυθόρμητα από αυτήν την αντίθεση.

Στην πραγματικότητα, η μόνη αιτία της κοινωνικής ανισότητας είναι αυτή ακριβώς η αγελαία νοοτροπία που κρατάει τους σκλάβους γονατισμένους και παραιτημένους κάτω από το μαστίγιο του αφέντη.

“Η ανθρώπινη ζωή είναι ιερή. Δε μπορώ να την καταστέλλω ούτε σε μένα ούτε στους άλλους. Έτσι λοιπόν πρέπει να σεβαστό τη ζωή του εχθρού μου, που με καταπιέζει και μου προκαλεί φρικτό και συνεχόμενο πόνο. Δε μπορώ να αφαιρέσω τη ζωή του φτωχού αδερφού μου, που υποφέρει από μία ανίατη ασθένεια που τον βασανίζει, για να τελειώσω το μαρτύριο του. Δε μπορώ να ελευθερώσω ούτε καν τον εαυτό μου, αυτοκτονώντας, από μια ζωή που την αισθάνομαι σαν βάρος.”

Γιατί;

“Επειδή, λένε οι χριστιανοί, η ζωή δεν είναι δικιά μας. Μας δόθηκε από το θεό και μόνο εκείνος μπορεί να την πάρει.”

Εντάξει. Αλλά όταν ο θεός μας δίνει τη ζωή, γίνεται δικιά μας. Όπως έχει σημειώσει ο Θωμάς ο Ακινάτης, η σκέψη του θεού προσδίδει σε αυτό καθεαυτό, αντικειμενική πραγματικότητα, σε αυτόν που σκέφτεται. Επομένως όταν ο θεός σκέφτεται να δώσει ζωή στον άνθρωπο και με τη σκέψη του αυτή του τη δίνει, αυτή η ζωή μετατρέπεται σε ανθρώπινη δηλαδή αποκλειστικά δική μας περιουσία. Επομένως μπορούμε να την αφαιρούμε ο ένας από τον άλλον ή μπορεί κάποιος να την καταστρέψει μέσα του.

Ο Emile Armand απελευθερώνει το άτομο από το κράτος αλλά το υποτάσσει πιο αυστηρά στην κοινωνία. Στην πραγματικότητα, για αυτόν, δε μπορώ να ακυρώσω το κοινωνικό συμβόλαιο όποτε θέλω αλλά θα πρέπει να πάρω τη συγκατάθεση των συνεργατών μου για να απελευθερωθώ από τους δεσμούς της συμφωνίας. Αν οι άλλοι δε μου δώσουν αυτήν τη συγκατάθεση, θα πρέπει να παραμείνω μαζί τους ακόμα και αν αυτό με βλάπτει ή με προσβάλλει. Ή ακόμα, εάν σπάσω μονομερώς τη συμφωνία θα βρεθώ εκτεθειμένος στα αντίμετρα και την εκδίκηση των πρώην συντρόφων μου. Πιο κοινωνιστής από αυτό πεθαίνεις. Όμως αυτός ο κοινωνισμός είναι εκείνος του σπαρτιατικού στρατώνα. Τι! Δεν είμαι ο κύριος του εαυτού μου; Απλά επειδή χθες, κάτω από την επιρροή συγκεκριμένων συναισθημάτων και συγκεκριμένων αναγκών, ήθελα να συσχετιστώ έτσι, σήμερα που έχω άλλα συναισθήματα και άλλες ανάγκες και θέλω να βγω από αυτόν το συσχετισμό, δε μπορώ πλέον να το κάνω. Επομένως πρέπει να μείνω αλυσοδεμένος στις χθεσινές μου επιθυμίες. Επειδή χθες επιθυμούσα έτσι, σήμερα δε μπορώ να επιθυμώ αλλιώς. Αλλά έτσι είμαι ένας σκλάβος, στερούμενος τον αυθορμητισμό και εξαρτώμενος από τη συναίνεση των υπολοίπων.

Σύμφωνα με τον Armand, δε μπορώ να διαλύσω τις σχέσεις γιατί θα έπρεπε να με νοιάζουν η θλίψη και η ζημιά που θα προκαλέσω στους άλλους αν τους στερήσω την παρουσία μου. Όμως οι άλλοι δε νοιάζονται για τη θλίψη και τη ζημιά που μου προκαλούν αναγκάζοντάς με να παραμείνω στη συντροφιά τους όταν εγώ θέλω να φύγω. Επομένως, λείπει η αμοιβαιότητα. Και αν θέλω να αποχωρήσω από την ένωση θα το κάνω όταν αποφασίσω εγώ, ιδιαίτερα εάν όταν έμπαινα στην ένωση, είχα επικοινωνήσει στους συντρόφους μου ότι διατηρώ το δικαίωμα να σπάσω τη συμφωνία όποτε θέλω. Κάνοντας αυτό, δε μπορεί να αρνηθεί κανείς, ότι κάποιες κοινωνίες ίσως έχουν μεγάλη διάρκεια. Είναι όμως ένα συναίσθημα ή ένα συμφέρον αισθανόμενο από όλους που διατηρεί αυτήν την ένωση. Όχι μία ηθική επιταγή όπως θα ήθελε ο Armand.

Από τους χριστιανούς μέχρι τους αναρχικούς, όλοι η ηθικιστές επιμένουν ότι πρέπει να κάνουμε ένα διαχωρισμό μεταξύ της ελευθερίας, που βασίζεται στην υπευθυνότητα και της άδειας που βασίζεται στο καπρίτσιο και το ένστικτο. Τώρα είναι καλό να το εξηγήσουμε. Η ελευθερία, που σε όλες της τις εκδηλώσεις είναι ελεγχόμενη, χαλιναγωγημένη και καθοδηγούμενη από τη λογική, δεν είναι ελευθερία. Γιατί της λείπει ο αυθορμητισμός. Άρα της λείπει η ζωή.

