“Ο Πόλεμος της Ζωής μου”, Ανωνύμου

(ανώνυμο κείμενο που δημοσιεύτηκε το 2014 στη σουηδική Αναρχική Βιβλιοθήκη)

Νιώθω τη μπαταρία κρύα στις άκρες των δαχτύλων μου. Σταματώ να σκαλίζω το συρτάρι του γραφείου. Το φίλτρο του τσιγάρου κολλάει αργά πάνω στα χείλη μου. To νήμα από ατσαλόσυρμα από το εργαστήρι έχει προετοιμαστεί επιμελώς για τα μάτια και το μέγεθος της μπαταρίας. Φτιάχνω με μεγάλη επισημότητα το μηχανισμό ανάφλεξης. Πρώτα στο θετικό πόλο. Σημαντικό να είναι κατάλληλο το μάτι, το σημείο ανάφλεξης. Και έτσι, η άλλη άκρη ακολουθεί τον αρνητικό πόλο. Γρήγορα κάνει την εμφάνισή της η ανάφλεξη. Το γεμάτο με τον καπνό του τσιγάρου στόμα συναντά βιαστικά το μάτι που λάμπει. Τσαφ. Τσαφ. Το τσιγάρο ανάβει. Μυρωδιά καμμένου μετάλλου, οξέως από τη μπαταρία και καπνού τσιγάρου. Ο σκοπός επετεύχθη. Δεν είμαι στην πραγματικότητα ο τύπος που καπνίζει, ρουφάω αλλά μετά ακολουθώ την τελετουργία του καπνίσματος… Μια αιρετική τελετουργία. Μια χλέπα στα μούτρα του σωφρονιστικού ιδρύματος… Μια δήλωση της φλογερής ανάγκης εντός μου, να αρνηθώ την ομοιομορφία που προσπαθούν να μου επιβάλλουν. Αυτό βελτιώνει την ποιότητα της ζωής…

Ανάβω ένα τσιγάρο που έστριψα μόνος μου πρόχειρα. Στέκομαι μπροστά στο σπίτι που μένω, σε μια ευρωπαϊκή μητρόπολη. Μια καθολική εκκλησία στέκεται απέναντί μου, στην άλλη μεριά του δρόμου, αγνοώντας με. Το τσιγάρο δε βελτιώνει πια την ποιότητα ζωής, είναι πια τόσο πολύ κομμάτι της καθημερινότητάς μου, όσο ήταν οι ψαχτικές στα κελιά στη φυλακή. Ποτέ δε μπορώ να μιλήσω για κάποιον άλλο χωρίς να διαπράξω το πιο φρικτό έγκλημα ο ίδιος, μπορώ να μιλήσω μόνο απ’ τις δικές μου εμπειρίες, τα συμφέροντα και τις επιθυμίες μου που συγκρούονται.

Η φυλακή που αψηφούσα όταν άναβα το τσιγάρο με μια μπαταρία κι ένα κομμάτι ατσαλόσυρμα, είναι η ίδια φυλακή που αψηφώ όταν επιλέγω σήμερα να δράσω για’ μένα, για την απελευθέρωσή μου και για να μπορώ να ζήσω μαζί με άλλα ελεύθερα άτομα. Δεν είναι αυτή μια φυλακή με συγκεκριμένο όνομα και σε ένα συγκεκριμένο μέρος για να τη βρεις και να την αντιμετωπίσεις. Είναι μια φυλακή στην οποία μας βλέπω όλους να ζούμε.

Οι μορφές που παίρνει είναι τόσες πολλές και οι εκφάνσεις της τόσο διαφορετικές, αυτό που έχουν, όμως, κοινό όλες αυτές, είναι η πραγμάτωσή τους μόλις προσπαθήσεις να πλησιάσεις το αυθόρμητο, το ανείπωτο, το άμεσο, το αδιαμεσολάβητο – αυτό που είναι η ζωή σου. Υπάρχουν πολλά ονόματα για τη φυλακή αυτή – ντροπή, δικαιολογία, υποχρέωση, καθήκον, υπακοή – που πηγάζουν όλα από την ίδια πηγή, που είναι το να εξουσιάζεσαι απ’ τα συμφέροντα κάποιου άλλου.

