“Καταραμενο τραγουδι”, Enzo Martucci

Αχ! Γιατί να μη γεννηθώ σε ένα πειρατικό πλοίο, χαμένο στον ατελείωτο ωκεανό ανάμεσα σε τραχείς, γενναίους άνδρες που επιβιβάστηκαν με μανία, τραγουδώντας το άγριο τραγούδι της καταστροφής και του θανάτου; Γιατί να μη γεννηθώ στα αχανή λιβάδια της Νότιας Αμερικής, ανάμεσα σε ελεύθερους, άγριους γκαούτσος που δαμάζουν το φλογερό κόλτ με το “λάσο” και επιτίθενται άφοβα στον τρομερό ιαγουάρο… Γιατί; Γιατί; Τα παιδιά της νύχτας, τα αδέρφια μου, ασυμβίβαστα με κάθε νόμο και έλεγχο, θα με είχαν προσεταιριστεί. Αυτοί οι άνθρωποι, πνεύματα που διψούν για την ελευθερία και το άπειρο, θα ήξεραν πως να διαβάσουν το μεγάλο βιβλίο του μυαλού μου, ένα απόλυτα υπέροχο ποίημα πόνου και σύγκρουσης, υψηλών ιδανικών και αδύνατων ονείρων. Η διανοητική μου κληρονομιά θα ήταν ο άθικτος θησαυρός τους και στην καθάρια πηγή της σατανικής υπερηφάνειας μου και της αιώνιας εξέγερσης μου, θα οχύρωναν τη δύναμη τους, την ήδη βίαια τρανταγμένη από χίλιους τυφώνες. Αντίθετα, γεννήθηκα θανάσιμα ανάμεσα σε ένα εμετικό κοπάδι σκλάβων, που σέρνεται στη, γεμάτη γλίτσα, λάσπη όπου το κυβερνών ψέμα και η υποκρισία αντικαθιστούν το φιλί της αδελφοσύνης με τη δειλία. Γεννήθηκα στην πολιτισμένη κοινωνία και ο παπάς, ο δικαστής, ο ηθικιστής και ο μπάτσος προσπάθησαν να με γονατίσουν φορώντας μου αλυσίδες και να μεταμορφώσουν, τον ξέχειλο από ενέργεια και ζωτικότητα, οργανισμό μου σε μία ασυνείδητη και αυτόματη μηχανή για την οποί η μόνη λέξη που υπήρχε ήταν: Να υπακούς. Και όταν αντιστάθηκα με βίαια ανίκητη δύναμη και φώναξα άγρια το “όχι” μου, το ηλίθιο κοπάδι, πλατσουρίζοντας στη βρωμερή γλίτσα, εκτόξευσε τις κενές προσβολές του.

Τώρα, γελάω…Το πλήθος είναι ανίκανο να καταλάβει κάποια συγκεκριμένα πνευματικά βάθη και δεν έχει αρκετά κοφτερή ματιά για να διαπεράσει τις κρυμμένες εσοχές της καρδιάς μου. Με καταριέστε, με καταριέστε ακόμα,όπως τώρα, λεκιασμένοι από τη νωθρότητα, για εξήντα αιώνες, καταναλώνετε το τελετουργικό του ψέματος. Με καταριέστε, χειροκροτώντας τους νόμους και τα είδωλά σας. Θα ρίχνω πάντα τα κόκκινα λουλούδια της περιφρόνησης μου στα μούτρα σας.

Από την κορυφή στην οποία ζω με τον αετό και το λύκο, πιστούς συντρόφους στη μοναξιά μου, ατενίζω την ανθρωπότητα, αυτήν την τραγελαφική παρωδία του ερπετού, και μου έρχεται ναυτία. Γύρω μου, η πλούσια φύση τυλίγει τα βράχια σε έναν πράσινο μανδύα από χαμόκλαδα, του οποίου άγρια ομορφιά προκαλεί στο μυαλό μια αίσθηση δύναμης και χαράς που δεν εκφράζεται με λόγια. Κάτω, στους πρόποδες το βουνού, απλώνονται γόνιμα χωράφια διάστικτα με σπιτάκια και χωριά εδώ και εκεί, όπου οι άνθρωποι τσιμεντώνουν αλυσίδες χιλιετηρίδων με άμοιρη στραβομάρα.

Και εγώ γελάω… Γελάω καθώς βλέπω τους ανθρώπους, αυτά τα μικρά τερατάκια ζαρωμένα από το χώρο, όταν δηλητηριάζονται μέσα στα εργαστήρια, όπου τα αέρια των υπονόμων ξεσκίζουν τα πνευμόνια τους…, όταν περνούν σε πομπή ψάλλοντας και σκύβουν στα είδωλα του φανατισμού και του ασυνείδητου… και όταν, σε στιγμές δειλίας, καθαγιάζουν τη σκλαβιά τους, γλείφοντας το χέρι του αφέντη που τους δέρνει με αγριότητα. Βλέπω αυτήν τη δυστυχισμένη κωμωδία ανθρώπινης υποκρισίας και μικρότητας να ξεδιπλώνεται κάτω από τα πόδια μου και μία βαθιά αίσθηση αηδίας με κατακλύζει, μία ανείπωτη σιχαμάρα φυσομανάει στην καρδιά μου… Και όμως ακόμα γελάω… Και καθώς η ηχώ του κουδουνιού, που σημαίνει το γλέντι, έρχεται από το χωριό μέσα από τη σιωπή της νύχτας, τραγουδώ το πιο αγνό τραγούδι μου στον αετό και το λύκο, τους πιστούς συντρόφους μου στη μοναξιά. Είναι το τραγούδι του πόνου και του πάθους μου…

Και το τραγούδι μου λέει:

“Ω, θεέ της καταστροφής, του τρομερού και του τερατώδους, θεέ αναδύσου από τα έγκατα του άγνωστου και έλα σε μένα από τις ανοιχτές πληγές της παλιάς γης, έλα σε μένα… έλα με τη συντριπτική, ξαφνική οργή της θύελλας· ερήμωσε, κατάστρεψε αυτόν τον εξασθενημένο και παρακμάζοντα κόσμο, που χρειάζεται ένα νέο λουτρό αίματος για να ανανεωθεί… Θα σου δανείσω το χέρι και τη σκέψη μου. Θα αγωνιστούμε μαζί όσο κάθε ναός που χτίζεται αποτελεί πειστήριο της προκατάληψης και της νωθρότητας των ανθρώπων… όσο κάθε νέος νόμος, χαραγμένος στις δέλτους της εξαπάτησης, προσπαθεί να επιβάλλει το δίκιο του στον εξεγερμένο… όσο η ζωή, καταπατημένη και καταπιεσμένη, δε μπορεί να αναδυθεί θριαμβικά στο φως της ημέρας. Τότε, όταν σύννεφα από φωτιά θα προβάλλουν προς τον ουρανό απειλητικά από τα καπνισμένα ερείπια, σατανικά, δαιμονικά, τρελά, εμείς θα τραγουδάμε τον εικονοκλαστικό μας ύμνο της άρνησης και της εξέγερσης.” Έτσι λέω! Και η φωνή μου είναι,όντως, δυνατή και μυστηριακή, όντως, πλούσια σε μίσος και συναίσθημα τόσο που ο αετός μου πέταξε ψηλά πάνω από τον ορίζοντα σαν μοχθηρή αστραπή κεραυνού… και ο λύκος μου με μάτια σαν φλόγες, αλυχτά και εφορμά στα λασπωμένα δρομάκια του χωριού σκορπώντας τρόμο και θάνατο…

Πάνω, στην κορφή μου, τόσο ψηλά και απρόσιτα, ανεμίζει το μοιραίο σύμβολο της απελευθέρωσης μου: η μαύρη σημαία.

Τώρα χορεύω στην άκρη μιας αβύσσου στον πάτο της οποίας αναδεύονται σαν φίδια τα σκοτεινά νερά του θανάτου. Χορεύω, τραγικά, με το μυαλό μου συγκεντρωμένο στην αυγή της “αληθινής” ζωής μου, της ελεύθερης και έντονης ζωής. Θέλω να κατακτήσω για τον εαυτό μου, με κόστος τη σκληρότερη σύγκρουση και τη δυσκολότερη θυσία. Γιατί ανήκω στη φυλή των ανίκητων γιγάντων, για τους οποίους ο κίνδυνος δεν αποτελεί φραγμό, αλλά ένα τσίμπημα, μία ώθηση που τους σπρώχνει να συνειδητοποιήσουν τη θέληση τους πιο έντονα. Και χορεύω, χορεύω. Οι χλωμές, αναιμικές αρετές, που κυριαρχούν σε αυτόν τον κόσμο ευνούχων και σκλάβων, προσπάθησαν να με δελεάσουν. Αλλά απάντησα στις κολακείες και τις απειλές τους με το διαβολικό γέλιο του άγριου σαρκασμού μου. Ανθρωπότητα, Κοινωνία, Κράτος, Νόμος, Ηθική… Ξέρετε ήδη την ισχύ των χτυπημάτων μου όπως ξέρω και εγώ των δικών σας… Και ωστόσο δε παύετε να μου επιτίθεστε, δε σταματάτε να διασκεδάζετε την τρελή πρόθεση να μειώσετε τον αλύγιστο χαρακτήρα μου στα δεσμά της υπακοής… Λοιπόν, ακόμα σέρνετε αυτήν τη θλιβερή, άμορφη μάζα πλαδαρών σκλάβων στο τρένο σας, ακόμα ακονίζετε τα όπλα που θα θρυμματιστούν πάνω στην άτρωτη πανοπλία μου… Σας περιμένω αποφασισμένος. Εγώ ο καταραμένος, ο εξεγερμένος… Σας περιμένω με τον αετό και το λύκο μου, πιστούς συντρόφους μου στη μοναξιά μου. Και τα αδέρφια μου σας περιμένουν επίσης, παραταγμένα για μάχη στο πλευρό μου, τα αδέρφια μου, τα ηρωικά και ανίκητα τέκνα του Κακού…

Ελάτε λοιπόν! Ο ιερόσυλος και καταστροφικός εικονοκλάστης σας πέταξε το γάντι. Και σε ένα μεθύσι ενθουσιασμού, ένα ντελίριο ενέργειας, μία έξαρση αυθάδειας θα πολεμήσει τον πόλεμο του στα ανοιχτά και στα κρυφά… Αργότερα, όταν τα δηλητηριώδη βέλη διαπεράσουν την πανοπλία και τρυπήσουν την καρδιά του, θα γλιστρήσει, χλευάζοντας, στον πάτο της σκοτεινής αβύσσου που τα απειλητικά νερά του θανάτου ρέουν σαν φίδια.

Enzo Martucci

“Το Καταραμένο Τραγούδι” είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Enzo Martucci και εκδόθηκε στο περιοδικό Proletario (τεύχος 4), στις 17 Σεπτεμβρίου του 1922.

Πηγή στα αγγλικά: The Damned Song, The Anarchist Library, 6 June 2011.

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

“Αχαλινωτη ελευθερια”, Enzo Martucci

Ο Στίρνερ και ο Νίτσε είχαν αναμφίβολα δίκιο. Δεν είναι αλήθεια ότι η ελευθερία μου τελειώνει εκεί που αρχίζει η ελευθερία των άλλων. Εκ φύσεως η ελευθερία μου τελειώνει εκεί που σταματάει η δύναμη μου. Εάν με αηδιάζει να επιτίθεμαι στους άλλους ανθρώπους ή αν ακόμα θεωρώ πως κάτι τέτοιο αντιβαίνει στα συμφέροντα μου, τότε απέχω από τη σύγκρουση. Αν όμως, ορμώμενος από κάποιο ένστικτο, κάποιο συναίσθημα ή κάποια ανάγκη, επιτεθώ στους ομοίους μου χωρίς να αντιμετωπίσω καμία ή ασθενική αντίσταση, φυσικά θα γίνω ο κυρίαρχος, ο υπεράνθρωπος. Αν αντίθετα οι άλλοι προβάλλουν σθεναρή αντίσταση και μου επιστρέφουν κάθε χτύπημα τότε θα αναγκαστώ να σταματήσω και να συμβιβαστώ. Εκτός βέβαια αν κρίνω σκόπιμο να πληρώσω για μια άμεση ικανοποίηση με τη ζωή μου.

Είναι ανώφελο να μιλάς στους ανθρώπους για την αποκήρυξη(του εαυτού), για την ηθική, για το καθήκον, για την τιμιότητα. Είναι ηλίθιο να τους εξαναγκάζεις, στο όνομα του Χριστού ή της ανθρωπότητας, να μην αλληλοφαγώνονται. Αντίθετα πρέπει να λες στον καθέναν από αυτούς: “Να είσαι δυνατός. Ατσάλωσε τη θέληση σου. Αναπλήρωσε, με κάθε μέσο, τα ελαττώματά σου. Διατήρησε την ελευθερία σου. Να υπεραμύνεσαι αυτής ενάντια σε όποιον θέλει να σε καταπιέσει.”