Ποιος είναι ο στόχος μου; Να καταστρέψω την εξουσία, να καταργήσω το κράτος και να εγκαθιδρύσω την ελευθερία για τον καθένα να ζει σύμφωνα με τη φύση του όπως αυτός θεωρεί και επιθυμεί. Σας τρομάζει αυτός ο στόχος, καλοί μου κύριοι; Λοιπόν, δε μπορώ να κάνω κάτι. Όπως ο Renzo Novatore και εγώ είμαι πέρα από το τόξο.

Όταν κανένας δε με διατάζει, κάνω ότι επιθυμώ. Εγκαταλείπω τον εαυτό μου στον αυθορμητισμό ή του αντιστέκομαι. Ακολουθώ τα ένστικτά μου τα χαλιναγωγώ με τη λογική, σε διάφορες στιγμές, ανάλογα με το ποιο είναι δυνατότερο μέσα μου.

Εν συντομία, η ζωή μου είναι ποικιλόμορφη και έντονη ακριβώς επειδή δε βασίζομαι σε καμία αρχή.

Αντίθετα οι ηθικιστές όλων των τάσεων υποστηρίζουν το αντίθετο. Απαιτούν να είναι η ζωή συμμορφωμένη σε μία και μοναδική νόρμα συμπεριφοράς που την κάνει μονότονη και άχρωμη. Θέλουν οι άνθρωποι να κάνουν πάντα συγκεκριμένες πράξεις και να απέχουν από τις υπόλοιπες.

“Πρέπει σε κάθε περίπτωση να αγαπάς, να συγχωρείς, να απαρνιέσαι τα γήινα αγαθά και να είσαι ταπεινός. Αλλιώς θα είσαι καταραμένος.” Έτσι λένε τα Ευαγγέλια.

“Πρέπει σε κάθε στιγμή να νικάς τον εγωισμό και να είσαι ανιδιοτελής. Αλλιώς θα παραμείνεις στον παραλογισμό και στη θλίψη” σημειώνει ο Καντ.

“Πρέπει πάντα να αντιστέκεσαι στα ένστικτα και τις ορέξεις σου, να δείχνεις ισορροπημένος γεμάτος περίσκεψη και σοφός σε κάθε περίσταση. Αν δεν το κάνεις, θα σε μαρκάρουμε με το σημάδι της αρχέγονης ατιμία και σου φερόμαστε σαν τύραννο”, ετυμηγορεί ο Armand.

Εν συντομία, όλοι θέλουν να επιβάλλουν τον κανόνα που ακρωτηριάζει τη ζωή και μετατρέπει τους ανθρώπους σε ισότιμες μαριονέτες που διαρκώς σκέφτονται και πράττουν με τον ίδιο τρόπο. Και αυτό συμβαίνει επειδή περιβαλλόμαστε από παπάδες: παπάδες της εκκλησίας και παπάδες που αντιτίθενται σε αυτήν, πιστούς και άθεους Ταρτούφους. Και όλοι θέλουν να μας κατηχήσουν, να μας οδηγήσουν, να μας ελέγξουν, να μας χαλιναγωγήσουν προσφέροντάς μας μία προοπτική γήινων και υπερφυσικών τιμωριών και ανταμοιβών. Αλλά ήρθε η ώρα για τον ελεύθερο άνθρωπο να αντισταθεί: αυτόν που ξέρει πως να κινηθεί ενάντια σε όλους τους παπάδες και τις παπαδοσύνες, πέρα από τους νόμους και τις θρησκείες, τους κανόνες και την ηθική. Και αυτόν που ξέρει να πάει πέρα και από αυτό. Ακόμα πιο πέρα.

Η “Αχαλίνωτη Ελευθερία” είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Enzo Martucci.

Πηγή στα αγγλικά: Unbridled Freedom, The Anarchist Library, 6 June 2011

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

“Ηρωικη Ανοιξη”, Enzo Martucci

Στους νομάδες, τους αλήτες, τους εξεγερμένους

Που είναι ο άνθρωπος, αδέρφια μου, που είναι ο άνθρωπος που αναζητώ;

Που είναι ο γενναίος και ριψοκίνδυνος εξεγερμένος, που είναι ο ηρωικός πολεμιστής, γεμάτος με το όνειρο της ελευθερίας ή του μεγαλείου όπως οι Αργοναύτες, εκείνος που με όρεξη παιχνιδιού αντιμετωπίζει την τιτάνια μάχη ενάντια στο σύμπαν, για την κατάκτηση μιας υψηλότερης, πιο όμορφης ζωής; Που είναι η δύναμη, το κουράγιο και το ρίσκο που η παγανιστική μου καρδιά αναρχικά αγαπάει; Που είναι;…

Ω! Είναι μάταιο να χολοσκάω ψάχνοντας… Στη σημερινή αστική, βιομηχανική κοινωνία υπάρχουν μόνο ο πάτος και οι δειλοί… Υπάρχουν μόνο δουλικοί σκλάβοι…

Ο ήρωας ανήκει σε μια παλιά εποχή, στη λαμπρότητα των μεγαλόπρεπων επών και της ελεύθερης, περιπετειώδους ενέργειας του πολεμιστή… Ίσως να ανήκει στη μελλοντική Αναρχία, όπου το άτομο δε θα είναι πλέον κάτω από το ζυγό του νόμου και θα δώσει νέα πνοή στις θρασείς πράξεις του παρελθόντος, για τον απόλυτο θρίαμβο του εαυτού του…