Τα τείχη της φυλακής στα οποία είναι πιο απλό να στρέψει κάποιος το οπλοστάσιό του, είναι, φυσικά, εκείνα που βρίσκονται ακριβώς μπροστά μας. Είτε είναι ένα τοπικό μπατσομέγαρο, μια εταιρεία, είτε κάποιος από τους κρατικούς θεσμούς που, τόσο αθώα, μέσα από σκληρή δουλειά με τη χαρτούρα, διαχειρίζονται τις συνθήκες της ζωής μας.

Τί είναι, όμως, τότε, ένας γκρεμισμένος τοίχος όταν αργότερα χρεώνεσαι την ανακατασκευή του με τους φόρους που πληρώνεις από τη δουλειά την οποία είσαι, λίγο πολύ, αναγκασμένος να κάνεις; Όταν, εν τέλει, υπάρχει ακόμα ένας τοίχος κι ακόμα ένας…πίσω απ’ τον πρώτο;

Η επίθεση είναι μια θαυμάσια πράξη, αλλά θεσμοποιείται τόσο εύκολα με το να γίνεται ένα ακόμα απερίσκεπτο κομμάτι της χειραγωγούμενης ιδιοσυγκρασίας στην καθημερινή ζωή κάποιου. Η επίθεση είναι, πράγματι, μια πράξη αυτοάμυνας όταν προέρχεται από ένα σκλάβο σε βάρος ενός εξουσιαστή, ως πότε, όμως, θα φερόμαστε σα σκλάβοι, ως πότε θα αμυνόμαστε; Πόσο ακόμα θα αφήνουμε τις ιδέες μας – τα πάθη και τις επιθυμίες μας – να ενδίδουν στο φόβο του να μετατραπούμε σε μια πραγματική απειλή για τα συμφέροντα της εξουσίας; Πότε θα πετάξουμε από πάνω μας τους ρόλους μας, ως έχουν, και θ’ αρχίσουμε να δρούμε με την αυτοπεποίθηση εκείνου που δεν έχει αφέντες; Πότε θα σταματήσουμε να πιστεύουμε στην αλλαγή και θ’ αρχίσουμε να καταστρέφουμε τα θεμέλια αυτής της φυλακής που μας περιβάλλει όλους, από την πρώτη ανάσα μέχρι την τελευταία;

Γίνεται να εξουσιαζόμαστε, μόνο όσο το επιτρέπουμε στον εαυτό μας. Μπορεί ν’ ακούγεται κυνικό αλλά είναι, ταυτόχρονα, μια δήλωση δύσκολη να αποδομηθεί. Στην τελική, αυτός που επιλέγει να πεθάνει από το να υποκύψει σε έναν αφέντη, δεν είναι σε καμία περίπτωση καλύτερος ή χειρότερος από οποιοδήποτε άλλο άτομο – δε χωράνε εδώ αηδιαστικές ηθικές αξίες – μπορούμε, όμως, να πούμε πως πεθαίνει ως ο εαυτός του. Επιλέγει να πεθάνει από και για τον εαυτό του, για τη θέλησή του να ζήσει πλήρως σύμφωνα με τα δικά του πάθη, τις ανάγκες και τις επιθυμίες. Επιλέγει να πεθάνει απ’ το να ζήσει για να υπηρετεί τα συμφέροντα κάποιου άλλου.

Οι περισσότεροι άνθρωποι συνεχίζουν, ωστόσο, να κουτσοζούν, να σκοτώνουν τον εαυτό τους για τα συμφέροντα κάποιου άλλου. Λίγοι είναι, βέβαια, που εύχονται να πεθάνουν αλλά, αντιμέτωποι με το ενδεχόμενο να ζήσουν πραγματικά, θα τολμήσουν ν’ αδράξουν την ευκαιρία;

Τί σημαίνει αλήθεια το να ζω σε διαρκή έχθρα με το υπάρχον, με το κράτος, με τα συμφέροντα που προσπαθούν να μου ασκήσουν εξουσία; Αφήνοντας στην άκρη την μάλλον συναρπαστική γεύση που αφήνουν οι λέξεις την ώρα που βγαίνουν από το στόμα, είναι, φυσικά, κάτι που απαντιέται εκ νέου κάθε φορά που ένας σύντροφος ή μια συντρόφισσα θέτει στον εαυτό του/της το ερώτημα αυτό.

Αυτό, για’ μένα, σημαίνει να μην επαναπαύομαι στις συνθήκες που οι εξουσιαστές δημιουργούν για’ μας – συνθήκες που δημιουργούν στα πλαίσια ενός απατηλού ανταλλάγματος για την υποταγή μας. Απολαμβάνω τη ζωή μου όσο περισσότερο μπορώ αλλά ποτέ δε βυθίζομαι τόσο βαθιά στον καναπέ, σε βαθμό να μη μπορώ να ξανασηκωθώ.