Και αν κάθε άνθρωπος ακολουθούσε αυτήν τη συμβουλή, η τυραννία θα γινόταν αδύνατη. Θα αντισταθώ ακόμα και σε αυτόν που είναι δυνατότερος από εμένα. Και αν δε μπορώ μόνος μου, θα προσφύγω στους φίλους μου. Αν υστερώ σε δύναμη, θα την αντικαταστήσω με πανουργία. Και η ισορροπία θα ερχόταν αυθόρμητα από αυτήν την αντίθεση.

Στην πραγματικότητα, η μόνη αιτία της κοινωνικής ανισότητας είναι αυτή ακριβώς η αγελαία νοοτροπία που κρατάει τους σκλάβους γονατισμένους και παραιτημένους κάτω από το μαστίγιο του αφέντη.

“Η ανθρώπινη ζωή είναι ιερή. Δε μπορώ να την καταστέλλω ούτε σε μένα ούτε στους άλλους. Έτσι λοιπόν πρέπει να σεβαστό τη ζωή του εχθρού μου, που με καταπιέζει και μου προκαλεί φρικτό και συνεχόμενο πόνο. Δε μπορώ να αφαιρέσω τη ζωή του φτωχού αδερφού μου, που υποφέρει από μία ανίατη ασθένεια που τον βασανίζει, για να τελειώσω το μαρτύριο του. Δε μπορώ να ελευθερώσω ούτε καν τον εαυτό μου, αυτοκτονώντας, από μια ζωή που την αισθάνομαι σαν βάρος.”

Γιατί;

“Επειδή, λένε οι χριστιανοί, η ζωή δεν είναι δικιά μας. Μας δόθηκε από το θεό και μόνο εκείνος μπορεί να την πάρει.”

Εντάξει. Αλλά όταν ο θεός μας δίνει τη ζωή, γίνεται δικιά μας. Όπως έχει σημειώσει ο Θωμάς ο Ακινάτης, η σκέψη του θεού προσδίδει σε αυτό καθεαυτό, αντικειμενική πραγματικότητα, σε αυτόν που σκέφτεται. Επομένως όταν ο θεός σκέφτεται να δώσει ζωή στον άνθρωπο και με τη σκέψη του αυτή του τη δίνει, αυτή η ζωή μετατρέπεται σε ανθρώπινη δηλαδή αποκλειστικά δική μας περιουσία. Επομένως μπορούμε να την αφαιρούμε ο ένας από τον άλλον ή μπορεί κάποιος να την καταστρέψει μέσα του.

Ο Emile Armand απελευθερώνει το άτομο από το κράτος αλλά το υποτάσσει πιο αυστηρά στην κοινωνία. Στην πραγματικότητα, για αυτόν, δε μπορώ να ακυρώσω το κοινωνικό συμβόλαιο όποτε θέλω αλλά θα πρέπει να πάρω τη συγκατάθεση των συνεργατών μου για να απελευθερωθώ από τους δεσμούς της συμφωνίας. Αν οι άλλοι δε μου δώσουν αυτήν τη συγκατάθεση, θα πρέπει να παραμείνω μαζί τους ακόμα και αν αυτό με βλάπτει ή με προσβάλλει. Ή ακόμα, εάν σπάσω μονομερώς τη συμφωνία θα βρεθώ εκτεθειμένος στα αντίμετρα και την εκδίκηση των πρώην συντρόφων μου. Πιο κοινωνιστής από αυτό πεθαίνεις. Όμως αυτός ο κοινωνισμός είναι εκείνος του σπαρτιατικού στρατώνα. Τι! Δεν είμαι ο κύριος του εαυτού μου; Απλά επειδή χθες, κάτω από την επιρροή συγκεκριμένων συναισθημάτων και συγκεκριμένων αναγκών, ήθελα να συσχετιστώ έτσι, σήμερα που έχω άλλα συναισθήματα και άλλες ανάγκες και θέλω να βγω από αυτόν το συσχετισμό, δε μπορώ πλέον να το κάνω. Επομένως πρέπει να μείνω αλυσοδεμένος στις χθεσινές μου επιθυμίες. Επειδή χθες επιθυμούσα έτσι, σήμερα δε μπορώ να επιθυμώ αλλιώς. Αλλά έτσι είμαι ένας σκλάβος, στερούμενος τον αυθορμητισμό και εξαρτώμενος από τη συναίνεση των υπολοίπων.

Σύμφωνα με τον Armand, δε μπορώ να διαλύσω τις σχέσεις γιατί θα έπρεπε να με νοιάζουν η θλίψη και η ζημιά που θα προκαλέσω στους άλλους αν τους στερήσω την παρουσία μου. Όμως οι άλλοι δε νοιάζονται για τη θλίψη και τη ζημιά που μου προκαλούν αναγκάζοντάς με να παραμείνω στη συντροφιά τους όταν εγώ θέλω να φύγω. Επομένως, λείπει η αμοιβαιότητα. Και αν θέλω να αποχωρήσω από την ένωση θα το κάνω όταν αποφασίσω εγώ, ιδιαίτερα εάν όταν έμπαινα στην ένωση, είχα επικοινωνήσει στους συντρόφους μου ότι διατηρώ το δικαίωμα να σπάσω τη συμφωνία όποτε θέλω. Κάνοντας αυτό, δε μπορεί να αρνηθεί κανείς, ότι κάποιες κοινωνίες ίσως έχουν μεγάλη διάρκεια. Είναι όμως ένα συναίσθημα ή ένα συμφέρον αισθανόμενο από όλους που διατηρεί αυτήν την ένωση. Όχι μία ηθική επιταγή όπως θα ήθελε ο Armand.

Από τους χριστιανούς μέχρι τους αναρχικούς, όλοι η ηθικιστές επιμένουν ότι πρέπει να κάνουμε ένα διαχωρισμό μεταξύ της ελευθερίας, που βασίζεται στην υπευθυνότητα και της άδειας που βασίζεται στο καπρίτσιο και το ένστικτο. Τώρα είναι καλό να το εξηγήσουμε. Η ελευθερία, που σε όλες της τις εκδηλώσεις είναι ελεγχόμενη, χαλιναγωγημένη και καθοδηγούμενη από τη λογική, δεν είναι ελευθερία. Γιατί της λείπει ο αυθορμητισμός. Άρα της λείπει η ζωή.

Ποιος είναι ο στόχος μου; Να καταστρέψω την εξουσία, να καταργήσω το κράτος και να εγκαθιδρύσω την ελευθερία για τον καθένα να ζει σύμφωνα με τη φύση του όπως αυτός θεωρεί και επιθυμεί. Σας τρομάζει αυτός ο στόχος, καλοί μου κύριοι; Λοιπόν, δε μπορώ να κάνω κάτι. Όπως ο Renzo Novatore και εγώ είμαι πέρα από το τόξο.

Όταν κανένας δε με διατάζει, κάνω ότι επιθυμώ. Εγκαταλείπω τον εαυτό μου στον αυθορμητισμό ή του αντιστέκομαι. Ακολουθώ τα ένστικτά μου τα χαλιναγωγώ με τη λογική, σε διάφορες στιγμές, ανάλογα με το ποιο είναι δυνατότερο μέσα μου.

Εν συντομία, η ζωή μου είναι ποικιλόμορφη και έντονη ακριβώς επειδή δε βασίζομαι σε καμία αρχή.

Αντίθετα οι ηθικιστές όλων των τάσεων υποστηρίζουν το αντίθετο. Απαιτούν να είναι η ζωή συμμορφωμένη σε μία και μοναδική νόρμα συμπεριφοράς που την κάνει μονότονη και άχρωμη. Θέλουν οι άνθρωποι να κάνουν πάντα συγκεκριμένες πράξεις και να απέχουν από τις υπόλοιπες.

“Πρέπει σε κάθε περίπτωση να αγαπάς, να συγχωρείς, να απαρνιέσαι τα γήινα αγαθά και να είσαι ταπεινός. Αλλιώς θα είσαι καταραμένος.” Έτσι λένε τα Ευαγγέλια.

“Πρέπει σε κάθε στιγμή να νικάς τον εγωισμό και να είσαι ανιδιοτελής. Αλλιώς θα παραμείνεις στον παραλογισμό και στη θλίψη” σημειώνει ο Καντ.

“Πρέπει πάντα να αντιστέκεσαι στα ένστικτα και τις ορέξεις σου, να δείχνεις ισορροπημένος γεμάτος περίσκεψη και σοφός σε κάθε περίσταση. Αν δεν το κάνεις, θα σε μαρκάρουμε με το σημάδι της αρχέγονης ατιμία και σου φερόμαστε σαν τύραννο”, ετυμηγορεί ο Armand.

Εν συντομία, όλοι θέλουν να επιβάλλουν τον κανόνα που ακρωτηριάζει τη ζωή και μετατρέπει τους ανθρώπους σε ισότιμες μαριονέτες που διαρκώς σκέφτονται και πράττουν με τον ίδιο τρόπο. Και αυτό συμβαίνει επειδή περιβαλλόμαστε από παπάδες: παπάδες της εκκλησίας και παπάδες που αντιτίθενται σε αυτήν, πιστούς και άθεους Ταρτούφους. Και όλοι θέλουν να μας κατηχήσουν, να μας οδηγήσουν, να μας ελέγξουν, να μας χαλιναγωγήσουν προσφέροντάς μας μία προοπτική γήινων και υπερφυσικών τιμωριών και ανταμοιβών. Αλλά ήρθε η ώρα για τον ελεύθερο άνθρωπο να αντισταθεί: αυτόν που ξέρει πως να κινηθεί ενάντια σε όλους τους παπάδες και τις παπαδοσύνες, πέρα από τους νόμους και τις θρησκείες, τους κανόνες και την ηθική. Και αυτόν που ξέρει να πάει πέρα και από αυτό. Ακόμα πιο πέρα.

Η “Αχαλίνωτη Ελευθερία” είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή επαναστάτη Enzo Martucci.

Πηγή στα αγγλικά: Unbridled Freedom, The Anarchist Library, 6 June 2011

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

“Ηρωικη Ανοιξη”, Enzo Martucci

Στους νομάδες, τους αλήτες, τους εξεγερμένους

Που είναι ο άνθρωπος, αδέρφια μου, που είναι ο άνθρωπος που αναζητώ;

Που είναι ο γενναίος και ριψοκίνδυνος εξεγερμένος, που είναι ο ηρωικός πολεμιστής, γεμάτος με το όνειρο της ελευθερίας ή του μεγαλείου όπως οι Αργοναύτες, εκείνος που με όρεξη παιχνιδιού αντιμετωπίζει την τιτάνια μάχη ενάντια στο σύμπαν, για την κατάκτηση μιας υψηλότερης, πιο όμορφης ζωής; Που είναι η δύναμη, το κουράγιο και το ρίσκο που η παγανιστική μου καρδιά αναρχικά αγαπάει; Που είναι;…

Ω! Είναι μάταιο να χολοσκάω ψάχνοντας… Στη σημερινή αστική, βιομηχανική κοινωνία υπάρχουν μόνο ο πάτος και οι δειλοί… Υπάρχουν μόνο δουλικοί σκλάβοι…

Ο ήρωας ανήκει σε μια παλιά εποχή, στη λαμπρότητα των μεγαλόπρεπων επών και της ελεύθερης, περιπετειώδους ενέργειας του πολεμιστή… Ίσως να ανήκει στη μελλοντική Αναρχία, όπου το άτομο δε θα είναι πλέον κάτω από το ζυγό του νόμου και θα δώσει νέα πνοή στις θρασείς πράξεις του παρελθόντος, για τον απόλυτο θρίαμβο του εαυτού του…

Αλλά τώρα; Τώρα υπάρχει μόνο η αποκτηνωμένη πλέμπα, παραιτημένη στη μοίρα της και οι μικρόνοοι, αξιολύπητοι μικροαστοί παραφουσκωμένοι από έπαρση και διαποτισμένοι από χυδαιότητα… Δουλοπρεπή υποκείμενα και δεσποτικοί αφέντες πλατσουρίζουν στη βρωμιά, που καλύπτει τον κόσμο σαν θλιβερό πέπλο, σαν τα σκουλήκια στη λάσπη. Αλλά κάτω από τα κουρέλια του ενός και τα πολυτελή ρούχα του άλλου χτυπάει μια καρδιά κότας. Και οι δύο είναι αδύναμοι, αποχαυνωμένοι… Έτσι λοιπόν, το προλεταριάτο δε μπορεί να χειραφετηθεί , καθώς ο τύραννος δε κυριαρχεί λόγω της δικιάς του δύναμης άλλα λόγω της απάθειας και της αποποίησης του λαού…

Σήμερα υπάρχουν μόνο σκουπίδια, λάσπη, κοπριά…

Οι πειρατές έχουν εξαφανιστεί από τους Ωκεανούς, οι ληστές έχουν εξαφανιστεί από τα δάση. Τα ρωμαλέα ένστικτα και τα δραστήρια συναισθήματα της ανθρωπότητας είναι μονάχα μακρινές αναμνήσεις…

Ο ήρωας είναι νεκρός…

Καταπράσινες οάσεις στη θλιβερή έρημο της ανθρώπινης σήψης, ανθισμένα τριαντάφυλλα καταμεσής της αποπνικτικής δυσωδίας του υπονόμου, εμείς, οι νομάδες, οι αλήτες, οι εξεγερμένοι, θα παράγουμε το θεϊκό θαύμα. Εμείς, εμείς θα αναστήσουμε τον Ήρωα. Εξοστρακισμένοι από την κοινωνία και το επιλήσμον πλήθος, διατηρούμε στον ευωδιαστό κήπο της καρδιάς μας ένα ευγενικό αηδόνι που τραγουδά μελωδικά τραγούδια νοσταλγίας και θλίψης.

Εμπνεόμενοι από τον αγώνα και το σκληρό κίνδυνο, φιλοξενούμε στα δαιδαλώδη μυαλά μας έναν κόκκινο δαίμονα, έτοιμο να αγριέψει με ακατανίκητη δύναμη.

Και όταν το αηδόνι κελαηδά, ο δαίμονας πηδά στο αιματοβαμμένο πεδίο της μάχης, που οι Μαινάδες χορεύουν το μακάβριο χορό της καταστροφής και το βαλς του θανάτου.

Είμαστε οι ποιητές της άρνησης και της εξέγερσης, οι τραγουδιστές και οι συγγραφείς της πιο υψηλής τρέλας.

Στους πύρινους κρατήρες των εσωτερικών μας ηφαιστείων. των φτιαγμένων από τη λάβα του συναισθήματος και τη φωτιά του πάθους, θρέψαμε τη δίψα μας για ζωή. Και στην κοινωνία που θέλει να μας επιβάλλει τους νόμους και την ηθική της θα απαντήσουμε σθεναρά “Όχι”, όσο όλοι οι άλλοι θα απαντούν με δειλία “Ναι”.

Τώρα είμαστε στο έλεος της μάχης. Της αποφασιστικής, θανάσιμης μάχης… Με το χαμόγελο στα χείλη, πηδήξαμε στην άβυσσο της απόλυτης περιπέτειας, στον πάτο της οποίας μας περιμένουν η νύμφη και η άρπυια. Ή το μεθυστικό αίσθημα του θριάμβου και της απελευθέρωσης από κάθε αλυσίδα ή το ένδοξο τέλος στη δίνη του πολέμου.

Περήφανοι και υπερόπτες, παίξαμε γενναία το τελευταίο μας χαρτί και έτσι είναι απαραίτητο για μας να εντείνουμε την προσπάθεια και να αυξήσουμε την ενέργεια μας εκατό φορές για να κατακτήσουμε τη νίκη.

Έχουμε ήδη υπάρξει γενναίοι πολεμιστές. Τώρα πρέπει να γίνουμε ήρωες. Είναι αναγκαίο, αναπόφευκτο.

Για τη καλή έκβαση του σκοπού μας, την ανύψωση του ατόμου μας…

Και προς την Αναρχία -μήτρα ελευθερίας, πηγή χαράς, θησαυροφυλάκιο δύναμης- εμείς, τα παιδιά της Περηφάνιας και της αιώνιας Εξέγερσης, θα προχωρήσουμε μπροστά με μεγαλύτερη ενέργεια και δύναμη, προς την Αναρχία που δεν είναι το όνειρο των θρησκόληπτων ούτε ο στόχος των αδύναμων αλλά το μέσο με το οποίο οι ατρόμητοι και απελπισμένοι εικονοκλάστες καταφέρνουν να ξεφορτωθούν και τη σκληρότερη αλυσίδα.

Εμείς όλοι θα προελαύνουμε, ενώ το μπλε ποτάμι του θάρρους θα ξεχειλίζει από τα βάθη και ο μανιασμένος αέρας της Αναίδειας θα μας σπρώχνει με άγρια ορμή στο αποκορύφωμα της μάχης.

Και θα ρίξουμε τα βέλη μας, τα ακονισμένα στο μίσος, ενάντια στα φρούρια του νόμου και της Κοινωνίας… Και θα αγκαλιάσουμε την ελευθερία πάνω στους βεβηλωμένους βωμούς του Χριστού… Οι Υποκριτές και οι δειλοί θα μας φοβηθούν, ο όχλος θα κραυγάσει για τα κεφάλια μας χωρίς σκέψη. Αλλά τι σημαίνουν για εμάς οι κατάρες των ανόητων;

Είμαστε οι αριστοκράτες της σκέψεις και της δράσης, μοναχικοί κάτοικοι των ψηλότερων κορφών και τα σάλια των ερπετών δε θα μπορούσαν ποτέ να μας ενδιαφέρουν…

Η Ηρωική Άνοιξη είναι έργο του Ιταλού αναρχοατομικιστή Enzo Martucci και εκδόθηκε στο αναρχικό περιοδικό Proletario (τεύχος 5) στις 12 Δεκεμβρίου του 1922.

Πηγή στα αγγλικά: Heroic Spring (Enzo Martucci), The Anarchist Library, June 2011

Μετάφραση στα ελληνικά: Parabellum

“Μαυρες Παντιερες”, Renzo Novatore

I.

Μαύρα λάβαρα στον άνεμο
βαμμένα με αίμα και ήλιο.
Μαύρα λάβαρα στον ήλιο
ουρλιαχτό δόξας στον άνεμο!

Χρειάζεται να επιστρέψουμε στις ρίζες. Να πιούμε νερό απ’ τις αρχαίες πηγές!…

Χρειάζεται να επιστρέψουμε στον ηρωικό αναρχισμό, στο ατομικό, βίαιο, αλόγιστο, ποιητικό, αποκεντρωτικό θράσος…

Και χρειάζεται να επιστρέψουμε με κάθε κομμάτι του σύγχρονού μας ενστίκτου, κάθε κομμάτι της νέας μας αντίληψης για τη ζωή και την ομορφιά, κάθε κομμάτι του υγιούς και συνειδητού πεσιμισμού μας, που δεν είναι παραίτηση ή αδυναμία αλλά ανθισμένο λουλούδι της πληθωρικής ζωής. Είμαστε οι αληθινοί μηδενιστές της πραγματικότητας και οι πνευματικοί κατασκευαστές των ιδεατών κόσμων.

Είμαστε καταστροφικοί φιλόσοφοι και δημιουργικοί ποιητές.

Περπατάμε μες στη νύχτα
μ’ έναν ήλιο στο τσερβέλο·
και με πυρωμένα μάτια
δύο πελώρια χρυσά αστέρια.

Περπατάμε…

II.

Κάμποσα χρόνια πριν, όλοι οι βασιλείς της γης κι όλοι οι τύραννοι του κόσμου διέσχισαν το κατώφλι του χρόνου και (γυρνώντας την πλάτη στην αυγή) κάλεσαν (διά βοής) τα φαντάσματα του παρελθόντος: του πιο ζοφερού παρελθόντος!

Οι φωνές των τυράννων και των βασιλέων ενώθηκαν ακόμα και με τις βραχνές φωνές όλων των μεγάλων σπαγκοραμμένων του πνεύματος, της τέχνης, της σκέψης και της ιδέας! Κι απ’ τις φωνές των τυράννων, των βασιλιάδων και των σπαγκοραμμένων, φαντάσματα και πνεύματα σηκώθηκαν απ’ τους τάφους τους κι ήρθαν να χορέψουνε ανάμεσά μας…

Το «κράτος», η «φυλή», η «πατρίδα» γίναν τα μακάβρια σύννεφα που ’καναν έφοδο στους ουρανούς, απειλητικά φαντάσματα που κρύψανε τον ήλιο· που μας πετάξαν πίσω στη σκοτεινή νύχτα των μακρινών μεσαιωνικών καιρών…

III.

Θάνατος!
Ποιος θυμάται τον μακάβριο χορό του οδυνηρού και τερατώδους θεού του πολέμου;
Ποιος θυμάται ακόμα τον πόλεμο;
Πολύς καιρός έχει περάσει μεταξύ του χθες και του σήμερα, αλλά πάνω σ’ αυτή την άτυχη μα ακόμα ευγενή γη, γονιμοποιημένη από υπολείμματα πρησμένων πτωμάτων και άγονου αίματος, κανένα τέλειο, παρθένο λουλούδι, δημιουργημένο από την πνευματικότητα και την αγνότητα, δεν φυτρώνει σήμερα.
Όχι, τα λουλούδια που γεννιούνται τώρα απ’ το ξηρό έδαφος, τόσο μάταια ποτισμένα στο αίμα, δεν είναι τα λουλούδια της ακμάζουσας ζωής, ικανά για τη μεγάλη ελπίδα, για τον γενναίο αγώνα, της σθεναρής σκέψης˙ είναι μάλλον λουλούδια του θανάτου, γεννημένα στη σκιά, που αναπτύσσονται με το μαρτύριο του υποσυνείδητου, παρασυρόμενα στη θύελλα, μεταφέρονται μαζί με την κίνηση του ποταμού της λησμονιάς…

Δεν είμαι συναισθηματικός… αλλά έχω την φρικτή μνήμη του πολέμου.
Ακόμα και το πνεύμα του μεγάλου Ζαρατούστρα (που ήταν ο αληθινότερος εραστής του πολέμου και ο πιο ειλικρινής φίλος του πολεμιστή) πρέπει να έχει αρρωστήσει τρομερά απ’ αυτόν τον πόλεμο…
Πρέπει να ήταν φοβερά άρρωστος, γιατί τον άκουσα να κραυγάζει: «Πρέπει να αναζητήσετε τον δικό σας εχθρό, πολεμήστε για το δικό σας πόλεμο, και για τις δικές σας ιδέες!»
Κι αν η ιδέα σας ενδίδει, η εντιμότητά σας κραυγάζει για τη νίκη.
Αλλά φευ! το ηρωικό κήρυγμα του μεγάλου απελευθερωτή έπεσε στο κενό!
Το ανθρώπινο κοπάδι δεν ήξερε πως να διακρίνει τον εχθρό του ή να παλέψει για τον πόλεμο των δικών του ιδεών. (Το κοπάδι δεν είχε κανένα δικό του ιδεώδες!)
Και μη ξέροντας τα δικά του ιδεώδη που θα μπορούσαν να θριαμβεύσουν, ο Άβελ πέθανε στα χέρια του Κάιν για ακόμη μια φορά.
Μη γνωρίζοντας πως να πει Ναι ή Όχι! Προχωρά σαν δειλός, σαν ρομπότ (1), όπως πάντα.
Αν είχε τουλάχιστον την ικανότητα να πει το Ναι της ενθουσιώδους υποταγής (αφού δεν είχε την ηρωική δύναμη να πει το τιτάνιο Όχι της τραγικής άρνησης) θα μπορούσε να αποδείξει τελικά ότι πίστευε στην «υπόθεση» για την οποία πέθανε, πολεμώντας…
αλλά δεν ήξερε πως να πει ναι ή όχι!
Πήγε!
Σαν δειλός, όπως πάντα!
Έτσι…
Και ξεκίνησε να πάει προς το θάνατο.
Πήγε προς το θάνατο του χωρίς να ξέρει γιατί.
Όπως πάντα!
Κι ο θάνατος δεν περίμενε…
Ήρθε!…
Ήρθε και χόρεψε.
Χόρεψε και γέλασε!
Για πέντε ολόκληρα χρόνια…
Γελούσε και χόρευε πάνω απ’ τα λασπωμένα ορύγματα όλων των πατρίδων του κόσμου.
Ένας μακάβριος χορός!
Ω, τι ηλίθιος και μακάβριος (πόσο θηριώδης και ωμός) είναι αυτός ο θάνατος που χορεύει χωρίς να κουβάλα τα φτερά κάποιου ιδεώδους.
Χωρίς μια βίαια ιδέα που υπονομεύει και καταστρέφει.
Χωρίς μια γόνιμη ιδέα που παράγει και δημιουργεί.
Τι ηλίθιο και φρικτό πράγμα είναι να πεθαίνουν σαν δειλοί, χωρίς να ξέρουν το γιατί.
Τον είδαμε (όπως χόρευε) ο Θάνατος.
Ήταν ο μαύρος Θάνατος, αδιάφανης, χωρίς καμιά ευκρίνεια φωτός.
Ήταν ένας Θάνατος χωρίς φτερά!…
Πόσο άσχημος και χυδαίος ήταν.
Πόσο άχαρος ήταν ο χορός του!
Και πως τους θέριζε (χορεύοντας) όλους τους περίσσιους, όλους εκείνους που περίσσευαν!
Εκείνους για τους οποίους (ο μεγάλος απελευθερωτής λέει πως) το κράτος εφευρέθηκε.
Αλλά, δυστυχώς, δεν θέρισε μόνο αυτούς…
Ναι! Ο Θάνατος (για να εκδικηθεί το Κράτος) θέρισε αυτούς που δεν ήταν άχρηστοι. Αυτούς που ήταν αναγκαίοι…
Θέρισε ακόμα αυτούς των οποίων η ζωή ήταν ένα βαθυστόχαστο ποίημα που η υποσυνείδητη του θλίψη τραγούδησε ένα εύθυμο ρεφρέν…
Αλλά αυτοί οι οποίοι δεν περίσσεψαν, αυτοί που δεν ήταν περίσσιοι, αυτοί που πέφτοντας κραυγάζουν το επαναστατικό και ισχυρά τιτάνιο Όχι! αυτοί θα εκδικηθούν.
Θα εκδικηθούμε γι’ αυτούς!
Θα εκδικηθούμε γι’ αυτούς γιατί ήταν τα αδέρφια μας˙ γιατί πέθαναν με τα άστρα μες στα μάτια τους˙ γιατί όπως πεθαίναν, έπιναν τον ήλιο.
Τον ήλιο του Ονείρου.
Τον ήλιο της Μάχης.
Τον ήλιο της Ζωής.
Τον ήλιο της Ιδέας!

IV

Ο πόλεμος!…
Τι ανανέωσε ο πόλεμος;
Που είναι η ηρωική μεταμόρφωση του πνεύματος;
Πότε ορθώθηκαν οι λαμπερές πινακίδες των νέων ανθρώπινων αξιών;
Σε ποιο ιερό ναό έχουν τον θαυματουργό χρυσό αμφορέα, που περιέχει τις φλεγόμενες καρδιές των δημιουργικών ιδιοφυϊών και των επιβλητικών ηρώων, που οι παράφρονες υποστηρικτές του μεγάλου πολέμου υποσχεθήκαν;
Που λάμπει ο μεγαλοπρεπής ήλιος του νέου μεγάλου μεσημεριού;
Τρομερά ποτάμια αίματος ποτίσαν τη χλόη όλου του κόσμου και προχωρήσαν ουρλιάζοντας σε όλους τους δρόμους της γης.
Τρομαχτικοί χείμαρροι δακρύων έγιναν η σπαρακτική, αγωνιώδης ηχώς του θρήνου τους που αντηχεί μέσα απ’ τις πιο απομονωμένες, τις σκοτεινότερες δίνες όλων των ηπείρων του κόσμου.
Βουνά ανθρώπινων οστών και δέρματος σαπισμένα παντού μες στη λάσπη, και κλάματα σ’ όλο το φως του ήλιου.
Αλλά τίποτα δεν άλλαξε: δεν ωφέλησε σε τίποτα!
Ο ιός που μαστίζει τις κοιλιές των αστών απλά εξαπλώνεται από κορεσμό˙ και η κοιλιά των προλετάριων παραπονιέται απ’ την πολλή πείνα!
Και αρκετά!
Αν με το Χριστό και τον χριστιανισμό, το ανθρώπινο πνεύμα καταστέλλεται μέσα στο κρύο και άδειο διάστημα της μετά θάνατον ζωής, με τον Καρλ Μαρξ και το σοσιαλισμό, ξεπέφτει απλά στο έντερο…
Ο βρυχηθμός που ακούστηκε σε όλο τον κόσμο μετά τον πόλεμο, συγκλονίζοντας την ανθρωπότητα, δεν ήταν παρά ο ήχος των στομαχιών που ο σοσιαλισμός πρόδωσε, εξάλειψε, κατέπνιξε και κρέμασε μόλις αντιλήφθηκε ότι αυτός ο βρυχηθμός άρχιζε να παίρνει ένα κομμάτι απ’ το χρώμα του περιεχομένου της ιδέας…
Αυτή η ανώτατη, ανώνυμη δειλία χρησιμοποίησε την πιο μαύρη, την πιο γυμνή, την πιο άθλια αντίδραση που γεννήθηκε και μεγάλωσε δραματικά.
Ήταν λογική-φυσική-θανατηφόρα!
Ήταν ανθρώπινη…

V

Η εποχή μας (παρά την κενότητα και σε αντίθεση με τα φαινόμενα) βρίσκεται ήδη στα τέσσερα κάτω από τους βαρείς τροχούς της νέας Ιστορίας.
Η απαίσια ηθική του μπάσταρδου χριστιανικού-φιλελεύθερου-αστικού-πληβειακού πολιτισμού μας, στρέφεται προς το ηλιοβασίλεμα.
Η ψευδής κοινωνική μας οργάνωση καταρρέει μοιραία˙ αδυσώπητα!
Το φασιστικό φαινόμενο είναι η πιο σίγουρη, αναμφισβήτητη απόδειξη γι’ αυτό.
Στην Ιταλία όπως παντού…
Για να το αντιληφθείτε δεν χρειάζεται να γυρίσετε πίσω στο χρόνο και να ρωτήσετε την Ιστορία. Αλλά αυτό δεν είναι αναγκαίο! Το παρόν μιλάει αρκετά εύγλωττα…
Ο φασισμός δεν είναι τίποτα παραπάνω παρά η κτηνωδία, ο σπασμός μιας κοινωνίας που πνίγηκε τραγικά στο τέλμα των ψεμάτων της.
Επειδή (ο φασισμός) πραγματικά γιορτάζει διονυσιακά με φλεγόμενες πυρές και μοχθηρά όργια αίματος˙ αλλά το σκοτεινό τρίξιμο της αναψοκοκκινισμένης φωτιάς του δεν εκπέμπει ούτε μια σπίθα ζωντανής πνευματικής καινοτομίας˙ ενώ το αίμα που χύνεται μεταμορφώνεται σε κρασί, που εμείς (οι προάγγελοι του χρόνου) σιωπηλά συλλέγουμε στα κόκκινα κύπελλα του μίσους που προορίζεται να γίνει το ηρωικό ποτό για να κοινωνήσουν τα χλωμά παιδιά της νύχτας και της θλίψης στη μοιραία επικοινωνία της μεγάλης εξέγερσης.
Θα πάρουμε απ’ το χέρι αυτά τα αδέρφια μας για να πορευτούμε μαζί και να αναρριχηθούμε μαζί προς νέες πνευματικές αυγές, προς τις νέες αυγές της ζωής, προς τις νέες κατακτήσεις της σκέψης, προς τις νέες γιορτές φωτός˙ νέα ηλιόλουστα μεσημέρια.
Γιατί είμαστε εραστές του απελευθερωτικού αγώνα.
Γιατί είμαστε τα παιδιά της θλίψης που αυξάνεται και της δημιουργικής σκέψης.
Είμαστε ανήσυχοι αλήτες.
Οι τολμηρότεροι σε κάθε εγχείρημα˙ οι προβοκάτορες κάθε δοκιμασίας.
Και η ζωή μια «δοκιμασία» είναι! Ένα βάσανο! Μια τραγική μάχη. Μια φευγαλέα στιγμή!

VI

Η θέλησή μας ηρωική!
Όλα θα γίνουν ένα κύμα μίσους στην καρδιά του κόσμου και θα μετατραπούν όλα σε μια καταιγίδα της αβύσσου.
Σ’ ένα τυφώνα των κορυφών.
Σε κραυγές των ψυχών.
Σε ουρλιαχτά λευτεριάς!
Γιορτάζοντας τον κοινωνικό επικήδειο, θα προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε την ζωή του ατόμου: του λεύτερου και μεγάλου Εγώ.
Για να μη θριαμβεύει πλέον το σκοτάδι.
Για να μη μας τυλίγουν οι σκιές πια.
Για να γίνει η αστείρευτη φωτιά του ήλιου αιώνια και να διαιωνίζει τη γιορτή του φωτός πάνω σε στεριά και θάλασσα!
Γιατί ‘μαστε φλογισμένοι ονειροπόλοι του αδύνατου: οι επικίνδυνοι κατακτητές των άστρων!

VII

Ο φασισμός (παρά την κενότητα και σε αντίθεση με τα φαινόμενα) είναι κάτι πολύ εφήμερο και ανήμπορος να αποτρέψει την ελεύθερη, αχαλίνωτη πορεία της επαναστατικής σκέψης η οποία ξεχειλίζει και εξαπλώνεται ορμητικά πάνω από κάθε φράγμα και μαίνεται αχαλίνωτα πέρα από κάθε όριο (ως ισχυρή και ζωογόνος δύναμη) πίσω απ’ τα γιγάντια βήματα της σθεναρής και τιτάνιας δράσης του σκληρού ανθρώπινου μυ.
Ο φασισμός είναι ανίσχυρος γιατί είναι ωμή βία.
Είναι ύλη χωρίς πνεύμα.
Είναι σώμα χωρίς νου.
Μια νύχτα χωρίς αυγή.
Είναι το άλλο πρόσωπο του σοσιαλισμού…
Δυο καθρέφτες χωρίς φως: δυο έκπτωτοι αστέρες!
Ο σοσιαλισμός είναι η αριθμητική (υλιστική) δύναμη που, δρώντας στη σκιά ενός δόγματος, διαλύει και διαλύεται σ’ ένα άθλιο «όχι» της πνευματικότητας˙ που την εκκενώνει από κάθε αδέσμευτο, εκούσιο, ηρωικό, ιδεώδες. Ο φασισμός είναι το επιληπτικό παιδί του πνευματικού «όχι», που αποκτηνώνεται από τη (μάταια) προσπάθεια για το χυδαίο υλιστικό «ναι».
Στο πεδίο των ηθικών αξιών είναι ίσοι. Φασισμός και σοσιαλισμός είναι δυο αντάξια αδέρφια. Ακόμα κι αν αποκαλέσετε τον τελευταίο Άβελ και τον πρώτο Κάιν. Ένα κοινό Όνειρο τους ενώνει. Κι αυτό τ’ όνειρο λέγεται Εξουσία.

VIII

Μαύρα λάβαρα στον άνεμο
βαμμένα με αίμα και ήλιο.
Μαύρα λάβαρα στον ήλιο
ουρλιαχτό δόξας στον άνεμο!
Αυτό που δεν έκανε και δεν μπορούσε να κάνει ο πόλεμος, μπορεί και θα το κάνει η επανάσταση!

Ω, μαύρες παντιέρες υψωμένες
απ’ την πυγμή του εξεγερμένου ανθρώπου
-που συγκεντρώνει τη ματιά του έντονα
πέρα απ’ το κυρίαρχο ψέμα
-ανεμίζοντας στον ήλιο και τον άνεμο
ανεμίζοντας στον άνεμο και τον ήλιο
Η νίκη γελά στο βάθος!
Στο βάθος – στο βάθος – στο βάθος!
Στο μεγαλείο του ήλιου και τ’ ανέμου!

 

IX

 

Φασισμός και σοσιαλισμός είναι τσιρότα στο χρόνο: αυτοί που αναβάλουν την πράξη!
Είναι θυμωμένα αποκρυσταλλωμένα απολιθώματα που ο αποφασιστικός δυναμισμός (με τον οποίο σχεδιάζουμε την ιστορία όπως προχωρά) θα εξαφανίσει στον ίδιο τάφο των καιρών. Γιατί στο πεδίο των πνευματικών και ηθικών αξιών, οι δυο εχθροί είναι ολόιδιοι.
Είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Κι οι δυο δεν διαθέτουν το φως της αιωνιότητας!
Μόνο οι μεγάλοι πνευματώδεις αλήτες (φορείς της μαύρης σημαίας) μπορούν να ‘ναι η φωτεινή ζωογόνος δύναμη που ωθώντας την αιώνια επανάσταση σπρώχνει τον κόσμο προς τα μπρος.

X

Η αποφασιστική ψυχή μας είναι πολύμορφη…
Διαπερνά τον παλλόμενο καυτό ήλιο και τα τρεμάμενα απ’ τη συγκίνηση άστρα!
Είμαστε ποιητές της επανάστασης και φιλόσοφοι της καταστροφής.
Είμαστ’ αναρχικοί.
Εικονοκλάστες!
Ατομικιστές,
άθεοι,
μηδενιστές!
Είμαστε φορείς των μαύρων σημαιών.
Περπατάμε μες στη νύχτα
μ’ έναν ήλιο στο τσερβέλο·
και με πυρωμένα μάτια
δύο πελώρια χρυσά αστέρια.
Περπατάμε!…
Και στο θέατρο της ανθρωπότητας, η θέση μας είναι η πιο ακραία απ’ όλη την άκρα αριστερά.

XI

Πίσω απ’ τα γιγάντια, μαύρα σύννεφα που εξακολουθούν να κρύβουν τον ουρανό, ένα κόκκινο λυκόφως αναβοσβήνει.
Η τραγική γιορτή του κοινωνικού δειλινού πλησιάζει.
Το τελευταίο βράδυ θα είναι μαύρο με το πορφυρό του αίματος.
Μ’ αίμα και φωτιά.
Γιατί το αίμα, αίμα ζητά.
Είναι παλιά ιστορία…
Κι έπειτα τα παιδιά μας (τα παιδιά της Αυγής) πρέπει να γεννηθούν από αίμα και να σφυρηλατηθούν από φωτιά.
Γιατί οι νέες ατομικιστικές ιδέες πρέπει να γεννηθούν πιο παρθένες και όμορφες από τις μεγάλες κοινωνικές τραγωδίες: από τις θύελλες των νέων τυφώνων.
Κι είναι μόνο απ’ τη μεγάλη καταστροφή της φωτιάς και του αίματος που ο αληθινός Αντίχριστος από το βάθος της ανθρωπότητας και της σκέψης θα γεννηθεί. Το αληθινό τέκνο της γης και του ηλίου ικανό να σκαρφαλώσει πάνω απ’ τις κορφές και να ερευνεί την άβυσσο.
Γιατί ο Αντίχριστος είναι Αετός και Φίδι.
Κατοικεί στις κορφές και στα βάθη.
Αυτός (το πνεύμα του νέου ανθρώπου) θα περάσει μέσα απ’ τα καπνισμένα ερείπια του παλιού, κατεστραμμένου κόσμου για να υψωθεί πάνω απ’ το μεγαλοπρεπές μυστήριο της παρθένας αυγής που πλησιάζει.
Εκείνος (όμορφος και θαυμαστός) θα σταθεί στο κατώφλι του νέου πρωινού ποτισμένου απ’ την άγρια, σπινθηρίζουσα δύναμη της υπεράνθρωπης ομορφιάς, λέγοντας στους ανθρώπους που διστάζουν: Εμπρός, εμπρός!
Τρέχουμε πέρα από κάθε σύστημα
Τρέχουμε πέρα από κάθε φόρμα
Πετάμε προς την υπέρτατη λευτεριά
Προς την ακραία ΑΝΑΡΧΙΑ!

XII

Εμείς (τα λεύτερα πνεύματα) οι αλήτες της ιδέας, άθεοι της μοναξιάς, δαίμονες της αφανούς ερήμου που δεν έχει μάρτυρες.
Εμείς (τα Τέρατα του νυχτερινού φωτός), έχουμε ήδη προχωρήσει προς τις ακραίες κορυφές.
Περπατάμε μες στη νύχτα
μ’ έναν ήλιο στο τσερβέλο·
και με πυρωμένα μάτια
δύο πελώρια χρυσά αστέρια.
Και (μαζί με μας) όλα πρέπει να οδηγούνται στην ανώτερη συνέπειά τους.
Ακόμα και το μίσος.
Ακόμα και η βία.
Ακόμα και το «έγκλημα»!
Γιατί το μίσος δίνει τη δύναμη που τολμά.
Η βία και το «έγκλημα» είναι η ιδιοφυΐα που καταστρέφει και η ομορφιά που δημιουργεί.
Και θέλουμε να τολμήσουμε.
Καταστρέφοντας (ανανεώνοντας) να δημιουργήσουμε!
Επειδή όλα αυτά που είναι ρηχά και χυδαία πρέπει να υπονομευτούν και να διαλυθούν.
Πρέπει να μείνει μόνο ότι είναι εξαίρετο.
Γιατί ότι είναι εξαίρετο ανήκει στην Ομορφιά.
Και η ζωή θα πρέπει να είναι όμορφη.
Ακόμα και στη θλίψη.
Ακόμα και μες στη θύελλα!…

 

XIII

 

Έχουμε σκοτώσει τον «καθήκον» της αλληλεγγύης, έτσι ώστε η ελεύθερη επιθυμία μας για αυθόρμητη αγάπη και εθελοντική πατρότητα να αποκτά μια ηρωική αξία στη ζωή.
Σκοτώσαμε το έλεος γιατί είναι ένα ψευδές χριστιανικό συναίσθημα και επειδή θέλουμε να δημιουργήσουμε τον ευγενή, ακατανόητο δοτικό εγωισμό.
Στραγγαλίσαμε το ψευδές κοινωνικό δικαίωμα (δημιουργό ταπεινών, δειλών και επαιτών) έτσι ώστε ο άνθρωπος να σκάψει ως το βαθύτερο, το πιο μυστικό «ΕΓΩ» του για να βρει τις δυνάμεις του Μοναδικού.
Επειδή το γνωρίζουμε από μόνοι μας.
Η ζωή κουράστηκε να έχει καχεκτικούς εραστές.
Γιατί η γη κουράστηκε να καταπατείται μάταια από τεράστιες ορδές νάνων που ψέλνουν ηλίθιες χριστιανικές προσευχές.
Και τέλος γιατί εμείς κουραστήκαμε απ’ αυτούς τους ψόφιους «αδελφούς» μας που ‘ναι ανίκανοι για ειρήνη ή πόλεμο. Κατώτεροι του μίσους και της αγάπης.
Ναι! Βαρεθήκαμε!
Η ανθρωπότητα πρέπει να ανανεωθεί.
Πρέπει το επικό και βάρβαρο τραγούδι της νέας και παρθένας ζωής να ‘αντηχήσει σ’ ολάκερο τον κόσμο.
Είμαστε οι φορείς
των αναμμένων πυρσών.
Είμαστε οι φλογιστές
των αναμμένων πυρών.
Η σημαία μας μαύρη.
Ο δρόμος μας είναι το άπειρο.
Και το ύψιστο ιδανικό μας
είναι η κορφή και η άβυσσος.
Περπατάμε!…
Περπατάμε μες στη νύχτα
μ’ έναν ήλιο στο τσερβέλο·
και με πυρωμένα μάτια
δύο πελώρια χρυσά αστέρια.
Περπατάμε…
Κι αν τα όνειρά μας είναι μια χίμαιρα;
Κι αν οι αγώνες μας είναι άχρηστοι και μάταιοι; Κι αν η ανανέωση της ανθρωπότητας είναι αδύνατον να επιτευχθεί;
Α, όχι. Θα περπατήσουμε παρ’ όλα αυτά.
Για την αξιοπρέπειά μας.
Για την αγάπη των ιδανικών μας.
Για την λευτεριά του πνεύματός μας.
Για το πάθος του μυαλού μας.
Για την αναγκαιότητα της ζωής μας.
Καλύτερα να πεθάνουμε σαν ήρωες στην προσπάθεια γι΄ απελευθέρωση και αυτό-ανύψωση του εαυτού μας, παρά να φυτοζωούμε ως ανίκανοι και δειλοί στην απεχθή αυτή πραγματικότητα.
Ω μαύρες παντιέρες,
ω μαύρα τρόπαια,
εμβλήματα και σύμβολα
της αιώνιας εξέγερσης.
Εσείς είστε η ματωμένη απόδειξη όλης της ανθρώπινης τόλμης:
Είστε οι υπονομευτές όλων των προκαταλήψεων:
Εσείς που είστε οι μόνοι πραγματικοί εχθροί όλης της ανθρώπινης ντροπής˙ όλων των απαίσιων ψεμάτων!
Εσείς που τραγουδάτε την αιώνια εξέγερση, ποτισμένοι απ’ τη θλίψη και το αίμα!
Την σφίγγω μες στη γερή γροθιά μου
και μες στις θύελλες και τους ανέμους
την υψώνω στο μεγαλείο του ήλιου.
Στο μεγαλείο του ήλιου και των ανέμων…
Των ανέμων και του ήλιου και του φωτός.

 

Σημείωση της μετάφρασης:
1) Για την αθλιότητα του όρου «ρομπότ» αντιγράφουμε από τη βικιπέδια (που δεν είναι και κινηματικό μέσο…): Η λέξη ρομπότ προέρχεται από το σλαβικό robota που σημαίνει εργασία. Καθιερώθηκε ως όρος με την σημερινή του έννοια το 1920 από τον Τσέχο θεατρικό συγγραφέα Karel Čapek στο έργο του “R.U.R.” (Rossum’s Universal Robots), όπου σατιρίζει την εξάρτηση της κοινωνίας από τους μηχανικούς εργάτες (ρομπότ) της τεχνολογικής εξέλιξης και που τελικά εξοντώνουν τους δημιουργούς τους. Σε πολλές σύγχρονες σλαβικές γλώσσες (πχ την πολωνική) χρησιμοποιείται σαν έκφραση της καθημερινότητας με την έννοια της σκληρής δουλειάς (αντίστοιχο του χαμαλίκι).

 

αναδημοσίευση από: εδώ

“Ειμαι επισης ενας μηδενιστης”, Renzo Novatore

(Renzo Novatore, 21/05/1920, Μιλάνο)

I

Είμαι ατομικιστής επειδή είμαι αναρχικός και είμαι αναρχικός επειδή είμαι μηδενιστής. Αλλά καταλαβαίνω επίσης το μηδενισμό με το δικό μου τρόπο…

Δε με νοιάζει αν είναι Νορβηγικής ή Ανατολίτικης προέλευσης, ούτε αν έχει μία ιστορική, πολιτική, πρακτική παράδοση, ούτε αν ακολουθεί μία θεωρητική, φιλοσοφική, πνευματική ή διανοητική τέτοια. Αποκαλώ τον εαυτό μου μηδενιστή επειδή ξέρω πως μηδενισμός σημαίνει άρνηση.

Άρνηση κάθε κοινωνίας, κάθε σέκτας, κάθε κανόνα, κάθε θρησκείας. Αλλά δε λαχταρώ τη Νιρβάνα περισσότερο από ότι ποθώ τον απελπισμένο και ανίσχυρο πεσιμισμό του Σοπενχάουερ, ο οποίος είναι χειρότερος από τη βίαια αποκήρυξη της ίδιας της ζωής. Ο δικός μου πεσιμισμός είναι ενθουσιώδης και διονυσιακός, σαν φλόγα που πυρπολεί τη ζωτική μου αφθονία, που χλευάζει κάθε θεωρητική, επιστημονική και ηθική φυλακή.

Και αν αποκαλώ τον εαυτό μου ατομικιστή αναρχικό, εικονοκλάστη και μηδενιστή, είναι ακριβώς επειδή πιστεύω πως σε αυτά τα επίθετα υπάρχει η υψηλότερη και η πιο πλήρης έκφραση της θεληματικής και ριψοκίνδυνης ατομικότητας μου, η οποία, σαν ποταμός που ξεχειλίζει, θέλει να επεκταθεί παρασύροντας ορμητικά φράγματα και φράχτες ώσπου να πέσει πάνω σε γρανιτένιο βράχο, συνθλίβοντας και διαλύοντας στο πέρασμα του. Δεν αποκηρύσσω τη ζωή. Την εξυμνώ και την τραγουδώ.

II

Όποιος αποκηρύττει τη ζωή επειδή θεωρεί πως δεν είναι τίποτα άλλο από πόνος και θλίψη και δε βρίσκει το ηρωικό κουράγιο να αυτοκτονήσει είναι, κατά τη γνώμη μου, ένας τερατώδης υποκριτής και ένας ανήμπορος. Όπως ακριβώς είναι κάποιος, ένα οικτρό και κατώτερο πλάσμα εάν πιστεύει πως το ιερό δέντρο της ζωής είναι ένα διεστραμμένο φυτό στο οποίο μπορούν θα σκαρφαλώσουν όλοι οι πίθηκοι αργά ή γρήγορα και πως μετά, τη σκιά του πόνου θα τη διώξουν μακριά τα φωσφορίζοντα βεγγαλικά του πραγματικού Καλού…

III

Η ζωή, για μένα, δεν είναι ούτε καλή ούτε κακή, δεν είναι ούτε μια θεωρία ούτε μια ιδέα. Η ζωή είναι μια πραγματικότητα, και η πραγματική ζωή είναι πόλεμος. Για εκείνον που έχει γεννηθεί πολεμιστής, η ζωή είναι πηγή χαράς, για τους άλλους είναι πηγή ταπείνωσης και θλίψης. Δεν απαιτώ πια την ανέμελη χαρά απ’ τη ζωή. Δε μπόρεσε να μου τη δώσει, και δεν θα είχα τι να την κάνω τώρα πια που η εφηβεία μου πέρασε…

Αντίθετα, απαιτώ να μου δώσει εκείνη τη διεστραμμένη χαρά της μάχης, που μου δίνει τους θλιβερούς σπασμούς της ήττας και τις ηδονικές ανατριχίλες της νίκης.

Ηττημένος στη λάσπη ή νικητής στον ήλιο, τραγουδώ τη ζωή και τη λατρεύω!

Το εξεγερμένο πνεύμα μου δε βρίσκει γαλήνη παρά μόνο στον πόλεμο, όπως ακριβώς δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία για το αλήτικο, γεμάτο άρνηση μυαλό μου από την, χωρίς αναστολές, επιβεβαίωση της ικανότητας μου για ζωή και αγαλλίαση. Κάθε μου ήττα είναι, για μένα, μονάχα ένα συμφωνικό πρελούδιο για μια νέα νίκη.

IV

Από τη μέρα που ήρθα στο φως -μέσα από μία τυχαία σύμπτωση που δε με ενδιαφέρει να εξηγήσω τώρα- κουβαλούσα μαζί μου το δικό μου Καλό και το δικό μου Κακό.

Εννοώ: τη χαρά και τη θλίψη μου, σε εμβρυακό στάδιο. Και οι δύο αναπτύχθηκαν μαζί μου στο πέρας του χρόνου. Όσο πιο έντονα αισθανόμουν χαρά, τόσο πιο βαθιά καταλάβαινα τη θλίψη. Δε μπορείς να καταπιέσεις το ένα χωρίς να καταπιέσεις και το άλλο.

Τώρα έσπασα την πόρτα και αποκάλυψα το γρίφο της Σφίγγας. Η χαρά και η θλίψη είναι απλά δύο ποτά με τα οποία μεθά ανέμελα η ζωή. Έτσι λοιπόν, η ζωή δεν είναι μία άθλια και τρομακτική έρημος, όπου ούτε ανθίζουν λουλούδια πια, ούτε δρέπονται πορφυροί καρποί.

Και ακόμα και η δριμύτερη θλίψη, αυτή που οδηγεί ένα δυνατό άνδρα στη συνειδητή και τραγική καταστροφή της ίδιας του της ατομικότητας, είναι μονάχα μία δραστήρια εκδήλωση τέχνης και ομορφιάς.
Και επιστρέφει ξανά στο παγκόσμιο ανθρώπινο ρεύμα με τις εκτυφλωτικές ακτίνες του εγκλήματος που καταστρέφει και παρασέρνει όλη την αποκρυσταλλωμένη πραγματικότητα του περιγεγραμμένου κόσμου των πολλών, ώστε να ανυψωθεί προς την απόλυτη ιδανική φλόγα και να διαλυθεί στην ατελείωτη φωτιά του καινούριου.

V

Η εξέγερση του ελεύθερου ενάντια στη θλίψη είναι μονάχα η ενδόμυχη, παθιασμένη επιθυμία για μεγαλύτερη και πιο έντονη χαρά. Αλλά η μεγαλύτερη χαρά μπορεί να εμφανιστεί σε αυτόν μονάχα στον καθρέφτη της πιο βαθιάς θλίψης, για να ενωθούν αργότερα σε μία τεράστια βάρβαρη αγκαλιά. Και από αυτήν την τεράστια και παραγωγική αγκαλιά, αναβλύζει το υψηλότερο χαμόγελο του ισχυρού, καθώς, στα μέσα της σύγκρουσης, τραγουδά τον πιο βροντερό ύμνο στη ζωή.

Έναν ύμνο πλεγμένο από περιφρόνηση και χλεύη, από θέληση και δύναμη. Έναν ύμνο που δονείται και πάλλεται στο φως του ήλιου καθώς λάμπει πάνω στους τάφους, έναν ύμνο που ανασταίνει το τίποτα και το γεμίζει με ήχο.

VI

Πάνω από το δουλικό πνεύμα του Σωκράτη, που δέχεται στωικά το θάνατο και πάνω από το ελεύθερο πνεύμα του Διογένη, που δέχεται κυνικά τη ζωή, ανατέλλει ένα θριαμβικό ουράνιο τόξο, πάνω στο οποίο χορεύει ο ιερόσυλος εξολοθρευτής των νέων πνευμάτων, ο ριζοσπάστης καταστροφέας κάθε ηθικού κόσμου.

Είναι o ελεύθερος που χορεύει εκεί ψηλά, καταμεσής της μεγαλόπρεπης φωτεινότητας του ήλιου.

Και όταν τεράστια σύννεφα ζοφερού σκοταδιού ξεπροβάλλουν από βαλτώδη βάραθρα για να θολώσουν τη φωτεινή θωριά του ή για να εμποδίσουν το δρόμο του, εκείνος ανοίγει το δρόμο με τις σφαίρες του Browning του ή σταματάει την πορεία τους με την αυταρχική του φαντασία, αναγκάζοντάς τα να υποταχθούν σαν ταπεινοί σκλάβοι στα πόδια του.

Άλλα μόνο εκείνος που γνωρίζει και εξασκεί την μανία της καταστροφής μπορεί να κατέχει τη χαρά, τη γεννημένη από την ελευθερία, εκείνης της μοναδικής ελευθερίας που γονιμοποιείται από τη θλίψη. Αντιστέκομαι στην πραγματικότητα του εξωτερικού κόσμου για χάρη του θριάμβου της πραγματικότητας του εσωτερικού μου κόσμου.

Απορρίπτω την κοινωνία για το θρίαμβο του Εγώ. Απορρίπτω τη σταθερότητα κάθε κανόνα, κάθε εθίμου, κάθε ηθικής για την επιβεβαίωση κάθε θεληματικού ενστίκτου, κάθε ελεύθερης συναίσθησης, κάθε πόθου, κάθε φαντασίας. Χλευάζω κάθε καθήκον και κάθε δικαίωμα για να μπορώ να τραγουδώ την ελεύθερη βούληση.

Χλευάζω το μέλλον του να υποφέρω και απολαμβάνω το καλό μου και το κακό μου στο παρών. Σιχαίνομαι την ανθρωπότητα γιατί δεν είναι η δικιά μου ανθρωπότητα. Μισώ τους τυράννους και απεχθάνομαι τους σκλάβους. Δε θέλω και δε ζητώ αλληλεγγύη, γιατί είμαι πεπεισμένος πως είναι μία νέα αλυσίδα και γιατί πιστεύω όπως και ο Ίψεν ότι ο πιο μόνος είναι και ο πιο δυνατός. Αυτός είναι ο Μηδενισμός μου. Η ζωή, για μένα, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα ηρωικό ποίημα χαράς και διαστροφής γραμμένο από τα ματωμένα χέρια της θλίψης και του πόνου ή ένα τραγικό όνειρο τέχνης και ομορφιάς.

μετάφραση και δημοσίευση: Parabellum

“Το υποτακτικο πληθος”, L

«Όλες οι επαναστάσεις έχουν αποτύχει; Ίσως, αλλά η εξέγερση για καλό σκοπό
είναι δικαιολογημένη από μονή της- είναι καλή . Η εξέγερση μεταμορφώνει
τους σκλάβους σε ανθρώπινα όντα, έστω και για μία ώρα μόνο».

Edward Abbey

Μπορείς να είσαι το πιο ευχάριστο, καλόβολο, καλόκαρδο άτομο, αλλά αυτό
δεν έχει πραγματικά καμία σημασία για τα «φυσιολογικά» μέλη της Κοινωνίας:
τους «ακόλουθους», αυτούς που φοβούνται και εχθρεύονται οποιονδήποτε
εκλαμβάνουν ως διαφορετικό σε σχέση με οτιδήποτε οι ίδιοι θεωρούν αποδεκτό
ή αξιοπρεπές. Φαίνεται ότι το να φοράς διαφορετικά ρούχα ή να έχεις
περίεργο κούρεμα είναι αρκετό για να διακινδυνεύσεις την οργή των «καλών
ανθρώπων», για να μην αναφέρουμε καν το να έχεις διαφορετικούς τρόπους ή
αντίληψη για την επικρατούσα τάση. Αν έχεις ιδέες που αμφισβητούν το
status quo, και είσαι αποφασισμένος να τις μετατρέψεις σε εμπειρία,
ετοιμάσου για το θυμό και την κακία τους. Με στενά μυαλά και χαμηλούς
ορίζοντες, το υποτακτικό πλήθος είναι τα μάτια, τα αυτιά και το στόμα της
καταστολής. Χαμερπείς κονφορμιστές που -όταν δεν ψάχνουν «τρομοκράτες» και
«εγκληματίες»- είναι απασχολημένοι με το αναζητούν και να καταδίδουν
οποιονδήποτε δεν περνά τη ζωή του σαν ένας από το κοπάδι των προβάτων.
Πρόβατα που σκάβουν για λεφτά, λένε ψέματα, εξαπατούν και μαχαιρώνουν
πισώπλατα για να πάρουν αυτό που θέλουν, να εξουσιάσουν άλλους ανθρώπους
όταν μπορούν, και ικετεύουν τις αρχές για προστασία και έλεος. «Γείτονες»,
«κοινότητες» και «πολίτες», απλά περισσότερες λέξεις για αυτούς που γεμίζουν τους δρόμους με την ξενοφοβία
τους, το εθνικισμό τους και την
υποκρισία τους. Αυτοί που σέβονται την κοινωνική μετριότητα και κολακεύουν
την εξουσία αξίζουν την περιφρόνησή μου. Ο κόσμος τους πρέπει να
εξαφανιστεί.
Τι είναι φυσιολογικό. Ρωτάω επειδή, προφανώς, από την αντίδραση των
αγνώστων ανάμεσα στους οποίους ζω, δεν είμαι «κανονικός» ούτε εξ
αποστάσεως. Να γραπώνεσαι από κάποια σκατοδουλειά, να παντρεύεσαι και να
αναπαράγεσαι, να τρέχεις να αγοράσεις το δικό σου σπίτι, καταναλωτισμός,
μπύρα και τηλεόραση μετά από μία μέρα στη δουλειά: αυτή είναι η καλή ζωή,
αυτή είναι η κανονικότητα αυτών που αγαπούν την Κοινωνία και τοποθετούν
όλους τους άλλους εναντίον. Αυτοί οι πολίτες μισούν οποιοδήποτε τολμά να
λάμψει περισσότερο από όλα αυτά και θα κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι
τους για να καταστρέψουν αυτούς που φέρνουν το φως. Γιατί είναι το φως των
Μοναδικών που κάνει τους αδαείς να αντιληφθούν ότι η δική τους
χαμερπής συμμόρφωση δεν είναι παρά μια σκιά της ζωής.

Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της Κοινωνίας είναι η υποταγή στη συστηματική
βία των πλουσίων και η καταστολή οποιοιδήποτε ατόμου ή ομάδας αμφισβητεί
την τάξη τους. Πάντα ήταν έτσι τα πράγματα και θα παραμείνουν έτσι για
πάντα. Ο αγώνας του ατόμου ενάντια στην Κοινωνία και το Κράτος είναι ένας
αέναος αγώνας ενάντια στην απώλεια της ιστορικής μνήμης και της ανθρώπινης
αξιοπρέπειας. Είναι ο αγώνας του Μοναδικού ενάντια στο υπάρχον.

Δεν ξεχνάω ποτέ ότι η ανατροπή δεν είναι μόνο έκρηξη και πυρκαγιά: είναι η
σταθερή και επίμονη διαστροφή των κυρίαρχων αξιών και της ηθικής εκείνων
που ελέγχουν τη ζωή μου. Όπως τα πλήθη των ανθρώπων που αρνούνται την
αυτονομία μου, το χώρο και την ελευθερία μου. Οι περισσότεροι άνθρωποι
είναι κάτι παραπάνω από ρομπότ που πρόθυμα παραχωρούν τον έλεγχο της ζωής
τους χωρίς αγώνα. Θα επιτεθώ στην Κοινωνία και το Κράτος τους με το λόγο
μου, με γραμμένες λέξεις και πράξεις.

Οι ιδέες μου δεν θα χαθούν ποτέ, καθώς δεν ανήκουν σε μένα. Επιστρέφουν με
κάθε γενιά, μέσα σε αυτούς τους λίγους Μοναδικούς με τους οποίους
μοιράζομαι τη φύση μου, όπως τα αστέρια στο νυχτερινό ουρανό αναζητούν τη
ζωή μέσα από ατελείωτα απόβλητα. Για μένα, αναρχία είναι το μαύρο κενό του
μηδενιστικού χάους που εμφανίζεται ως πηγή όλης της δημιουργίας και
καταστροφής. Δεν είναι απλά μια μέθοδος οικονομικού και κοινωνικού
ρεφορμισμού όπως κηρύττουν οι πολιτισμένοι αναρχικοί ως καλοί Χριστιανοί
μαζί με τους υπόλοιπους κοινωνιστές.

Αφιερωμένο στον Eat, του Πυρήνα Luciano Tortuga / FAI Ινδονησία

L

 

Αυτό το απόσπασμα είναι ακόμα μια συνεισφορά στην κριτική εναντίον του «αστικού αναρχισμού» όπως αυτός έχει περιγραφεί παλαιότερα από της Venona Q. Και τους συντρόφους των εκδόσεων Dark Matter.

Μετάφραση: canis latrans

Το αγγλικό κείμενο δημοσιεύτηκε στο 33ο τεύχος του αναρχικού περιοδικού “Dark Nights”.

“Ο Τιμιος Εργατης”, Zo d’Axa

Είναι η απίστευτη διόγκωση της μάζας των εκμεταλλευομένων που δημιουργεί την αυξανόμενη και λογική φιλοδοξία των εκμεταλλευτών.

Οι βασιλιάδες των ορυχείων, των κοιτασμάτων άνθρακα και χρυσού κάνουν λάθος που ανησυχούν. Η παραίτηση των υποτακτικών τους, καθαγιάζει την εξουσία τους. Δε χρειάζεται πλέον να υποστηρίζουν τη γελοιότητα, ότι η εξουσία τους παρέχεται από κάποιο ιερό δικαίωμα: η κυριαρχία τους νομιμοποιείται από τη λαϊκή συναίνεση. Ένα δημοψήφισμα του εργάτη που θα αποτελείται από πατριωτική προσκόλληση, κοινότοπες δημαγωγίες ή σιωπηλή υποταγή διαβεβαιώνει την κατοχή του αφεντικού και τη βασιλεία του αστού.

Σε αυτό το έργο, μπορούμε να αναγνωρίσουμε τον “καλλιτέχνη”.
Είτε στο ορυχείο, είτε στο εργοστάσιο , ο Τίμιος Εργάτης, αυτό το πρόβατο, έχει μεταδώσει στο κοπάδι τη ψώρα.

Το ιδανικό του επόπτη έχει διαστρεβλώσει τα ένστικτα των ανθρώπων. Η αθλητική περιβολή την Κυριακή, οι πολιτικές συζητήσεις, η ψήφος… αυτές είναι οι ελπίδες που παίρνουν τη θέση του παντός. Η απεχθής καθημερινή εργασία δε γεννά ούτε μίσος ούτε έχθρα. Το μεγάλο κόμμα των εργατών σιχαίνεται τους τεμπέληδες που κακώς παίρνουν τα χρήματα που τους χορηγεί το αφεντικό.

Η καρδιά τους ανήκει στη δουλειά.

Είναι περήφανοι για τα, γεμάτα κάλλους, χέρια τους.

Όσο παραμορφωμένα και αν είναι τα δάχτυλα, ο ζυγός έχει κάνει χειρότερα στο μυαλό: τα καρούμπαλα της παραίτησης, της δειλίας και του σεβασμού έχουν μεγαλώσει κάτω από το δέρμα από το τρίψιμο στα χάμουρα. Ξιπασμένοι γέροι εργάτες κουνούν τα διαπιστευτήριά τους: σαράντα χρόνια στο ίδιο μέρος! Τους ακούμε να λένε για αυτό, καθώς ζητιανεύουν ψωμί στους αγρούς.

“Δείξτε έλεος, κυρίες και κύριοι, σε έναν άρρωστο γέρο άνθρωπο, ένα γενναίο εργάτη, ένα καλό Γάλλο, έναν εθελοντή αξιωματικό που πολέμησε στον πόλεμο, δείξτε έλεος, κυρίες και κύριοι.”

Έχει κρύο: τα παράθυρα παραμένουν κλειστά. Ο γέρος δεν καταλαβαίνει.

Δίδαξε τους ανθρώπους! Τι άλλο χρειάζεται; Η φτώχεια του δεν τον δίδαξε τίποτα. Όσο υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, οι δεύτεροι θα συνωστίζονται για εκτελέσουν τις εργασίες που χρειάζεται. Ο τράχηλος του εργάτη είναι συνηθισμένος στο ζυγό. Όταν είναι ακόμα νέοι και δυνατοί, είναι απλά οικόσιτα κτήνη που δεν τρέχουν άγρια μέσα στις στοές.

Η ειδική τιμή του προλετάριου είναι να δέχεται όλα αυτά τα ψέματα, στων οποίων το όνομα καταδικάζεται σε αναγκαστική εργασία: καθήκον, πατρίδα κλπ. Τα δέχεται, ελπίζοντας πως μια μέρα θα ανέλθει στην αστική τάξη. Το θύμα κάνει τον εαυτό του συνεργό. Ο αναξιοπαθών μιλά για τη σημαία, στηθοδέρνεται, βγάζει το καπέλο του και φτύνει στον αέρα:

“Είμαι ένας τίμιος εργάτης!”
Και το φτύμα προσγειώνεται στα μούτρα του.

μετάφραση: Parabellum

“Ενας σιγουρος τροπος να αντλησεις χαρα αμεσα: Καταστρεψε με παθος!”, Zo d’Axa

Το Χρηματιστήριο, τα Δικαστήρια και το Μέγαρο των Νομοθετών είναι κτίρια τα οποία συζητούνται πολύ τις τελευταίες μέρες. Ειδικά τα τρία αυτά κτίρια, είχαν απειληθεί από τρεις νεαρούς άνδρες που ευτυχώς τους σταμάτησαν εγκαίρως.

Τίποτα δε μπορεί να μείνει κρυφό από τους κυρίους δημοσιογράφους. Αποκάλυψαν την τριπλή συνωμοσία και οι συνάδελφοι τους στην ασφάλεια συνέλαβαν τους συνωμότες.

Για ακόμα μια φορά οι άνθρωποι του Τύπου και η αστυνομία κέρδισαν την ευγνωμοσύνη εκείνου του μέρους του πληθυσμού, που δεν εκτιμά τη γραφική γοητεία των συντετριμμένων μεγάρων και την περίεργη ομορφιά των κατεστραμμένων κτιρίων.

Το κοινό δε θα τσιγκουνευτεί τα “ευχαριστώ”. Οι προσφερόμενες υπηρεσίες θα αναγνωριστούν με ρευστό. Οι αρετές του Πολίτη πρέπει να ενθαρρύνονται. Μυστικά κονδύλια θα χορέψουν και το καρναβάλι θα οδηγείται από τους σωτήρες της κοινωνίας.

Ακόμα καλύτερα! Γιατί είναι διδακτικό το να σημειώσουμε, πως αν ανάμεσα στους αντιπάλους μας υπάρχει ένας μικρός αριθμός έξυπνων εκμεταλλευτών, η μεγάλη μάζα από αυτούς αποτελείται από ηλίθιους που τραβούν τα όρια της αφέλειας στον ορίζοντα.

Πως μπόρεσαν να πιστέψουν αυτοί οι άξεστοι, πως οι αναρχικοί θα ανατίναζαν το κοινοβούλιο σε μια τέτοια περίοδο;

Σε μια περίοδο που οι νομοθέτες λείπουν σε διακοπές!

Θα πρέπει να είσαι κατώτερος και από τον κατώτερο για να πιστεύεις πως οι αναρχικοί θα διάλεγαν μια τέτοια περίοδο.

Μόνο και μόνο για χάρη της τυπικής ευγένειας, θα περιμέναμε να γυρίσουν όλοι από τις διακοπές τους.
Παρ’ όλα αυτά, τις προάλλες οι μαγαζάτορες του Παρισιού, καθώς έφτιαχναν τα εμπορεύματα τους, έλεγαν στους εαυτούς τους, με την καλή, ρωμαλέα λογική τους:

“ Δεν υπάρχει η παραμικρή πιθανότητα λάθους. Θέλουν να υπονομεύσουν τα θεμέλια των αιώνιων μνημείων μας. Είμαστε αντιμέτωποι με μια νέα συνωμοσία.”

Μα ελάτε τώρα γενναίοι μαγαζάτορες! Περιπλανάστε στις πεδιάδες του παραλόγου. Αυτή η συνωμοσία για την οποία μιλάτε δεν είναι καινούρια. Αν εννοείτε το γκρέμισμα των σκουληκοφαγωμένων οικοδομημάτων της κοινωνίας που μισούμε, λοιπόν αυτό προετοιμάζεται εδώ και πολύ καιρό.

Γι’ αυτό συνωμοτούσαμε πάντα.

Ο ναός του Χρηματιστηρίου, όπου οι πιστοί καθολικοί και οι πυρετώδεις Εβραίοι συναντιούνται για τις τελετές και ζητήματα του τιποτένιου εμπορίου, ο ναός του Χρηματιστηρίου πρέπει στην πραγματικότητα να εξαφανιστεί και σύντομα.

Αυτούς που χειρίζονται τα χρήματα, με τη σειρά τους, θα τους χειριστεί το βαρύ χάδι των πετρών από τα συντρίμμια.

Τότε το παιχνίδι του Χρηματιστηρίου δεν θα παίζεται πια. Αυτοί οι ικανοί κωπηλάτες που φέρνουν εκατομμύρια στις επιχειρήσεις, των οποίων ο λόγος ύπαρξης είναι να κερδοσκοπούν πάνω στο σιτάρι και να οργανώνουν λοιμούς, δε θα υπάρχουν πια.

Αυτοί που δρουν στα παρασκήνια: οι χρηματιστές, όλοι οι τραπεζίτες – παπάδες του χρήματος- θα κοιμηθούν τον τελευταίο τους ύπνο κάτω από τα συντρίμμια του ναού τους.

Όσο για τους δικαστικούς, είναι πασίγνωστο πως ποτέ δεν είναι τόσο ωραίοι όσο όταν πηγαίνουν προς το θάνατο.

Είναι πραγματική απόλαυση να τους βλέπεις.

Η ιστορία είναι γεμάτη από χαρακτηριστικά σκίτσα εισαγγελέων και δικαστών που ο κόσμος έκανε ανά καιρούς να υποφέρουν. Πρέπει να παραδεχτούμε πως αυτοί οι άνθρωποι έχουν διακοσμητικό πόνο.
Και τι ωραίο θέαμα θα ήταν: μια αναταραχή στο δικαστικό μέγαρο. Ο Κενέ περιορισμένος από μια κολόνα που θα του έχει σπάσει τους σπονδύλους, να προσπαθεί σκληρά να υποθέσει πως μοιάζει ο τσακισμένος Μπορεπέρ, ο Καμπό να λέει αποφθέγματα του Μπαλζάκ με την τελευταία του πνοή και ο Ανκετίλ δίπλα στον πνευματώδη Κρουπί να φωνάζει:

“Τίποτα δε χάθηκε… υποστηρίζουμε τις θέσεις μας.”

Η σκηνή θα είχε τόσο μεγαλείο που σαν καλές ψυχές που είμαστε θα λυπόμαστε τους ηττημένους. Δε θα θέλαμε πια να θυμόμαστε το αίσχος των κόκκινων τηβέννων, βαμμένων με το αίμα των φτωχών. Θα ξεχάσουμε ότι οι δικαστές ήταν δειλοί και σκληροί.

Και αν ο ίδιος ο Αθαλίν – ειδικός στις πολιτικές δίκες- έσκυβε το κεφάλι και ζητούσε να αναπαυθεί, εμείς με ευγένεια θα συναινέσουμε στην επιθυμία αυτού του άρρωστου ανθρώπου.

Στην πραγματικότητα, δεν είναι απαραίτητο να είναι κάποιος αναρχικός για να γοητευτεί από τις επερχόμενες καταστροφές.

Όλοι αυτοί που μαστιγώνονται από την κοινωνία, στο βάθος της ψυχής τους θέλουν ενστικτωδώς εκδίκηση.
Χίλια οικοδομήματα του παλιού κόσμου έχουν μαρκαριστεί με το σημάδι του θανάτου.
Τα μέλη της συνωμοσίας δεν έχουν ανάγκη τις ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον: ξέρουν ένα σίγουρο τρόπο για να αντλήσουν χαρά άμεσα: Να καταστρέψουν με πάθος!

μετάφραση: Parabellum

“Εμεις”, Zo d’Axa

Μιλούν για την αναρχία.

Οι φυλλάδες έχουν ξεσηκωθεί. Σύντροφοι δίνουν συνεντεύξεις και η “L’Éclair” μεταξύ άλλων, λέει πως υπάρχει σχίσμα μεταξύ των αναρχικών.

Οι απόψεις διχάζονται πάνω στο θέμα της κλοπής.

Λέγεται πως κάποιοι θέλουν να την κάνουν αρχή τους ενώ άλλοι την καταδικάζουν οριστικά.
Λοιπόν! Θα ήταν αδύνατον για εμάς να πάρουμε θέση σε αυτό το θέμα. Θα μπορούσαμε να εγκρίνουμε αυτήν την κλοπή και να τη θεωρήσουμε καλή. Μια άλλη θα μπορούσαμε να τη θεωρήσουμε απεχθή.
Δεν υπάρχει Απόλυτο.

Αν τα γεγονότα μας οδηγούν σήμερα να ορίσουμε τον έναν ή τον άλλον τρόπο για να βλέπουμε και να ζούμε, κάθε μέρα, μέσα από τα, γεμάτα ζωή, άρθρα των εκφραστικών συντρόφων μας, η θέληση μας έχει εκδηλωθεί καθαρά:

Ούτε σε κόμμα, ούτε σε ομάδα.

Έξω.

Βαδίζουμε στο δικό μας δρόμο ως άτομα, χωρίς την Πίστη που σώζει και τυφλώνει. Η απέχθεια μας για την κοινωνία δε μας προκαλεί αμετάβλητες πεποιθήσεις. Πολεμούμε για τη χαρά της μάχης και χωρίς κανένα όνειρο για ένα καλύτερο μέλλον. Τι μας νοιάζουν τα αύριο που δε θα έρθουν για αιώνες! Τι μας νοιάζει για τα τρισέγγονα μας! Είμαστε έξω από όλους τους νόμους, όλους τους κανόνες και όλες τις θεωρίες, ακόμα και την αναρχική.

Από αυτήν τη στιγμή, άμεσα, θέλουμε να παραδοθούμε στο έλεος μας, στα ξεσπάσματα μας, στην ευγένεια μας, στην οργή μας, στα ένστικτα μας, περήφανοι που είμαστε ο εαυτός μας.

Μέχρι τώρα τίποτα δεν μας έχει αποκαλυφθεί από τον ακτινοβόλο ορίζοντα. Τίποτα δε μας έχει δώσει ένα σταθερό κριτήριο. Το πανόραμα της ζωής αλλάζει χωρίς σταματημό και τα δεδομένα μας εμφανίζονται υπό διαφορετικό φως κάθε ώρα. Δε θα αντιδράσουμε ποτέ ενάντια στο θέαμα των αντικρουομένων απόψεων. Είναι απλό. Η ηχώ των παλλόμενων συναισθημάτων αντιλαλεί εδώ. Και αν η ορμητικότητα αποπροσανατολίζει με την απροβλεπτικότητα της, είναι επειδή μιλάμε για πράγματα του καιρού μας όπως θα έκαναν πρωτόγονοι βάρβαροι εάν έπεφταν ξαφνικά ανάμεσα τους.

Κλοπή!

Δε θα μας περνούσε ποτέ από το μυαλό να εμφανιστούμε ως δικαστές. Υπάρχουν κλέφτες που μας δυσαρεστούν; αυτό είναι βέβαιο, Θα τους επιθετόμασταν; Μάλλον ναι. Αλλά θα το κάναμε περισσότερο για τη σαγήνη του πράγματος παρά για το ωμό γεγονός.

Δε θα υποστηρίξουμε την απόλυτη Αλήθεια, με το Α κεφαλαίο.

Είναι θέμα άποψης.

Ένας καμπούρης θα μπορούσε να με δυσαρεστήσει περισσότερο από έναν ευγενικό εγκληματία.

μετάφραση: Parabellum

“Στους ψηφοφορους”, Zo d’Axa

Ψηφοφόροι:

Εφόσον διεκδικώ τις ψήφους σας, σας οφείλω λίγα λόγια. Ορίστε λοιπόν:

Κατάγομαι από παλιά γαλλική οικογένεια, αν μου επιτρέπεται, και είμαι γομάρι από καλή ράτσα, ένα γομάρι με την καλή έννοια της λέξης: τέσσερις οπλές και παντού μαλλί.

Το όνομα μου είναι Άχρηστος, όπως είναι και οι υπόλοιποι υποψήφιοι.

Είμαι κενός, όπως πολλά ψηφοδέλτια που επιμένουν να μην μετράνε και τα οποία πλέον ανήκουν σε μένα.
Η εκλογή μου είναι εξασφαλισμένη.

Καταλαβαίνετε πως μιλάω ειλικρινά.

Πολίτες:

Σας κορόιδεψαν. Ειπώθηκε πως η τελευταία βουλή, αποτελούμενη από ηλίθιους και αγύρτες, δεν αντιπροσωπεύει την πλειοψηφία. Αυτό είναι ψευδές.

Αντιθέτως, μία βουλή που αποτελείται από ανόητους εκπροσώπους και κλέβει, σας αντιπροσωπεύει τέλεια. Μη διαμαρτύρεστε. Ένα έθνος έχει τους αντιπροσώπους που του αξίζουν.

Γιατί τους εκλέξατε;

Δε ντρέπεστε να παραδεχτείτε, μεταξύ σας, πως όσο αλλάζουν τα πράγματα τόσο μένουν ίδια και πως οι εκλεγμένοι αξιωματούχοι σας, σας χλευάζουν και σκέφτονται μόνο το συμφέρον τους, δόξα ή λεφτά.
Τότε γιατί θα τους επανεκλέξετε αύριο;

Ξέρετε πολύ καλά πως αυτοί που εκλέγετε θα αθετήσουν το λόγο τους για μια επιταγή και πως θα κάνουν ρουσφέτια με δουλειές, θέσεις και καταστήματα καπνού.

Αλλά για ποιους είναι τα καταστήματα καπνού, οι θέσεις και οι επικερδείς και άνετες δουλειές, αν όχι για τις Εκλογικές Επιτροπές, που πληρώνονται με αυτόν τον τρόπο;

Οι τσοπάνηδες των Επιτροπών είναι λιγότερο αδαείς από το κοπάδι.

Η βουλή αντιπροσωπεύει τους πολλούς.

Μια βουλή ηλίθιων και κουτοπόνηρων, γερο-ανόητων και Robert Macaires είναι απαραίτητη για να προσωποποιεί και τους επαγγελματίες ψηφοφόρους και τους μελαγχολικούς προλετάριους την ίδια στιγμή.

Αυτοί είστε!

Σας κοροϊδεύουν, καλοί ψηφοφόροι, σας ξεγελούν και σας κολακεύουν όταν σας λένε πως είστε όμορφοι, δίκαιοι, σωστοί, εθνικά ανεξάρτητοι, κυρίαρχος λαός, ελεύθεροι άνθρωποι… Θερίζουν τις ψήφους σας και αυτό είναι όλο. Είστε καρποί για να δρέψουν… Αχλάδια.

Σας ξεγελούν συνέχεια. Σας λένε πως η Γαλλία είναι ακόμα η Γαλλία. Αυτό δεν είναι αλήθεια.
Με κάθε μέρα που περνάει η Γαλλία χάνει τη σημασία της στον κόσμο. κάθε φιλελεύθερη σημασία. Δεν είναι πλέον ένα έθνος ριψοκίνδυνων ανθρώπων που διαδίδουν τις ιδέες και τον πολιτισμό. Είναι μια Μαριάννα που γονατίζει μπροστά στους αυτοκράτορες. Είναι κρατισμός αναγεννημένος πιο υποκριτικά από ότι στη Γερμανία. Ένα ξυρισμένο κεφάλι κάτω από ένα κεπί .

Σας κοροϊδεύουν, δε σταματούν να σας κοροϊδεύουν. Σας μιλάνε για ομοψυχία όταν ο αγώνας για το ψωμί δεν ήταν ποτέ τόσο οξύς ή αιματηρός όσο τώρα.

Σας μιλάνε για πατριωτισμό και για την ιερή μας προγονική κληρονομιά, σε σας που δεν έχετε τίποτα.

Σας μιλάνε για ακεραιότητα και να οι πειρατές του Τύπου, οι δημοσιογράφοι, που είναι πρόθυμοι να κάνουν τα πάντα, μεγάλοι απατεώνες και εκβιαστές, να τραγουδούν για την εθνική τιμή.

Οι υποστηρικτές της Δημοκρατίας, οι μικροαστοί, οι μικροί άρχοντες είναι σκληρότεροι με τους ζητιάνους από ότι ήταν οι δυνάστες προηγούμενων καθεστώτων. Ζούμε κάτω από το μάτι του επόπτη.

Οι αποδυναμωμένοι εργάτες, παραγωγοί που δεν καταναλώνουν τίποτα, είναι ικανοποιημένοι να γλείφουν υπομονετικά το κόκαλο χωρίς κρέας που τους πετούν, το κόκαλο της καθολικής ψήφου. Και μόνο για να πουν ψέματα και για να εμπλακούν σε εκλογικές συζητήσεις κουνούν τα σαγόνια τους, σαγόνια που δε ξέρουν πια πως να δαγκώσουν.

Και όταν, σε κάποιες περιπτώσεις, τα παιδιά του λαού ξυπνούν από τη νάρκη τους, έρχονται πρόσωπο με πρόσωπο με το το γενναίο στρατό μας, όπως στο Φουρνιέ … και η λογική του Lebel γεμίζει τα κεφάλια τους μολύβι.

Η δικαιοσύνη είναι ίδια για όλους. Οι έντιμοι κλέφτες του Παναμά μετακινούνται με άμαξες και δε ξέρουν τι είναι το κάρο. Χειροπέδες όμως σφίγγουν τους καρπούς των γέρων εργατών που συλλαμβάνονται ως αλήτες.

Το αίσχος του σήμερα είναι τόσο μεγάλο, που κανένας υποψήφιος δεν τολμά να υπερασπιστεί την κοινωνία. Οι πολιτικοί που πρόσκεινται στην αστική τάξη, αντιδραστικοί ή ανατρεπτικοί, με δημοκρατικά προσωπεία ή ψεύτικες μύτες, διακηρύσσουν πως αν τους ψηφίσετε τα πράγματα θα βελτιωθούν, θα είναι καλά. Αυτοί που σας έχουν ήδη πάρει τα πάντα, θέλουν κι’ άλλα.

Δώστε τις ψήφους σας, Πολίτες!

Οι ζητιάνοι, οι υποψήφιοι, οι κλέφτες, οι ψηφοθήρες όλοι έχουν έναν μοναδικό τρόπο να φτιάχνουν και να ξαναφτιάχνουν το Δημόσιο Καλό.

Ακούστε τους καλούς εργάτες, τους κομπογιαννίτες του κόμματος, θέλουν να πάρουν την εξουσία… ώστε να την καταργήσουν καλύτερα.

Άλλοι επικαλούνται την Επανάσταση και ξεγελούν τους εαυτούς τους, καθώς ξεγελάνε εσάς. Οι ψηφοφόροι δε θα κάνουν ποτέ Επανάσταση. Η καθολική ψήφος δημιουργήθηκε ακριβώς για να εμποδίσει την αντρίκια δράση. Ο Τσάρλι περνάει καλά ψηφίζοντας…

Και αν ακόμα κάποιο γεγονός έβγαζε τους ανθρώπους στο δρόμο και μία ομάδα αναλάμβανε δράση απαντώντας σε κάποια επίθεση της αστυνομία ή του στρατού, τι θα περιμέναμε από το συνωστισμένο πλήθος που βλέπουμε, αυτήν τη δειλή και άμυαλη μάζα.

Εμπρός! Εμπρός άνθρωποι του πλήθους! Εμπρός ψηφοφόροι! Στις κάλπες… και σταματήστε να παραπονιέστε. Αρκετά. Μην προσπαθήτε να εμπνεύσετε τον οίκτο για τη μοίρα που μόνοι σας επιβάλλατε στους εαυτούς σας. Μην προσβάλλετε τους Αφέντες που δώσατε στους εαυτούς σας.

Αυτοί οι αφέντες αξίζουν όσο και εσείς, καθώς σας κλέβουν. Μάλλον αξίζουν περισσότερο: αξίζουν 25 φράγκα την ημέρα, χωρίς να μετράμε τα άλλα οφέλη. Και έτσι πρέπει να είναι.

Ένας ψηφοφόρος δεν είναι τίποτα άλλο από ένας αποτυχημένος υποψήφιος.

Οι άνθρωποι που βρίσκονται στον πάτο, με μικρές οικονομίες και μικρές ελπίδες, άπληστοι μικρέμποροι και αργοκίνητος εξημερωμένος λαός, χρειάζονται μία μέτρια βουλή για ενώνει και να βγάζει χρήματα από ότι ποταπό υπάρχει στο έθνος.

Γι’ αυτό ψηφίστε, ψηφοφόροι! Ψηφίστε! Η βουλή προέρχεται από εσάς. Δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. Δημιουργήστε μια βουλή κατ’ εικόνα και κατ’ ομοίωση σας. Ο σκύλος γυρνά στον εμετό του. Γυρίστε στους εκπροσώπους σας…

μετάφραση: Parabellum

Για τη διαρκή Αυγή του πιο Μαύρου Ήλιου