Αλλά τώρα; Τώρα υπάρχει μόνο η αποκτηνωμένη πλέμπα, παραιτημένη στη μοίρα της και οι μικρόνοοι, αξιολύπητοι μικροαστοί παραφουσκωμένοι από έπαρση και διαποτισμένοι από χυδαιότητα… Δουλοπρεπή υποκείμενα και δεσποτικοί αφέντες πλατσουρίζουν στη βρωμιά, που καλύπτει τον κόσμο σαν θλιβερό πέπλο, σαν τα σκουλήκια στη λάσπη. Αλλά κάτω από τα κουρέλια του ενός και τα πολυτελή ρούχα του άλλου χτυπάει μια καρδιά κότας. Και οι δύο είναι αδύναμοι, αποχαυνωμένοι… Έτσι λοιπόν, το προλεταριάτο δε μπορεί να χειραφετηθεί , καθώς ο τύραννος δε κυριαρχεί λόγω της δικιάς του δύναμης άλλα λόγω της απάθειας και της αποποίησης του λαού…

Σήμερα υπάρχουν μόνο σκουπίδια, λάσπη, κοπριά…

Οι πειρατές έχουν εξαφανιστεί από τους Ωκεανούς, οι ληστές έχουν εξαφανιστεί από τα δάση. Τα ρωμαλέα ένστικτα και τα δραστήρια συναισθήματα της ανθρωπότητας είναι μονάχα μακρινές αναμνήσεις…

Ο ήρωας είναι νεκρός…

Καταπράσινες οάσεις στη θλιβερή έρημο της ανθρώπινης σήψης, ανθισμένα τριαντάφυλλα καταμεσής της αποπνικτικής δυσωδίας του υπονόμου, εμείς, οι νομάδες, οι αλήτες, οι εξεγερμένοι, θα παράγουμε το θεϊκό θαύμα. Εμείς, εμείς θα αναστήσουμε τον Ήρωα. Εξοστρακισμένοι από την κοινωνία και το επιλήσμον πλήθος, διατηρούμε στον ευωδιαστό κήπο της καρδιάς μας ένα ευγενικό αηδόνι που τραγουδά μελωδικά τραγούδια νοσταλγίας και θλίψης.

Εμπνεόμενοι από τον αγώνα και το σκληρό κίνδυνο, φιλοξενούμε στα δαιδαλώδη μυαλά μας έναν κόκκινο δαίμονα, έτοιμο να αγριέψει με ακατανίκητη δύναμη.

Και όταν το αηδόνι κελαηδά, ο δαίμονας πηδά στο αιματοβαμμένο πεδίο της μάχης, που οι Μαινάδες χορεύουν το μακάβριο χορό της καταστροφής και το βαλς του θανάτου.

Είμαστε οι ποιητές της άρνησης και της εξέγερσης, οι τραγουδιστές και οι συγγραφείς της πιο υψηλής τρέλας.

Στους πύρινους κρατήρες των εσωτερικών μας ηφαιστείων. των φτιαγμένων από τη λάβα του συναισθήματος και τη φωτιά του πάθους, θρέψαμε τη δίψα μας για ζωή. Και στην κοινωνία που θέλει να μας επιβάλλει τους νόμους και την ηθική της θα απαντήσουμε σθεναρά “Όχι”, όσο όλοι οι άλλοι θα απαντούν με δειλία “Ναι”.

Τώρα είμαστε στο έλεος της μάχης. Της αποφασιστικής, θανάσιμης μάχης… Με το χαμόγελο στα χείλη, πηδήξαμε στην άβυσσο της απόλυτης περιπέτειας, στον πάτο της οποίας μας περιμένουν η νύμφη και η άρπυια. Ή το μεθυστικό αίσθημα του θριάμβου και της απελευθέρωσης από κάθε αλυσίδα ή το ένδοξο τέλος στη δίνη του πολέμου.

Περήφανοι και υπερόπτες, παίξαμε γενναία το τελευταίο μας χαρτί και έτσι είναι απαραίτητο για μας να εντείνουμε την προσπάθεια και να αυξήσουμε την ενέργεια μας εκατό φορές για να κατακτήσουμε τη νίκη.

Έχουμε ήδη υπάρξει γενναίοι πολεμιστές. Τώρα πρέπει να γίνουμε ήρωες. Είναι αναγκαίο, αναπόφευκτο.

Για τη καλή έκβαση του σκοπού μας, την ανύψωση του ατόμου μας…

Και προς την Αναρχία -μήτρα ελευθερίας, πηγή χαράς, θησαυροφυλάκιο δύναμης- εμείς, τα παιδιά της Περηφάνιας και της αιώνιας Εξέγερσης, θα προχωρήσουμε μπροστά με μεγαλύτερη ενέργεια και δύναμη, προς την Αναρχία που δεν είναι το όνειρο των θρησκόληπτων ούτε ο στόχος των αδύναμων αλλά το μέσο με το οποίο οι ατρόμητοι και απελπισμένοι εικονοκλάστες καταφέρνουν να ξεφορτωθούν και τη σκληρότερη αλυσίδα.

Εμείς όλοι θα προελαύνουμε, ενώ το μπλε ποτάμι του θάρρους θα ξεχειλίζει από τα βάθη και ο μανιασμένος αέρας της Αναίδειας θα μας σπρώχνει με άγρια ορμή στο αποκορύφωμα της μάχης.

Και θα ρίξουμε τα βέλη μας, τα ακονισμένα στο μίσος, ενάντια στα φρούρια του νόμου και της Κοινωνίας… Και θα αγκαλιάσουμε την ελευθερία πάνω στους βεβηλωμένους βωμούς του Χριστού… Οι Υποκριτές και οι δειλοί θα μας φοβηθούν, ο όχλος θα κραυγάσει για τα κεφάλια μας χωρίς σκέψη. Αλλά τι σημαίνουν για εμάς οι κατάρες των ανόητων;

Είμαστε οι αριστοκράτες της σκέψεις και της δράσης, μοναχικοί κάτοικοι των ψηλότερων κορφών και τα σάλια των ερπετών δε θα μπορούσαν ποτέ να μας ενδιαφέρουν…

Η Ηρωική Άνοιξη είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή Enzo Martucci και εκδόθηκε στο αναρχικό περιοδικό Proletario (τεύχος 5) στις 12 Δεκεμβρίου του 1922.

Πηγή στα αγγλικά: Heroic Spring (Enzo Martucci), The Anarchist Library, June 2011

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

“Μαυρες Παντιερες”, Renzo Novatore

I.

Μαύρα λάβαρα στον άνεμο
βαμμένα με αίμα και ήλιο.
Μαύρα λάβαρα στον ήλιο
ουρλιαχτό δόξας στον άνεμο!

Χρειάζεται να επιστρέψουμε στις ρίζες. Να πιούμε νερό απ’ τις αρχαίες πηγές!…

Χρειάζεται να επιστρέψουμε στον ηρωικό αναρχισμό, στο ατομικό, βίαιο, αλόγιστο, ποιητικό, αποκεντρωτικό θράσος…

Και χρειάζεται να επιστρέψουμε με κάθε κομμάτι του σύγχρονού μας ενστίκτου, κάθε κομμάτι της νέας μας αντίληψης για τη ζωή και την ομορφιά, κάθε κομμάτι του υγιούς και συνειδητού πεσιμισμού μας, που δεν είναι παραίτηση ή αδυναμία αλλά ανθισμένο λουλούδι της πληθωρικής ζωής. Είμαστε οι αληθινοί μηδενιστές της πραγματικότητας και οι πνευματικοί κατασκευαστές των ιδεατών κόσμων.

Είμαστε καταστροφικοί φιλόσοφοι και δημιουργικοί ποιητές.

Περπατάμε μες στη νύχτα
μ’ έναν ήλιο στο τσερβέλο·
και με πυρωμένα μάτια
δύο πελώρια χρυσά αστέρια.

Περπατάμε…

II.

Κάμποσα χρόνια πριν, όλοι οι βασιλείς της γης κι όλοι οι τύραννοι του κόσμου διέσχισαν το κατώφλι του χρόνου και (γυρνώντας την πλάτη στην αυγή) κάλεσαν (διά βοής) τα φαντάσματα του παρελθόντος: του πιο ζοφερού παρελθόντος!

Οι φωνές των τυράννων και των βασιλέων ενώθηκαν ακόμα και με τις βραχνές φωνές όλων των μεγάλων σπαγκοραμμένων του πνεύματος, της τέχνης, της σκέψης και της ιδέας! Κι απ’ τις φωνές των τυράννων, των βασιλιάδων και των σπαγκοραμμένων, φαντάσματα και πνεύματα σηκώθηκαν απ’ τους τάφους τους κι ήρθαν να χορέψουνε ανάμεσά μας…

Το «κράτος», η «φυλή», η «πατρίδα» γίναν τα μακάβρια σύννεφα που ’καναν έφοδο στους ουρανούς, απειλητικά φαντάσματα που κρύψανε τον ήλιο· που μας πετάξαν πίσω στη σκοτεινή νύχτα των μακρινών μεσαιωνικών καιρών…

III.

Θάνατος!
Ποιος θυμάται τον μακάβριο χορό του οδυνηρού και τερατώδους θεού του πολέμου;
Ποιος θυμάται ακόμα τον πόλεμο;
Πολύς καιρός έχει περάσει μεταξύ του χθες και του σήμερα, αλλά πάνω σ’ αυτή την άτυχη μα ακόμα ευγενή γη, γονιμοποιημένη από υπολείμματα πρησμένων πτωμάτων και άγονου αίματος, κανένα τέλειο, παρθένο λουλούδι, δημιουργημένο από την πνευματικότητα και την αγνότητα, δεν φυτρώνει σήμερα.
Όχι, τα λουλούδια που γεννιούνται τώρα απ’ το ξηρό έδαφος, τόσο μάταια ποτισμένα στο αίμα, δεν είναι τα λουλούδια της ακμάζουσας ζωής, ικανά για τη μεγάλη ελπίδα, για τον γενναίο αγώνα, της σθεναρής σκέψης˙ είναι μάλλον λουλούδια του θανάτου, γεννημένα στη σκιά, που αναπτύσσονται με το μαρτύριο του υποσυνείδητου, παρασυρόμενα στη θύελλα, μεταφέρονται μαζί με την κίνηση του ποταμού της λησμονιάς…

Δεν είμαι συναισθηματικός… αλλά έχω την φρικτή μνήμη του πολέμου.
Ακόμα και το πνεύμα του μεγάλου Ζαρατούστρα (που ήταν ο αληθινότερος εραστής του πολέμου και ο πιο ειλικρινής φίλος του πολεμιστή) πρέπει να έχει αρρωστήσει τρομερά απ’ αυτόν τον πόλεμο…
Πρέπει να ήταν φοβερά άρρωστος, γιατί τον άκουσα να κραυγάζει: «Πρέπει να αναζητήσετε τον δικό σας εχθρό, πολεμήστε για το δικό σας πόλεμο, και για τις δικές σας ιδέες!»
Κι αν η ιδέα σας ενδίδει, η εντιμότητά σας κραυγάζει για τη νίκη.
Αλλά φευ! το ηρωικό κήρυγμα του μεγάλου απελευθερωτή έπεσε στο κενό!
Το ανθρώπινο κοπάδι δεν ήξερε πως να διακρίνει τον εχθρό του ή να παλέψει για τον πόλεμο των δικών του ιδεών. (Το κοπάδι δεν είχε κανένα δικό του ιδεώδες!)
Και μη ξέροντας τα δικά του ιδεώδη που θα μπορούσαν να θριαμβεύσουν, ο Άβελ πέθανε στα χέρια του Κάιν για ακόμη μια φορά.
Μη γνωρίζοντας πως να πει Ναι ή Όχι! Προχωρά σαν δειλός, σαν ρομπότ (1), όπως πάντα.
Αν είχε τουλάχιστον την ικανότητα να πει το Ναι της ενθουσιώδους υποταγής (αφού δεν είχε την ηρωική δύναμη να πει το τιτάνιο Όχι της τραγικής άρνησης) θα μπορούσε να αποδείξει τελικά ότι πίστευε στην «υπόθεση» για την οποία πέθανε, πολεμώντας…
αλλά δεν ήξερε πως να πει ναι ή όχι!
Πήγε!
Σαν δειλός, όπως πάντα!
Έτσι…
Και ξεκίνησε να πάει προς το θάνατο.
Πήγε προς το θάνατο του χωρίς να ξέρει γιατί.
Όπως πάντα!
Κι ο θάνατος δεν περίμενε…
Ήρθε!…
Ήρθε και χόρεψε.
Χόρεψε και γέλασε!
Για πέντε ολόκληρα χρόνια…
Γελούσε και χόρευε πάνω απ’ τα λασπωμένα ορύγματα όλων των πατρίδων του κόσμου.
Ένας μακάβριος χορός!
Ω, τι ηλίθιος και μακάβριος (πόσο θηριώδης και ωμός) είναι αυτός ο θάνατος που χορεύει χωρίς να κουβάλα τα φτερά κάποιου ιδεώδους.
Χωρίς μια βίαια ιδέα που υπονομεύει και καταστρέφει.
Χωρίς μια γόνιμη ιδέα που παράγει και δημιουργεί.
Τι ηλίθιο και φρικτό πράγμα είναι να πεθαίνουν σαν δειλοί, χωρίς να ξέρουν το γιατί.
Τον είδαμε (όπως χόρευε) ο Θάνατος.
Ήταν ο μαύρος Θάνατος, αδιάφανης, χωρίς καμιά ευκρίνεια φωτός.
Ήταν ένας Θάνατος χωρίς φτερά!…
Πόσο άσχημος και χυδαίος ήταν.
Πόσο άχαρος ήταν ο χορός του!
Και πως τους θέριζε (χορεύοντας) όλους τους περίσσιους, όλους εκείνους που περίσσευαν!
Εκείνους για τους οποίους (ο μεγάλος απελευθερωτής λέει πως) το κράτος εφευρέθηκε.
Αλλά, δυστυχώς, δεν θέρισε μόνο αυτούς…
Ναι! Ο Θάνατος (για να εκδικηθεί το Κράτος) θέρισε αυτούς που δεν ήταν άχρηστοι. Αυτούς που ήταν αναγκαίοι…
Θέρισε ακόμα αυτούς των οποίων η ζωή ήταν ένα βαθυστόχαστο ποίημα που η υποσυνείδητη του θλίψη τραγούδησε ένα εύθυμο ρεφρέν…
Αλλά αυτοί οι οποίοι δεν περίσσεψαν, αυτοί που δεν ήταν περίσσιοι, αυτοί που πέφτοντας κραυγάζουν το επαναστατικό και ισχυρά τιτάνιο Όχι! αυτοί θα εκδικηθούν.
Θα εκδικηθούμε γι’ αυτούς!
Θα εκδικηθούμε γι’ αυτούς γιατί ήταν τα αδέρφια μας˙ γιατί πέθαναν με τα άστρα μες στα μάτια τους˙ γιατί όπως πεθαίναν, έπιναν τον ήλιο.
Τον ήλιο του Ονείρου.
Τον ήλιο της Μάχης.
Τον ήλιο της Ζωής.
Τον ήλιο της Ιδέας!

IV

Ο πόλεμος!…
Τι ανανέωσε ο πόλεμος;
Που είναι η ηρωική μεταμόρφωση του πνεύματος;
Πότε ορθώθηκαν οι λαμπερές πινακίδες των νέων ανθρώπινων αξιών;
Σε ποιο ιερό ναό έχουν τον θαυματουργό χρυσό αμφορέα, που περιέχει τις φλεγόμενες καρδιές των δημιουργικών ιδιοφυϊών και των επιβλητικών ηρώων, που οι παράφρονες υποστηρικτές του μεγάλου πολέμου υποσχεθήκαν;
Που λάμπει ο μεγαλοπρεπής ήλιος του νέου μεγάλου μεσημεριού;
Τρομερά ποτάμια αίματος ποτίσαν τη χλόη όλου του κόσμου και προχωρήσαν ουρλιάζοντας σε όλους τους δρόμους της γης.
Τρομαχτικοί χείμαρροι δακρύων έγιναν η σπαρακτική, αγωνιώδης ηχώς του θρήνου τους που αντηχεί μέσα απ’ τις πιο απομονωμένες, τις σκοτεινότερες δίνες όλων των ηπείρων του κόσμου.
Βουνά ανθρώπινων οστών και δέρματος σαπισμένα παντού μες στη λάσπη, και κλάματα σ’ όλο το φως του ήλιου.
Αλλά τίποτα δεν άλλαξε: δεν ωφέλησε σε τίποτα!
Ο ιός που μαστίζει τις κοιλιές των αστών απλά εξαπλώνεται από κορεσμό˙ και η κοιλιά των προλετάριων παραπονιέται απ’ την πολλή πείνα!
Και αρκετά!
Αν με το Χριστό και τον χριστιανισμό, το ανθρώπινο πνεύμα καταστέλλεται μέσα στο κρύο και άδειο διάστημα της μετά θάνατον ζωής, με τον Καρλ Μαρξ και το σοσιαλισμό, ξεπέφτει απλά στο έντερο…
Ο βρυχηθμός που ακούστηκε σε όλο τον κόσμο μετά τον πόλεμο, συγκλονίζοντας την ανθρωπότητα, δεν ήταν παρά ο ήχος των στομαχιών που ο σοσιαλισμός πρόδωσε, εξάλειψε, κατέπνιξε και κρέμασε μόλις αντιλήφθηκε ότι αυτός ο βρυχηθμός άρχιζε να παίρνει ένα κομμάτι απ’ το χρώμα του περιεχομένου της ιδέας…
Αυτή η ανώτατη, ανώνυμη δειλία χρησιμοποίησε την πιο μαύρη, την πιο γυμνή, την πιο άθλια αντίδραση που γεννήθηκε και μεγάλωσε δραματικά.
Ήταν λογική-φυσική-θανατηφόρα!
Ήταν ανθρώπινη…

V

Η εποχή μας (παρά την κενότητα και σε αντίθεση με τα φαινόμενα) βρίσκεται ήδη στα τέσσερα κάτω από τους βαρείς τροχούς της νέας Ιστορίας.
Η απαίσια ηθική του μπάσταρδου χριστιανικού-φιλελεύθερου-αστικού-πληβειακού πολιτισμού μας, στρέφεται προς το ηλιοβασίλεμα.
Η ψευδής κοινωνική μας οργάνωση καταρρέει μοιραία˙ αδυσώπητα!
Το φασιστικό φαινόμενο είναι η πιο σίγουρη, αναμφισβήτητη απόδειξη γι’ αυτό.
Στην Ιταλία όπως παντού…
Για να το αντιληφθείτε δεν χρειάζεται να γυρίσετε πίσω στο χρόνο και να ρωτήσετε την Ιστορία. Αλλά αυτό δεν είναι αναγκαίο! Το παρόν μιλάει αρκετά εύγλωττα…
Ο φασισμός δεν είναι τίποτα παραπάνω παρά η κτηνωδία, ο σπασμός μιας κοινωνίας που πνίγηκε τραγικά στο τέλμα των ψεμάτων της.
Επειδή (ο φασισμός) πραγματικά γιορτάζει διονυσιακά με φλεγόμενες πυρές και μοχθηρά όργια αίματος˙ αλλά το σκοτεινό τρίξιμο της αναψοκοκκινισμένης φωτιάς του δεν εκπέμπει ούτε μια σπίθα ζωντανής πνευματικής καινοτομίας˙ ενώ το αίμα που χύνεται μεταμορφώνεται σε κρασί, που εμείς (οι προάγγελοι του χρόνου) σιωπηλά συλλέγουμε στα κόκκινα κύπελλα του μίσους που προορίζεται να γίνει το ηρωικό ποτό για να κοινωνήσουν τα χλωμά παιδιά της νύχτας και της θλίψης στη μοιραία επικοινωνία της μεγάλης εξέγερσης.
Θα πάρουμε απ’ το χέρι αυτά τα αδέρφια μας για να πορευτούμε μαζί και να αναρριχηθούμε μαζί προς νέες πνευματικές αυγές, προς τις νέες αυγές της ζωής, προς τις νέες κατακτήσεις της σκέψης, προς τις νέες γιορτές φωτός˙ νέα ηλιόλουστα μεσημέρια.
Γιατί είμαστε εραστές του απελευθερωτικού αγώνα.
Γιατί είμαστε τα παιδιά της θλίψης που αυξάνεται και της δημιουργικής σκέψης.
Είμαστε ανήσυχοι αλήτες.
Οι τολμηρότεροι σε κάθε εγχείρημα˙ οι προβοκάτορες κάθε δοκιμασίας.
Και η ζωή μια «δοκιμασία» είναι! Ένα βάσανο! Μια τραγική μάχη. Μια φευγαλέα στιγμή!

VI

Η θέλησή μας ηρωική!
Όλα θα γίνουν ένα κύμα μίσους στην καρδιά του κόσμου και θα μετατραπούν όλα σε μια καταιγίδα της αβύσσου.
Σ’ ένα τυφώνα των κορυφών.
Σε κραυγές των ψυχών.
Σε ουρλιαχτά λευτεριάς!
Γιορτάζοντας τον κοινωνικό επικήδειο, θα προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε την ζωή του ατόμου: του λεύτερου και μεγάλου Εγώ.
Για να μη θριαμβεύει πλέον το σκοτάδι.
Για να μη μας τυλίγουν οι σκιές πια.
Για να γίνει η αστείρευτη φωτιά του ήλιου αιώνια και να διαιωνίζει τη γιορτή του φωτός πάνω σε στεριά και θάλασσα!
Γιατί ‘μαστε φλογισμένοι ονειροπόλοι του αδύνατου: οι επικίνδυνοι κατακτητές των άστρων!

VII

Ο φασισμός (παρά την κενότητα και σε αντίθεση με τα φαινόμενα) είναι κάτι πολύ εφήμερο και ανήμπορος να αποτρέψει την ελεύθερη, αχαλίνωτη πορεία της επαναστατικής σκέψης η οποία ξεχειλίζει και εξαπλώνεται ορμητικά πάνω από κάθε φράγμα και μαίνεται αχαλίνωτα πέρα από κάθε όριο (ως ισχυρή και ζωογόνος δύναμη) πίσω απ’ τα γιγάντια βήματα της σθεναρής και τιτάνιας δράσης του σκληρού ανθρώπινου μυ.
Ο φασισμός είναι ανίσχυρος γιατί είναι ωμή βία.
Είναι ύλη χωρίς πνεύμα.
Είναι σώμα χωρίς νου.
Μια νύχτα χωρίς αυγή.
Είναι το άλλο πρόσωπο του σοσιαλισμού…
Δυο καθρέφτες χωρίς φως: δυο έκπτωτοι αστέρες!
Ο σοσιαλισμός είναι η αριθμητική (υλιστική) δύναμη που, δρώντας στη σκιά ενός δόγματος, διαλύει και διαλύεται σ’ ένα άθλιο «όχι» της πνευματικότητας˙ που την εκκενώνει από κάθε αδέσμευτο, εκούσιο, ηρωικό, ιδεώδες. Ο φασισμός είναι το επιληπτικό παιδί του πνευματικού «όχι», που αποκτηνώνεται από τη (μάταια) προσπάθεια για το χυδαίο υλιστικό «ναι».
Στο πεδίο των ηθικών αξιών είναι ίσοι. Φασισμός και σοσιαλισμός είναι δυο αντάξια αδέρφια. Ακόμα κι αν αποκαλέσετε τον τελευταίο Άβελ και τον πρώτο Κάιν. Ένα κοινό Όνειρο τους ενώνει. Κι αυτό τ’ όνειρο λέγεται Εξουσία.

VIII

Μαύρα λάβαρα στον άνεμο
βαμμένα με αίμα και ήλιο.
Μαύρα λάβαρα στον ήλιο
ουρλιαχτό δόξας στον άνεμο!
Αυτό που δεν έκανε και δεν μπορούσε να κάνει ο πόλεμος, μπορεί και θα το κάνει η επανάσταση!

Ω, μαύρες παντιέρες υψωμένες
απ’ την πυγμή του εξεγερμένου ανθρώπου
-που συγκεντρώνει τη ματιά του έντονα
πέρα απ’ το κυρίαρχο ψέμα
-ανεμίζοντας στον ήλιο και τον άνεμο
ανεμίζοντας στον άνεμο και τον ήλιο
Η νίκη γελά στο βάθος!
Στο βάθος – στο βάθος – στο βάθος!
Στο μεγαλείο του ήλιου και τ’ ανέμου!

 

IX

 

Φασισμός και σοσιαλισμός είναι τσιρότα στο χρόνο: αυτοί που αναβάλουν την πράξη!
Είναι θυμωμένα αποκρυσταλλωμένα απολιθώματα που ο αποφασιστικός δυναμισμός (με τον οποίο σχεδιάζουμε την ιστορία όπως προχωρά) θα εξαφανίσει στον ίδιο τάφο των καιρών. Γιατί στο πεδίο των πνευματικών και ηθικών αξιών, οι δυο εχθροί είναι ολόιδιοι.
Είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Κι οι δυο δεν διαθέτουν το φως της αιωνιότητας!
Μόνο οι μεγάλοι πνευματώδεις αλήτες (φορείς της μαύρης σημαίας) μπορούν να ‘ναι η φωτεινή ζωογόνος δύναμη που ωθώντας την αιώνια επανάσταση σπρώχνει τον κόσμο προς τα μπρος.

X

Η αποφασιστική ψυχή μας είναι πολύμορφη…
Διαπερνά τον παλλόμενο καυτό ήλιο και τα τρεμάμενα απ’ τη συγκίνηση άστρα!
Είμαστε ποιητές της επανάστασης και φιλόσοφοι της καταστροφής.
Είμαστ’ αναρχικοί.
Εικονοκλάστες!
Ατομικιστές,
άθεοι,
μηδενιστές!
Είμαστε φορείς των μαύρων σημαιών.
Περπατάμε μες στη νύχτα
μ’ έναν ήλιο στο τσερβέλο·
και με πυρωμένα μάτια
δύο πελώρια χρυσά αστέρια.
Περπατάμε!…
Και στο θέατρο της ανθρωπότητας, η θέση μας είναι η πιο ακραία απ’ όλη την άκρα αριστερά.

XI

Πίσω απ’ τα γιγάντια, μαύρα σύννεφα που εξακολουθούν να κρύβουν τον ουρανό, ένα κόκκινο λυκόφως αναβοσβήνει.
Η τραγική γιορτή του κοινωνικού δειλινού πλησιάζει.
Το τελευταίο βράδυ θα είναι μαύρο με το πορφυρό του αίματος.
Μ’ αίμα και φωτιά.
Γιατί το αίμα, αίμα ζητά.
Είναι παλιά ιστορία…
Κι έπειτα τα παιδιά μας (τα παιδιά της Αυγής) πρέπει να γεννηθούν από αίμα και να σφυρηλατηθούν από φωτιά.
Γιατί οι νέες ατομικιστικές ιδέες πρέπει να γεννηθούν πιο παρθένες και όμορφες από τις μεγάλες κοινωνικές τραγωδίες: από τις θύελλες των νέων τυφώνων.
Κι είναι μόνο απ’ τη μεγάλη καταστροφή της φωτιάς και του αίματος που ο αληθινός Αντίχριστος από το βάθος της ανθρωπότητας και της σκέψης θα γεννηθεί. Το αληθινό τέκνο της γης και του ηλίου ικανό να σκαρφαλώσει πάνω απ’ τις κορφές και να ερευνεί την άβυσσο.
Γιατί ο Αντίχριστος είναι Αετός και Φίδι.
Κατοικεί στις κορφές και στα βάθη.
Αυτός (το πνεύμα του νέου ανθρώπου) θα περάσει μέσα απ’ τα καπνισμένα ερείπια του παλιού, κατεστραμμένου κόσμου για να υψωθεί πάνω απ’ το μεγαλοπρεπές μυστήριο της παρθένας αυγής που πλησιάζει.
Εκείνος (όμορφος και θαυμαστός) θα σταθεί στο κατώφλι του νέου πρωινού ποτισμένου απ’ την άγρια, σπινθηρίζουσα δύναμη της υπεράνθρωπης ομορφιάς, λέγοντας στους ανθρώπους που διστάζουν: Εμπρός, εμπρός!
Τρέχουμε πέρα από κάθε σύστημα
Τρέχουμε πέρα από κάθε φόρμα
Πετάμε προς την υπέρτατη λευτεριά
Προς την ακραία ΑΝΑΡΧΙΑ!

XII

Εμείς (τα λεύτερα πνεύματα) οι αλήτες της ιδέας, άθεοι της μοναξιάς, δαίμονες της αφανούς ερήμου που δεν έχει μάρτυρες.
Εμείς (τα Τέρατα του νυχτερινού φωτός), έχουμε ήδη προχωρήσει προς τις ακραίες κορυφές.
Περπατάμε μες στη νύχτα
μ’ έναν ήλιο στο τσερβέλο·
και με πυρωμένα μάτια
δύο πελώρια χρυσά αστέρια.
Και (μαζί με μας) όλα πρέπει να οδηγούνται στην ανώτερη συνέπειά τους.
Ακόμα και το μίσος.
Ακόμα και η βία.
Ακόμα και το «έγκλημα»!
Γιατί το μίσος δίνει τη δύναμη που τολμά.
Η βία και το «έγκλημα» είναι η ιδιοφυΐα που καταστρέφει και η ομορφιά που δημιουργεί.
Και θέλουμε να τολμήσουμε.
Καταστρέφοντας (ανανεώνοντας) να δημιουργήσουμε!
Επειδή όλα αυτά που είναι ρηχά και χυδαία πρέπει να υπονομευτούν και να διαλυθούν.
Πρέπει να μείνει μόνο ότι είναι εξαίρετο.
Γιατί ότι είναι εξαίρετο ανήκει στην Ομορφιά.
Και η ζωή θα πρέπει να είναι όμορφη.
Ακόμα και στη θλίψη.
Ακόμα και μες στη θύελλα!…

 

XIII

 

Έχουμε σκοτώσει τον «καθήκον» της αλληλεγγύης, έτσι ώστε η ελεύθερη επιθυμία μας για αυθόρμητη αγάπη και εθελοντική πατρότητα να αποκτά μια ηρωική αξία στη ζωή.
Σκοτώσαμε το έλεος γιατί είναι ένα ψευδές χριστιανικό συναίσθημα και επειδή θέλουμε να δημιουργήσουμε τον ευγενή, ακατανόητο δοτικό εγωισμό.
Στραγγαλίσαμε το ψευδές κοινωνικό δικαίωμα (δημιουργό ταπεινών, δειλών και επαιτών) έτσι ώστε ο άνθρωπος να σκάψει ως το βαθύτερο, το πιο μυστικό «ΕΓΩ» του για να βρει τις δυνάμεις του Μοναδικού.
Επειδή το γνωρίζουμε από μόνοι μας.
Η ζωή κουράστηκε να έχει καχεκτικούς εραστές.
Γιατί η γη κουράστηκε να καταπατείται μάταια από τεράστιες ορδές νάνων που ψέλνουν ηλίθιες χριστιανικές προσευχές.
Και τέλος γιατί εμείς κουραστήκαμε απ’ αυτούς τους ψόφιους «αδελφούς» μας που ‘ναι ανίκανοι για ειρήνη ή πόλεμο. Κατώτεροι του μίσους και της αγάπης.
Ναι! Βαρεθήκαμε!
Η ανθρωπότητα πρέπει να ανανεωθεί.
Πρέπει το επικό και βάρβαρο τραγούδι της νέας και παρθένας ζωής να ‘αντηχήσει σ’ ολάκερο τον κόσμο.
Είμαστε οι φορείς
των αναμμένων πυρσών.
Είμαστε οι φλογιστές
των αναμμένων πυρών.
Η σημαία μας μαύρη.
Ο δρόμος μας είναι το άπειρο.
Και το ύψιστο ιδανικό μας
είναι η κορφή και η άβυσσος.
Περπατάμε!…
Περπατάμε μες στη νύχτα
μ’ έναν ήλιο στο τσερβέλο·
και με πυρωμένα μάτια
δύο πελώρια χρυσά αστέρια.
Περπατάμε…
Κι αν τα όνειρά μας είναι μια χίμαιρα;
Κι αν οι αγώνες μας είναι άχρηστοι και μάταιοι; Κι αν η ανανέωση της ανθρωπότητας είναι αδύνατον να επιτευχθεί;
Α, όχι. Θα περπατήσουμε παρ’ όλα αυτά.
Για την αξιοπρέπειά μας.
Για την αγάπη των ιδανικών μας.
Για την λευτεριά του πνεύματός μας.
Για το πάθος του μυαλού μας.
Για την αναγκαιότητα της ζωής μας.
Καλύτερα να πεθάνουμε σαν ήρωες στην προσπάθεια γι΄ απελευθέρωση και αυτό-ανύψωση του εαυτού μας, παρά να φυτοζωούμε ως ανίκανοι και δειλοί στην απεχθή αυτή πραγματικότητα.
Ω μαύρες παντιέρες,
ω μαύρα τρόπαια,
εμβλήματα και σύμβολα
της αιώνιας εξέγερσης.
Εσείς είστε η ματωμένη απόδειξη όλης της ανθρώπινης τόλμης:
Είστε οι υπονομευτές όλων των προκαταλήψεων:
Εσείς που είστε οι μόνοι πραγματικοί εχθροί όλης της ανθρώπινης ντροπής˙ όλων των απαίσιων ψεμάτων!
Εσείς που τραγουδάτε την αιώνια εξέγερση, ποτισμένοι απ’ τη θλίψη και το αίμα!
Την σφίγγω μες στη γερή γροθιά μου
και μες στις θύελλες και τους ανέμους
την υψώνω στο μεγαλείο του ήλιου.
Στο μεγαλείο του ήλιου και των ανέμων…
Των ανέμων και του ήλιου και του φωτός.

 

Σημείωση της μετάφρασης:
1) Για την αθλιότητα του όρου «ρομπότ» αντιγράφουμε από τη βικιπέδια (που δεν είναι και κινηματικό μέσο…): Η λέξη ρομπότ προέρχεται από το σλαβικό robota που σημαίνει εργασία. Καθιερώθηκε ως όρος με την σημερινή του έννοια το 1920 από τον Τσέχο θεατρικό συγγραφέα Karel Čapek στο έργο του “R.U.R.” (Rossum’s Universal Robots), όπου σατιρίζει την εξάρτηση της κοινωνίας από τους μηχανικούς εργάτες (ρομπότ) της τεχνολογικής εξέλιξης και που τελικά εξοντώνουν τους δημιουργούς τους. Σε πολλές σύγχρονες σλαβικές γλώσσες (πχ την πολωνική) χρησιμοποιείται σαν έκφραση της καθημερινότητας με την έννοια της σκληρής δουλειάς (αντίστοιχο του χαμαλίκι).

 

αναδημοσίευση από: εδώ