Αυτό σημαίνει πως η καθημερινή μου ζωή δεν αποτελείται μόνο από καθαρή επιβίωση ή “αυτοσυντήρηση” – σύμφωνα με την πιο σύγχρονη μόδα, ή το να πετυχαίνω κάτι που δε συνάδει με τα πάθη μου, τα όνειρά μου, τις ανάγκες και τις επιθυμίες μου, που μπορεί να είναι κοινωνικές ή κοινωνιακές προσδοκίες ή υποχρεώσεις.

Αυτό, για’ μένα, σημαίνει μια διαρκή συγκρουσιακότητα με την τωρινή ύπαρξή μου, που είναι, ας πούμε, (σύγκρουση) με τα συμφέροντα που προσπαθούν να εξουσιάσουν τη ζωή μου. Αυτό σημαίνει την ενεργή αναζήτηση της πραγμάτωσης της αντιεξουσιαστικής οργής μου και των ευκαιριών για σύγκρουση, με όλες τις δομές που συντηρούν αυτήν την κοινωνία.

Αυτό σημαίνει να μη συμβιβάζομαι ποτέ με τις δομές αυτές. Να μην τσιμπάω ποτέ με τις υποσχέσεις της αλλαγής, της στέγασης, της διαπραγμάτευσης ή της βελτίωσης. Για τη βασική επιβίωσή μου πρέπει, φυσικά, να κάνω πρακτικούς συμβιβασμούς, αλλά το να τους συγχέω με το σημείο όπου βρίσκεται ό,τι επιθυμεί η καρδιά μου, τα πάθη μου και οι ιδέες μου, είναι μονάχα μια μεγάλη αυταπάτη. Να τα συγχέω σημαίνει, στην περίπτωση αυτή, να παραδώσω τα όπλα στο Κράτος, εν είδη ενός αφοπλισμού που θα μου δημιουργεί απέχθεια για τον εαυτό μου. Να αφήνω τα γάντια στο ράφι και να είμαι ικανοποιημένος με την ύπαρξη που μου προσφέρει αυτή η κοινωνία. Αυτό σημαίνει να μην ταϊζω τον εαυτό μου με το ψέμα πως μπορώ να ζήσω μια ζωή με τους δικούς μου όρους, μέσα σ’ αυτήν την κοινωνία.

Να μη συμβιβάζομαι ποτέ σημαίνει να μη σταματάω ποτέ να αγωνίζομαι, όσο η ελευθερία και η ζωή μου περιορίζεται και εξουσιάζεται από κάποιον άλλο.

Η πύλη ανοίγει αργά. Ο ήλιος με αναγκάζει να μισοκλείσω τα μάτια. Στο parking, τα αυτοκίνητα των γραφιάδων αντανακλούν τον ήλιο στο λαμπερό χρώμα τους. Ο αέρας κυματίζει πάνω απ’ την άσφαλτο. Μυρίζει φρεσκοκουρεμένο και παλιότερα κουρεμένο γκαζόν. Τα ρούχα μου είναι παλιομοδίτικα, από το περυσινό φθινόπωρο, και υπερβολικά ζεστά. Ο ιδρώτας πιέζει τα βλέφαρα. Λένε πως αν κοιτάξεις πίσω, θα επιστρέψεις. Γυρνάω περιφρονητικά, χαμογελάω και απλώνω ένα μεγάλο δάχτυλο. Για λίγο σκέφτομαι το διάστημα που πέρασε. Ένα δάκρυ εμφανίζεται στο μάτι μου αλλά γρήγορα εξαφανίζεται μέσα στον ιδρώτα. Το χαμόγελο μεγαλώνει. Ξαναγυρνάω προς τα πίσω, αφήνω να πέσει ό,τι έχω στα χέρια μου και κυλιέμαι πάνω στην καυτή, σε βαθμό ψησίματος, άσφαλτο. Σύντομα φτάνει η κούρσα μου με δυνατή μουσική μέσα από τα κατεβασμένα παράθυρα…

Πλουτίζοντας συνεχώς με εμπειρίες από τον αγώνα ενάντια στο υπάρχον, από τη μια φυλακή στην άλλη, ρίχνομαι με μαχητικό πνεύμα στον πόλεμο της ζωής μου!

———

Πηγή: Κύκλος Ατομικιστών Αναρχικών

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *